Το δυστύχημα στα Τέμπη προκάλεσε κύμα εθελοντισμού, αλλά αποκάλυψε και τα κενά στη διαχείριση των αποθεμάτων
Το μεσημέρι της Πέμπτης 2 Μαρτίου, μιάμιση ημέρα μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ) εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία ευχαριστούσε τους χιλιάδες πολίτες που έσπευσαν να δωρίσουν αίμα. Ενημέρωνε ότι οι ανάγκες είχαν καλυφθεί πλήρως και, με δεδομένο ότι η διάρκεια του αίματος είναι 35 έως 42 ημέρες, τους προέτρεπε να ανανεώσουν το ραντεβού για αιμοδοσία το επόμενο διάστημα ενόψει του Πάσχα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΚΕΑ, την εβδομάδα του δυστυχήματος συλλέχθηκαν 19.000 μονάδες αίματος. Υπό φυσιολογικές συνθήκες η συλλογή αίματος τη συγκεκριμένη εβδομάδα και λαμβάνοντας υπόψη και την αργία του τριημέρου, θα ήταν 10.000 μονάδες αίματος. «Εκείνο το απόγευμα της Τετάρτης έως τις 9.30 το βράδυ συλλέξαμε στο νοσοκομείο μας περίπου 100 μονάδες, έναντι 10-20 που συλλέγονται μια φυσιολογική ημέρα. Επιπλέον 200 πολίτες που περίμεναν στην ουρά δεν πρόλαβαν. Επέμεναν όμως να μείνουν και μας κατηγόρησαν που δεν κρατήσαμε ανοιχτή την αιμοδοσία», περιγράφει στην «Κ» ο Παναγιώτης Χαλβατσιώτης, πρόεδρος του Δ.Σ. του νοσοκομείου «Ελπίς», στο οποίο δημιουργήθηκαν ουρές για αιμοδοσία την ημέρα του δυστυχήματος. Οπως σημειώνει, «στη συντριπτική τους πλειονότητα ήταν παιδιά κάτω των 30 ετών. Οι μισοί δίνανε για πρώτη φορά αίμα. Είχαν πάθος. Ηταν φορτισμένοι λόγω του γεγονότος. Είχες την αίσθηση ότι έκαναν μία βουβή δήλωση, “δεν φεύγω εάν δεν δώσω αίμα”».
«Εάν συνεχιζόταν η έκτακτη αιμοδοσία θα εξαντλούσαμε τα περιθώρια για αιμοδοσία από τους τακτικούς εθελοντές αιμοδότες και τα οποία θα έχουμε ανάγκη το επόμενο διάστημα και τη δύσκολη περίοδο του Πάσχα. Αυτό το τραγικό επεισόδιο δεν είχε μεγάλες απαιτήσεις αίματος. Ομως επειδή στη ζωή πολλά πράγματα δεν μπορείς να τα προβλέψεις, θα πρέπει να είμαστε θωρακισμένοι ανά πάσα στιγμή και να μην κάνουμε εκκλήσεις όταν προκύψει η ανάγκη», τονίζει στην «Κ» ο πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας, Παναγιώτης Κατσίβελας.
«Υπήρχαν διοικητές νοσοκομείων οι οποίοι συνέχισαν να παροτρύνουν για αιμοδοσία, παρότι εξασφαλίστηκε επάρκεια. Καταλαβαίνω ότι όλοι “τρελαθήκαμε” με το γεγονός και θέλαμε να βοηθήσουμε με όποιον τρόπο μπορούσαμε, αλλά η αιμοδοσία πρέπει να γίνεται κάτω από ένα κεντρικό βλέμμα, μια κεντρική αρχή. Το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας είναι αυτό που θα πρέπει να πει “ξεκίνα και μάζευε αίμα” και “σταμάτα να μαζεύεις”. Και πρέπει να υπακούσουμε και στο “ξεκίνα” και στο “σταμάτα”. Γιατί αλλιώς θα δημιουργήσουμε μεγαλύτερο πρόβλημα. Ολοι αυτοί οι αιμoδότες θα μπορέσουν να δώσουν σε έναν μήνα ή θα έχουμε πάλι ελλείψεις;», επισημαίνει η Ιωάννα-Βάνα Μυρίλλα, γιατρός βιοπαθολόγος, γ.γ. του Πανελλήνιου Συλλόγου Πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΚΕΑ, στην Ελλάδα πέρυσι συγκεντρώθηκαν 523.230 μονάδες αίματος. Επιπροσθέτως 20.000 μονάδες αίματος έγιναν εισαγωγή από τον ελβετικό Ερυθρό Σταυρό. Το 65% των μονάδων που συλλέχθηκαν ήταν από τον εθελοντισμό και το 35,8% ήταν αίμα αναπλήρωσης, δηλαδή το προσέφεραν συγγενείς ασθενών που έλαβαν υπηρεσίες σε νοσοκομεία. Κατά μέσο όρο στην Ελλάδα συλλέγονται από εθελοντισμό 30 μονάδες αίματος ανά 1.000 κατοίκους. Η μεγαλύτερη προσφορά αίματος από εθελοντές παρατηρείται σε Ηπειρο και Κρήτη: πάνω από 36 μονάδες αίματος ανά 1.000 κατοίκους και περίπου το 75% του συνολικού αίματος που συλλέγουν προέρχεται από εθελοντές. Στην Αττική συλλέγονται 25 μονάδες αίματος ανά 1.000 κατοίκους. Η μικρότερη προσφορά παρατηρείται στα νησιά του Αιγαίου και τη Στερεά Ελλάδα (20 και 21 μονάδες ανά 1.000 κατοίκους αντίστοιχα). Τα νοσοκομεία Αμφισσας, «Αμαλία Φλέμινγκ», «Αγίων Αναργύρων» και «Χατζηκώστα» Ιωαννίνων έχουν τις καλύτερες επιδόσεις στη συλλογή αίματος από εθελοντές (πάνω από το 90% των μονάδων που συλλέγουν). Στον αντίποδα είναι τα «Σισμανόγλειο», ΚΑΤ και Αγρινίου (κάτω από το 40%).
Στις έκτακτες αιμοδοσίες που διοργανώθηκαν την ημέρα του δυστυχήματος στα Τέμπη, πολλοί έσπευσαν να δώσουν για πρώτη φορά αίμα. Οπως σημειώνει ο κ. Κατσίβελας, γενικά εν μέσω πανδημίας έχει παρατηρηθεί ένα «αφανές κίνημα» προσφοράς αίματος. Τα τελευταία δύο χρόνια έχουν αυξηθεί οι νέοι αιμοδότες πρώτης φοράς: από 54.368 το 2020 σε 63.501 το 2021 και σε 95.743 πέρυσι. Το θέμα είναι με ποιον τρόπο αυτό θα μεταφραστεί σε μια σταθερή προσφορά αίματος. «Εκτιμάται ότι οι ενεργοί εθελοντές αιμοδότες αυτή τη στιγμή στη χώρα μας είναι 250.000-260.000. Εάν είχαμε καταφέρει να έχουμε σταθερούς εθελοντές, που να δίνουν τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο, δεν θα χρειαζόμασταν το αίμα αναπλήρωσης», αναφέρει ο πρόεδρος του ΕΚΕΑ.
Τόσο ο ίδιος όσο και η κ. Μυρίλλα συμφωνούν στο ότι βασική παράμετρος για να μπορεί να γίνει αυτό είναι να υπάρχει κεντρική διαχείριση του αίματος. «Είναι πολύ ενθαρρυντικό που αυτές τις ημέρες κάποιοι έδωσαν για πρώτη φορά αίμα. Θα πρέπει να βρεθεί τρόπος να μπουν στη δεξαμενή των τακτικών εθελοντών αιμοδοτών. Αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς κεντρική διαχείριση του αίματος», σημειώνει η κ. Μυρίλλα. Σύμφωνα με τον κ. Κατσίβελα, στην κατεύθυνση της κεντρικής διαχείρισης του αίματος, τον προσεχή Οκτώβριο θα έχει ολοκληρωθεί η εφαρμογή του ενιαίου πληροφοριακού συστήματος, που θα συνδέει τις 92 υπηρεσίες αιμοδοσίας της χώρας με το ΕΚΕΑ και θα επιτρέπει στο κέντρο να γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει σε κάθε αιμοδοσία, πόσες μονάδες αίματος διαθέτει και χορηγεί σε πραγματικό χρόνο και βάσει των αναγκών να δίνει οδηγίες για το πρόγραμμα αιμοληψιών.
Στις αιμοδοσίες αυτή τη στιγμή ισχύει το «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου». «Ενώ έχουμε μαζέψει λόγω του δυστυχήματος τόσο πολύ αίμα, στο Παίδων “Αγία Σοφία” το περασμένο Σάββατο πολυμεταγγιζόμενο άτομο πήγε τρεις αιμοδότες για να προσφέρουν γι’ αυτόν αίμα. Στο νοσοκομείο Νίκαιας την εβδομάδα μετά το δυστύχημα πολυμεταγγιζόμενος ασθενής έλαβε μία μονάδα αίματος αντί για δύο», επισημαίνει η κ. Μυρίλλα και συνεχίζει: «Δεν μπορεί μια αιμοδοσία να δουλεύει εντατικά για να συλλέξει αίμα και παρ’ όλα αυτά επειδή έχει πολλές ανάγκες να μην μπορεί να καλύψει τους ασθενείς και την ίδια στιγμή η αιμοδοσία κοντινού νοσοκομείου να μη δουλεύει γιατί έχει επάρκεια. Θα πρέπει κεντρικά να δοθεί η οδηγία για να συνεισφέρουν όλοι για όλους. Να πει το ΕΚΕΑ, παραδείγματος χάριν, γιατί “Σισμανόγλειο” μάζεψες μόνο 158 μονάδες αίματος στο πρώτο τετράμηνο του 2022, όταν το “Αγία Σοφία”, το ίδιο διάστημα, έχει συλλέξει 4.000 μονάδες;».
Πηγή kathimerini.gr