ΣΤΟΚΧΟΛΜΗ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Ηταν μια στιγμή ιερή. Εκανε τα μάτια μας να βουρκώσουν και συνοδεύτηκε από ένα θερμότατο χειροκρότημα, υπό το βλέμμα της ζωγραφισμένης φιγούρας του Αλφρεντ Νομπέλ, που μας «κοίταζε» από έναν πίνακα στον τοίχο. Την Πέμπτη 19 Μαΐου το μεσημέρι, στη Στοκχόλμη, το ίδρυμα που φέρει το όνομα του Σουηδού ευεργέτη, γνωστό παγκοσμίως για τα βραβεία του, επέστρεψε στην Ελλάδα ένα μυκηναϊκό δαχτυλίδι του 1200 π.Χ. Το αρχαίο αντικείμενο παρέλαβαν εκ μέρους του υπουργείου Πολιτισμού η Ελενα Βλαχογιάννη από το Τμήμα Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών καθώς και η έφορος Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου Μάνια Μιχαηλίδου. Τους το παρέδωσε ο νέος εκτελεστικός διευθυντής του ιδρύματος, Βίνταρ Χέλγκεσεν, Νορβηγός πολιτικός που έχει χρηματίσει πολλές φορές υπουργός στην πατρίδα του και ανέλαβε να δώσει νέα πνοή στον διεθνή θεσμό. Το «παρών» έδωσαν ο πρέσβης της Ελλάδας στη Στοκχόλμη Ανδρέας Φρυγανάς και η δραστήρια διπλωμάτης για τα πολιτιστικά θέματα της πρεσβείας Δέσποινα Πούλου, καθώς και η Αν Φολίν, επικεφαλής του Μεσογειακού Μουσείου της πόλης, όπου εκτίθετο για δεκαετίες το πολύτιμο εύρημα.
Πώς όμως ένα δαχτυλίδι των Μυκηναίων βρέθηκε στη Σουηδία και μάλιστα στην κατοχή του Ιδρύματος Νομπέλ; Θα μπορούσε να είναι μυθιστόρημα εμπνευσμένο από μια πραγματική, συναρπαστική, ιστορία. Το 1927, στα ιταλοκρατούμενα τότε Δωδεκάνησα, η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή των Αθηνών κάνει μια ανασκαφή στην Ιαλυσό της Ρόδου. Εκεί, σε έναν ασύλητο μυκηναϊκό τάφο, εντοπίζονται από τον αρχαιολόγο Τζούλιο Τζάκοπι χρυσά κτερίσματα, ανάμεσα στα οποία και ένα δαχτυλίδι που έχει ως απεικόνιση δύο σφίγγες και χρονολογείται από τον 12ο αιώνα π.Χ. Το αντικείμενο ευτυχώς καταλογογραφείται στη λίστα ευρεθέντων με αριθμό 12612. Επίσης, δημοσιεύεται κάποια χρόνια αργότερα στην επιστημονική έκδοση της Σχολής, με άρθρο του ανασκαφέα, φωτογραφία και σκίτσο της αναπαράστασης.
Βρέθηκε το 1927 στα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα, σε ανασκαφή της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών στην Ιαλυσό της Ρόδου.
Το 1940 το δαχτυλίδι μαζί με άλλες πολύτιμες αρχαιότητες ταξιδεύει έως τη Ρώμη για να παρουσιαστεί σε μια έκθεση με αρχαιότητες «από τις ιταλικές αποικίες» που ήθελε ο Μουσολίνι, όμως δεν γυρίζει ποτέ στη Ρόδο ούτε αυτό ούτε άλλα αντικείμενα της έκθεσης. Φαίνεται ότι τα άρπαξαν οι ναζί και το φυγάδευσαν μέσω της πρεσβείας τους στην ιταλική πρωτεύουσα. Εκτοτε τα ίχνη του δαχτυλιδιού χάνονται εντελώς.
Τριάντα πέντε έτη αργότερα, το 1975, ένας Σουηδός αρχαιολόγος που έχει εργαστεί στη Σουηδική Αρχαιολογική Σχολή της Αθήνας και είναι άριστος γνώστης του επιστημονικού πεδίου του, ο Καρλ Γκουστάβ Στιρένιους, στέλνει μια επιστολή στον αρχαιολόγο φίλο του Χρίστο Ντούμα, τον ενημερώνει για ένα δαχτυλίδι που εκτίθεται στη Στοκχόλμη και είναι πανομοιότυπο με αυτό της Ρόδου. Η υπόθεσή του ήταν πως είτε επρόκειτο για πιστό αντίγραφο είτε για το αυθεντικό αντικείμενο που εκλάπη από την Ελλάδα. Τον ενημερώνει επίσης πως περιήλθε στην κατοχή του Ιδρύματος Νομπέλ ύστερα από δωρεά του Ούγγρου νομπελίστα Γκέοργκ φον Μπέκεσι. Ο επιστήμονας το είχε αγοράσει κάπου στην Αμερική (προφανώς στη «μαύρη» αγορά) και το δώρισε μαζί με την υπόλοιπη συλλογή αρχαιοτήτων.
Οι δύο αρχαιολόγοι αλληλογραφούν αλλά η υπόθεση δεν προχωρεί. Η αλληλογραφία τους όμως αποτέλεσε τη βάση για νέο αίτημα από το Τμήμα Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του ΥΠΠΟ. Το υπουργείο έστειλε μάλιστα και δύο αρχαιολόγους που ταύτισαν το δαχτυλίδι με το εύρημα της Ρόδου. Σπουδαίο ρόλο έπαιξε η πρεσβεία μας αλλά και μια ευσυνείδητη υπάλληλος του Τμήματος Αποκτημάτων του Μεσογειακού Μουσείου, η Μαρία Ντάλστρομ, που έθεσε τις βάσεις για την ομαλή διαδικασία του επαναπατρισμού. Υπήρχαν άλλωστε αδιάσειστα στοιχεία. Ετσι, το Μεσογειακό Μουσείο αλλά και το Ιδρυμα Νομπέλ αποφάσισαν να το επιστρέψουν στην Ελλάδα. Την απόφαση χαιρέτισε η Λίνα Μενδώνη με δήλωσή της, ενώ φαίνεται ότι το δαχτυλίδι θα επιστρέψει στην πατρίδα του, τη Ρόδο, μετά 80 χρόνια απουσίας. Είναι η πρώτη φορά που το Ιδρυμα Νομπέλ συναινεί στο να αποχωριστεί ένα από τα πολύτιμα αντικείμενα της συλλογής του και το πράττει με χαρά, όπως είπε στην «Κ» ο κ. Χέλγκεσεν, διότι αυτό είναι το ηθικά σωστό, ιδιαίτερα από ένα ίδρυμα του οποίου το πνεύμα είναι να επιβραβεύει τα δημιουργήματα στα γράμματα και στις επιστήμες που προχωρούν μπροστά την ανθρωπότητα.
Πηγή kathimerini.gr
Μαργαρίτα Πουρνάρα