Η δρ Θεοδώρα Χατζηιωάννου, η Ροδίτισσα ιολόγος, στο Πανεπιστήμιο Ροκφέλερ, αποκαλύπτει τα συμπεράσματα της έρευνας από την ομάδα του Εργαστηρίου Ρετροϊολογίας του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ και εξηγεί το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε όσον αφορά στην παραγωγή ενός σχετικού εμβολίου
Στο μικροσκόπιο πολλών επιστημονικών ομάδων βρίσκεται η παραγωγή του εμβολίου εναντίον όλων των κορωνοϊων που είναι συγγενείς του SARS. Στις ΗΠΑ, μάλιστα, για την εν λόγω έρευνα υπάρχει διαρκής χρηματοδότηση από την κυβέρνηση και από διάφορους οργανισμούς.
Πριν από μερικές ημέρες, δημοσιεύθηκε στο υψηλού προφίλ επιστημονικό journal «Proceedings of the National Academy of Sciences» (PNAS) η σχετική έρευνα της ομάδας του Εργαστηρίου Ρετροϊολογίας του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ, με επικεφαλής τον δρα Πολ Μπιενιάσζ και την Ελληνίδα ιολόγο, δρα Θεοδώρα Χατζηιωάννου.
Η δρ Χατζηιωάννου είναι γνωστή για την έρευνά της πάνω στην ανακάλυψη περιοριστικών παραγόντων κατά του HIV-AIDS και άλλων φακοϊών πρωτευόντων, ενώ από τις αρχές του 2020 ενεπλάκη στην έρευνα κατά του κορωνοϊού σοβαρού οξέος αναπνευστικού συνδρόμου τύπου 2 SARS-CoV-2 και του COVID-19.
Μιλώντας στην «Κ», εξηγεί το σημείο στο οποίο βρίσκεται η έρευνα και αποκαλύπτει το τι μέλλει γενέσθαι όσον αφορά στην παραγωγή ενός εμβολίου για όλους τους συγγενείς του SARS κορωνοϊούς.
Η στόχευση της ομάδας
Η σκέψη της ομάδας του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ ήταν ότι, εφόσον ο εμβολιασμός θα είναι πιθανότατα βασικό συστατικό των στρατηγικών για τον περιορισμό ή την πρόληψη μελλοντικών πανδημιών του SARS και τη μείωση του επιπολασμού της μόλυνσης και της νόσου από μελλοντικές παραλλαγές SARS-CoV-2, ένα εμβόλιο για όλους τους κορωνοϊούς, που παρέχει τη μέγιστη δυνατή άμβλυνση της ανθρώπινης νόσου, θα πρέπει να προκαλεί εξουδετερωτικά αντισώματα με το μέγιστο δυνατό εύρος.
Στην έρευνα επιχείρησαν να μελετήσουν αν υπάρχει πιθανότητα να αναπτυχθούν εμβόλια «που να έχουν ευρεία γκάμα –ένα μέγιστο δυνατό εύρος– και να μη χρειάζεται να τα αλλάξεις όταν εμφανίζεται μια καινούργια μετάλλαξη, αλλά και να είναι αποτελεσματικά για μελλοντικά στελέχη συγγενικών κορωνοϊών».
«Υπάρχουν προσπάθειες από πολλά εργαστήρια να αναπτύξουν τα “pan-coronavirus” εμβόλια, που θα στοχεύουν σε πολλούς κορωνοϊούς. Υπάρχει ένα τεράστιο δίκτυο εργαστηρίων –ιδιωτικών και πανεπιστημιακών– που δουλεύουν πάνω σε αυτό. Ολοι έχουν θετικά αποτελέσματα σε ποντίκια. Μπορείς να κάνεις διάφορους συνδυασμούς αντιγόνων και να προστατεύσεις ποντίκια από έναν ιό», παρατηρεί.
Συμπληρώνει, ωστόσο, ότι «αυτό που κανείς δεν έχει κοιτάξει είναι, εάν τα αντισώματα που αναπτύσσονται από έναν τέτοιο συνδυασμό αντιγόνων, είναι πραγματικά ευρείας γκάμας ή είναι πολλά αντισώματα που το καθένα αναγνωρίζει κάτι διαφορετικό. Οταν βλέπεις τις αντιδράσεις σε έναν ολόκληρο οργανισμό, δεν βλέπεις μόνο την ενέργεια ενός αντισώματος, αλλά το σύνολο των αντισωμάτων. Κι όταν αυτά τα αντισώματα μπορούν να εξουδετερώσουν ιούς και δη διαφορετικούς, είτε σημαίνει ότι αυτά τα αντισώματα έχουν ευρεία αντίδραση είτε έχεις πολλά αντισώματα που το καθένα βλέπει κάτι διαφορετικό».
«Ο απλός συνδυασμός αντιγόνων δεν απέδωσε»
«Επικεντρωθήκαμε στο receptor binding domain (RBD) και πήραμε αντιγόνα από SARS-CoV-2, από παραλλαγές κι από SARS-CoV (το πρώτο). Τα εξετάσαμε ένα ένα μόνο του ή σε συνδυασμούς που παρουσιάζουν διαφορετικά αντιγόνα ταυτόχρονα», λέει και προσθέτει: «Ενδιαφερόμαστε να βρούμε τα εξουδετερωτικά αντισώματα και το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών αναπτύσσονται εναντίον του RBD. Για αυτό επικεντρωθήκαμε σε αυτό και όχι σε ολόκληρο το spike, που είναι στα εμβόλια».
Η έρευνα απέδειξε ότι όταν έχεις δύο αντιγόνα συνδεδεμένα μεταξύ τους, η αντίδραση είναι καλύτερη από όταν έχεις ένα.
«Αν τα πολλαπλασιάσεις, δεν έχεις επιπλέον όφελος. Το άλλο που βρήκαμε είναι όταν δίνεις στα ποντίκια ένα αντιγόνο που συνδέει RBD από 2 διαφορετικά στελέχη (π.χ. το SARS CoV-2 με το ορίτζιναλ SARS-CoV, κ.λπ.) οδηγείς στην παραγωγή αντισωμάτων που μπορούν να εξουδετερώσουν και τα 2 στελέχη και άλλα πολύ συγγενικά στελέχη. Αλλά η ειδικότητα εξουδετέρωσης είναι πολύ περιορισμένη: δηλαδή τα πειραματόζωα παράγουν αντισώματα ειδικά ενάντια στο κάθε αντιγόνο, όχι αντισώματα που “βλέπουν” όλα τα διαφορετικά αντιγόνα. Οπότε είναι πολύ περιορισμένη η αποτελεσματικότητά τους. Αν έρθει ένα νέο εντελώς διαφορετικό στέλεχος ή ιός, που δεν θα έχει συμπεριληφθεί στο κοκτέιλ που θα χρησιμοποιήσεις, τότε οι πιθανότητες να εξουδετερωθεί είναι ελάχιστες».
Η δρ Χατζηιωάννου καταλήγει, λέγοντας ότι για το συγκεκριμένο εμβόλιο έχουμε ακόμα μέλλον «διότι πολλά εργαστήρια κάνουν πολλές διαφορετικές προσπάθειες. Δεν ξέρω τι θα εγκριθεί στο τέλος».
«Είμαστε αρκετά πίσω, αυτό προκύπτει από την έρευνα, πρέπει να βρούμε άλλες μεθόδους για να αναπτύξουμε αυτά τα ευρείας γκάμας αντισώματα. Ο απλός συνδυασμός αντιγόνων δεν καταφέρνει να αποδώσει αυτό που θέλαμε. Τώρα αν αυτή η τακτική θα είναι κάτι, όπως ας πούμε να δώσεις μια δόση με ένα αντιγόνο και μετά δεύτερη με ένα άλλο αντιγόνο και μετά τρίτη, δεν ξέρουμε, το δοκιμάζουμε αυτή τη στιγμή», καταλήγει.
* Το κείμενο της έρευνας όπως δημοσιεύθηκε στο PNAS
Πηγή kathimerini.gr
Λουκάς Βελιδάκης