Τις τελευταίες εβδομάδες στο Παρίσι, όταν η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την Ελλάδα, αυτό που παρατηρεί κανείς –μιλώντας ακόμα και με ανώτερους εκπροσώπους της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Φρανσουά Ολάντ– είναι ότι υπάρχει μια διάχυτη δυσφορία. Οι προσεκτικοί παρατηρητές των γεγονότων γνωρίζουν ότι τα πάντα ξεκίνησαν την περασμένη εβδομάδα.
Ηταν τότε που μετά τη συνάντηση με τη Γερμανίδα καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ στο Λονδίνο, και στο πλαίσιο της διάσκεψης για τη Συρία, ο Ελληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ζήτησε να συνομιλήσει κατ’ ιδίαν με τον πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, λίγο πριν από τη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών. Με δεδομένο το τεταμένο κλίμα στην Ελλάδα, εξαιτίας κυρίως του ασφαλιστικού αλλά και του μεταναστευτικού, φαινόταν φυσιολογικό για τον Ελληνα πρωθυπουργό να διαβουλεύεται με τους Γερμανούς και τους Γάλλους ομολόγους του, όπως άλλωστε ο ίδιος είχε κάνει πολλές φορές πριν από Συνόδους Κορυφής το 2015.
Η «Κ» είναι σε θέση να γνωρίζει ότι οι υπηρεσίες του Μεγάρου των Ηλυσίων είχαν σημειώσει το ελληνικό αίτημα ακόμα και στην επίσημη ημερήσια διάταξη, για να το… αφαιρέσουν αμέσως μετά. Ο λόγος; «Η Γαλλία δεν μπορεί να υποστηρίξει περισσότερο την Ελλάδα όσον αφορά το μεταναστευτικό ζήτημα», εξομολογείται παρισινή κυβερνητική πηγή και προσθέτει: «Πρέπει να καταλάβουμε ότι η Γαλλία βρίσκεται σε κατάσταση σοκ μετά τις επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου 2015 και εξ αυτού δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι δεν θα είναι ευέλικτη στο συγκεκριμένο θέμα». Το μήνυμα είναι σαφές: Η μεταναστευτική κρίση απομονώνει λίγο περισσότερο την Ελλάδα.
«Η Ιταλία θα πρέπει σίγουρα να είναι ευχαριστημένη, επειδή, αν και αρνήθηκε να δημιουργήσει Κέντρο Ταυτοποίησης και Καταγραφής Προσφύγων / Μεταναστών (hotspot) για να μην καταστραφεί η τουριστική της σεζόν, βλέπει ότι η προσοχή όλων είναι στραμμένη αλλού», υπογραμμίζει έτερος Γάλλος πολιτικός παρατηρητής, ο οποίος ζήτησε να παραμείνει ανώνυμος. Προχωρώντας μάλιστα ακόμη περισσότερο, πιστεύει ότι ορισμένοι Ευρωπαίοι θεωρούν ότι η κυβέρνηση Τσίπρα, ταπεινωμένη, μετά τη συμφωνία της 13ης Ιουλίου 2015 και την υιοθέτηση του νέου μνημονίου, θέλησε να εκδικηθεί ανοίγοντας τα σύνορά της στους μετανάστες.
«Ο αριθμός των αιτούντων άσυλο στη Γερμανία και στη Βόρεια Ευρώπη αυξήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Ιούλιο και μετά, και σαφώς υπάρχει μια υπόρρητη αντίληψη ότι υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ αυτών των δύο γεγονότων», λέει.
Οι επισκέψεις
Η αίσθηση αυτή φαίνεται ότι έγινε πιο έντονη τελευταία, καθώς «πολλοί ευρωβουλευτές ταξίδεψαν στην Ελλάδα και όλοι έχουν διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει πλέον αστυνόμευση στο αεροδρόμιο και ειδικότερα στις αναχωρήσεις πτήσεων προς μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες», εξηγεί. Βεβαίως, στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι:
• όλοι οι Ευρωπαίοι δεν συμφωνούν με το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για το φαινόμενο αυτό, ενώ
• αναγνωρίζουν ότι η ελληνική κυβέρνηση πρόσφατα κατέβαλε προσπάθειες για να εγκαταστήσει Κέντρα Ταυτοποίησης και Καταγραφής Προσφύγων / Μεταναστών. Ωστόσο, προτιμούν να πετάξουν αυτήν την «καυτή πατάτα» στους Ελληνες.
Ετσι, δεν αποκλείεται στο προσεχές μέλλον να «πέσουν» στο τραπέζι των συζητήσεων διάφορα σενάρια – ιδέες, μερικές φορές από γκροτέσκες έως απροσδόκητες. Οπως, για παράδειγμα, εκείνη που φέρεται να έχει συζητηθεί ανεπίσημα και προβλέπει τον αποκλεισμό ελληνικών νησιών από τη Συνθήκη Σένγκεν, με τη διατήρησή της μόνο στην ηπειρωτική Ελλάδα. Στην πράξη, η Γαλλία έχει ήδη υιοθετήσει κάτι τέτοιο με τα «υπερπόντια διαμερίσματά» της, όπως τη Μαρτινίκα, τη Γουαδελούπη και τη Γαλλική Πολυνησία. Κατά τη στιγμή της δημιουργίας του χώρου ελεύθερης κυκλοφορίας Σένγκεν, η Γαλλία εξήγησε ότι αυτά τα νησιά ήταν γαλλικά, αλλά επειδή ο έλεγχός τους είναι δύσκολος, καθίσταται αναγκαία η εξαίρεσή τους.
Καθημερινή