• Εξετάζοντας την υπόθεση, το δικαστήριο πιθανολόγησε την ευδοκίμηση της ανακοπής και τον κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης για τους αιτούντες
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου εξέδωσε την απόφαση υπ’ αριθμόν 103/2025, με την οποία έκανε δεκτή αίτηση αναστολής εκτέλεσης διαταγής πληρωμής ύψους 117.058,24 ευρώ.
Η υπόθεση αφορούσε στην αντιδικία μεταξύ γνωστής εταιρείας πώλησης κοσμημάτων της Ρόδου και εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, η οποία ανέκυψε λόγω της αμφισβήτησης της εγκυρότητας της διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση της διαταγής πληρωμής.
Η απόφαση του Δικαστηρίου αποτελεί μία σημαντική εξέλιξη, καθώς πιθανολόγησε την ευδοκίμηση της ανακοπής που είχαν καταθέσει οι αιτούντες, αλλά και την ύπαρξη σοβαρού κινδύνου ανεπανόρθωτης βλάβης σε περίπτωση άμεσης εκτέλεσης.
Σύμφωνα με τα δικόγραφα, η καθ’ ης η αίτηση ήταν η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις». Η εν λόγω εταιρεία ενεργούσε ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού «MEXICO FINANCE DAC», που εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας και είχε καταστεί ειδική διάδοχος της Τράπεζας Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία.
Την εταιρεία εκπροσώπησε στη διαδικασία η πληρεξούσια δικηγόρος κ. Τζένη Πάπα.
Από την πλευρά των αιτούντων, η νομική εκπροσώπηση ανατέθηκε στις κ.κ. Σταυρούλα Κοιλιά και Δέσποινα Ζιώγα, οι οποίες υπέβαλαν σχετικό δικόγραφο και ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς των πελατών τους στο δικαστήριο.
Η καθ’ ης εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής κατά των αιτούντων, απαιτώντας την καταβολή του ανωτέρω ποσού με βάση σύμβαση πίστωσης που είχε συναφθεί αρχικά με την Τράπεζα Eurobank Ergasias Α.Ε., προτού αυτή διασπαστεί. Οι αιτούντες προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη, ασκώντας ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής και παράλληλα ζητώντας την αναστολή της εκτέλεσής της μέχρι την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης.
Κατά τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, το Δικαστήριο έκρινε ότι η καταγγελία της σύμβασης πίστωσης ενδεχομένως δεν πληρούσε τις νόμιμες προϋποθέσεις, καθώς η επίδοση του εγγράφου καταγγελίας πραγματοποιήθηκε χωρίς την ταυτόχρονη επίδειξη πληρεξουσίου που να αποδεικνύει την εξουσιοδότηση των προσώπων που υπέγραψαν εκ μέρους της πιστώτριας εταιρείας. Αυτό θεωρήθηκε κρίσιμο στοιχείο που ενίσχυσε την πιθανότητα επιτυχίας της ανακοπής των αιτούντων.
Το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας το περιεχόμενο της ανακοπής, τα αποδεικτικά στοιχεία και τη νομική επιχειρηματολογία των διαδίκων, προχώρησε στην προσωρινή αναστολή της εκτέλεσης της διαταγής πληρωμής. Η απόφαση εδράζεται στις εξής νομικές βάσεις:
• Πιθανολογήθηκε η βασιμότητα της ανακοπής, λόγω των αμφισβητήσεων ως προς την εγκυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης.
• Εκτιμήθηκε ότι η άμεση εκτέλεση θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη βλάβη στους αιτούντες, καθώς θα υποχρεώνονταν να καταβάλουν ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσό χωρίς να έχει κριθεί επί της ουσίας η εγκυρότητα της απαίτησης.
• Η δικαστική προστασία μέσω των ασφαλιστικών μέτρων κρίθηκε αναγκαία για τη διασφάλιση της δίκαιης δίκης και της αποτροπής οικονομικής εξόντωσης των αιτούντων πριν την εκδίκαση της κύριας υπόθεσης.
Οι επιπτώσεις της απόφασης
Η εν λόγω δικαστική απόφαση έχει ιδιαίτερο νομικό και κοινωνικό ενδιαφέρον, καθώς δίνει το μήνυμα ότι οι δικαστικές αρχές είναι διατεθειμένες να παρέχουν προσωρινή δικαστική προστασία σε περιπτώσεις όπου διαφαίνεται παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων των οφειλετών.
Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί επίσης προηγούμενο για αντίστοιχες υποθέσεις, καθώς επιβεβαιώνει ότι η μη τήρηση της διαδικασίας κατά την καταγγελία συμβάσεων πίστωσης μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή εκτέλεσης διαταγών πληρωμής.
Η υπόθεση δεν έχει ακόμα τελεσιδικήσει. Η κύρια ανακοπή των αιτούντων πρόκειται να εκδικαστεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου το 2025, οπότε και θα κριθεί οριστικά η νομιμότητα της διαταγής πληρωμής. Μέχρι τότε, οι αιτούντες παραμένουν προσωρινά προστατευμένοι από την εκτέλεση της επίδικης οφειλής, γεγονός που τους δίνει πολύτιμο χρόνο να προετοιμάσουν την υπεράσπισή τους.