«Δεν πιστεύεις ότι θέλουν να αποτύχουμε»; Αυτό, όπως λέει, ήταν το ερώτημα που του έθεταν συνεχώς κατά τη σύντομη, αλλά έντονη επίσκεψή του στην Αθήνα. «Η απάντησή μου ήταν», συνεχίζει, «ότι δεν υπάρχουν “αυτοί που θέλουν να αποτύχετε”, καθώς η Ελλάδα δεν έχει απέναντί της ένα συμπαγές μπλοκ από αδιάλλακτους πιστωτές, οι οποίοι θα προτιμούσαν να δουν την Ελλάδα να χρεοκοπεί και να φεύγει από το Ευρώ από το να δουν μια αριστερή κυβέρνηση να πετυχαίνει. Υπάρχει πολύ περισσότερη καλή θέληση στην άλλη πλευρά από ότι πολλοί Έλληνες νομίζουν».
Αλλά είναι κατανοητό γιατί οι Έλληνες βλέπουν έτσι τα πράγματα, τονίζει ο γνωστός οικονομολόγος. «Φεύγοντας από την Αθήνα φοβόμουνα ότι η Ελλάδα και η Ευρώπη μπορεί να υποστούν ένα φρικτό ατύχημα, μία καθόλου αναγκαία ρήξη, η οποία θα ρίχνει τη σκιά της για πολύ καιρό στο μέλλον».
Η ιστορία ως τώρα έχει ως εξής: η Ελλάδα το 2009 έφτασε στην κρίση εξ’ αιτίας δύο βασικών παραγόντων: υψηλό χρέος, και υπερβολικά κόστη και υψηλές τιμές που κατέστησαν τη χώρα μη-ανταγωνιστική. Η Ευρώπη απάντησε με δάνεια τα οποία αποκατέστησαν τη ροή ρευστότητας, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα ακολουθήσει εξαιρετικά επώδυνες πολιτικές. Αυτές περιλάμβαναν τέτοιες περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων, που αν εφαρμόζονταν στις ΗΠΑ, θα αντιστοιχούσαν σε $3 τρισ. μέσα σε μία χρονιά. Οι περικοπές τους μισθούς είναι τέτοιες που δύσκολα τις χωρά ο νους, με το μέσο μισθό να πέφτει κατά 25%.
Αυτές οι τεράστιες θυσίες υποτίθεται θα έφερναν ανάκαμψη, συνεχίζει ο Κρούγκμαν. Αντ’ αυτού, η καταστροφή στην αγοραστική δύναμη επέτεινε την οικονομική δυσπραγία, δημιουργώντας αφενός δεινά τύπου Μεγάλης Ύφεσης κι αφετέρου μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση.
«Το Σάββατο επισκέφτηκα ένα καταφύγιο αστέγων και μου διηγήθηκαν σπαρακτικές ιστορίες για το σύστημα υγείας το οποίο βρίσκεται υπό κατάρρευση: ασθενείς που τους έδιωχναν από τα νοσοκομεία επειδή δεν είχαν να πληρώσουν τα 5 ευρώ, που έφευγαν χωρίς τα απαραίτητα φάρμακα, γιατί δεν υπήρχαν πια στις κλινικές κ.α. Ήταν ένας διαρκής εφιάλτης, όμως το πολιτικό κατεστημένο της Ελλάδας, αποφασισμένο να παραμείνει στην Ευρώπη και φοβισμένο για τις συνέπειες μιας χρεωκοπίας κι εξόδου από το Ευρώ, έμεναν στο πρόγραμμα χρόνο με το χρόνο».
Τελικά, συμπληρώνει ο αρθρογράφος, το ελληνικό πολιτικό σώμα δεν μπορούσε άλλο: όταν οι δανειστές απαίτησαν ακόμη περισσότερη λιτότητα – σε κλίμακα που θα μπορούσε να σπρώξει την οικονομία 8% ακόμα πιο κάτω και να οδηγήσει την ανεργία στο 30% – οι πολίτες ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, έναν αμιγώς αριστερό συνασπισμό (σε αντίθεση με την κεντρο-αριστερά), ο οποίος ήταν ορκισμένος να αλλάξει την πορεία της χώρας.
Σε αυτό το σημείο, ο Κρούγκμαν αναρωτιέται: Μπορεί να αποφευχθεί η ελληνική έξοδος από το Ευρώ;
Και η απάντηση είναι: Ναι, μπορεί. Η ειρωνεία με την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ήρθε ακριβώς στο σημείο που θα μπορούσε λογικά να συναφθεί ένας λειτουργικός συμβιβασμός.
Το σημείο-κλειδί είναι πως μια έξοδος από το ευρώ θα ήταν εξαιρετικά ακριβή και καταστροφική για την Ελλάδα, εκθέτοντας ταυτόχρονα σε τεράστιους πολιτικούς και οικονομικούς κινδύνους την υπόλοιπη Ευρώπη. Είναι λοιπόν κάτι που πρέπει να αποφευχθεί αν υπάρχει έστω και… μισή εναλλακτική λύση. Και υπάρχει, ή θα έπρεπε να υπάρχει.
Προς το τέλος του 2014 η Ελλάδα κατόρθωσε να επιτύχει με δυσκολία ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα.Αυτό είναι και το μόνο που θα μπορούσαν λογικά να απαιτούν οι πιστωτές, αφού δε γίνεται να βγάζεις για καιρό από τη μύγα ξύγκι. Εν τω μεταξύ, όλες αυτές οι περικοπές στους μισθούς έχουν κάνει την Ελλάδα και πάλι ανταγωνιστική – ή θα την έκαναν αν μπορούσε και πάλι να αποκατασταθεί μια κάποια σταθερότητα.
Η μορφή μιας πιθανής συμφωνίας είναι συνεπώς ξεκάθαρη: Μία παύση στη συνέχιση της λιτότητας με μια ταυτόχρονη συμφωνία της Ελλάδας οτι θα πραγματοποιήσει κάποιες σημαντικές, αλλά όχι διαρκώς αυξανόμενες πληρωμές στους πιστωτές της. Μια τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να βάλει τα θεμέλια σε μια οικονομική ανάπτυξη, ίσως αργή στην αρχή, αλλά τέτοια που θα προσέφερε στο τέλος μια κάποια ελπίδα.
Όμως ακριβώς τώρα είναι που δε φαίνεται να μπορεί να υπάρξει συμφωνία. Ίσως είναι αλήθεια αυτό που λένε οι δανειστές, ότι δηλαδή με τη νέα ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί κανείς εύκολα να συνεννοηθεί. Αλλά τι περιμένετε όταν τα κόμματα που κυβερνούν δεν έχουν καμία προηγούμενη εμπειρία στην κυβέρνηση, έχοντας αναλάβει την εξουσία από ένα αναξιόπιστο κατεστημένο; Και το πιο σημαντικό: οι πιστωτές ζητούν πράγματα – μεγάλες περικοπές στις συντάξεις και στις θέσεις του δημοσίου τομέα – με τα οποία η νεοεκλεγείσα αριστερή κυβέρνηση απλώς δεν μπορεί να συμφωνήσει, σε αντίθεση με μεταρρυθμίσεις για ένα καλύτερο φορολογικό σύστημα, που μπορεί.
Και οι Έλληνες, σημειώνει ο αρθρογράφος, είναι μάλλον υπερβολικά πρόθυμοι να ερμηνεύσουν τις απαιτήσεις των δανειστών ως μια προσπάθεια είτε να πέσει η κυβέρνησή τους, είτε η χώρα να γίνει παράδειγμα για το τι θα γίνει αν άλλες χρεωμένες χώρες σταματήσουν τη σκληρή λιτότητα.
Το κερασάκι στην τούρτα είναι ότι η πολιτική αβεβαιότητα έχει αρνητικό αντίκτυπο στα φορολογικά έσοδα, εξανεμίζοντας πιθανότατα κι αυτό το μικρό πρωτογενές πλεόνασμα που αποκτήθηκε με τόσο κόπο. Λογικό θα ήταν ασφαλώς να δείξει κανείς υπομονή σε αυτό το μέτωπο: αν επιτευχθεί συμφωνία, η αβεβαιότητα θα τελειώσει και τα έσοδα θα αυξηθούν και πάλι. Αλλά με αυτήν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα δυσπιστίας, η υπομονή είναι μάλλον δυσεύρετο αγαθό.
Δε χρειάζεται τα πράγματα να είναι έτσι, λέει ο Κρούγκμαν. Είναι αλήθεια ότι προκειμένου να αποφευχθεί μια ολοκληρωτική κρίση θα απαιτηθεί να δοθούν σημαντικά ποσά από πλευράς των δανειστών, αν και αυτά τα ποσά θα ανακυκλωθούν αμέσως μέσω αποπληρωμών των χρεών. Ωστόσο, σκεφτείτε την εναλλακτική.
Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Ευρώπη είναι η έλλειψη ψυχραιμίας να προκαλέσει άλλη μια καταστροφή, κι αυτή τη φορά χωρίς απολύτως κανένα όφελος.
euro2day.gr