Στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου 2018 επιβεβαιώθηκε η ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης του τρίτου μνημονίου και ανακοινώθηκε επισήμως ότι η Χώρα μας περνά στη μεταμνημονιακή περίοδο, που όμως, επίσης, θα «εποπτεύεται» από την ΕΕ, το ΔΝΤ, τον ESM και την ECB/ΕΚΤ έως και το 2022. Επιπλέον, προβλέπονται τριμηνιαίες επιθεωρήσεις για τους δημοσιονομικούς στόχους, εποπτεία για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων και δεσμεύσεις επίτευξης θετικών ρυθμών ανάπτυξης, υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων και μείωσης της ανεργίας.
Το κείμενο συμμόρφωσης (EU compliance report) που επιβεβαίωσε την υλοποίηση όλων των προαπαιτουμένων, ενσωματώνει προβλέψεις για ανάπτυξη 1,9% του ΑΕΠ το 2018, αύξηση 2,3% το 2019 και το 2020, μείωση του ρυθμού 2,1% το 2021 και 1,8% το 2022. Οι προβλέψεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι 3,5% το 2018, 3,8% το 2019 και 2020, 4,1% το 2021 και 4,3% το 2022, ενώ για την περίοδο 2023 – 2060 η Ελλάδα θα πρέπει να παράγει ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα 2,2% του ΑΕΠ της. Τέλος, για την ανεργία προβλέπεται μείωση στο 20,1% το 2018, 18,4% το 2019, 17,0% το 2020, 15,8% το 2021 και 14,9% το 2022.
Στο κρίσιμο Eurogroup οριστικοποιήθηκαν οι λεπτομέρειες της αυξημένης εποπτείας και της τεχνικής βοήθειας (Cooperation and Support Plan) από την ΕΕ που θα έχει άλλωστε τον κεντρικό ρόλο, με το ΔΝΤ να ακολουθεί μία στάση «μεταμνημονιακής παρακολούθησης». Ορίστηκε η τελευταία δόση των 15 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 3,3 δισ. ευρώ θα χρησιμοποιηθούν για την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ και η οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως δημοσιονομικό μαξιλάρι ρευστότητας περίπου 24,1 δισ. ευρώ που θα καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του δημοσίου για 22 μήνες μετά το τέλος του προγράμματος για την ασφαλή έξοδό μας στις αγορές, με την εν γένει συμφωνία για το χρέος να μην μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε άμεσα εφαρμόσιμη, ούτε δίκαιη. Οι προτάσεις που αφορούν στη ρύθμιση του δημόσιου χρέους σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο χρόνο και τα επίμαχα σημεία αναφορικά με τον τύπο, το μέγεθος και τους όρους της ελάφρυνσης, προσδιορίζοντας στην ουσία την επέκταση των ωριμάνσεων, τη διάθεση των κερδών των Κεντρικών Τραπεζών, την επαναγορά χρέους και τέλος τη διασύνδεση του μηχανισμού αποπληρωμής του χρέους με την οικονομική ανάπτυξη, δεν ξεκαθαρίστηκαν πλήρως στη μεγάλη διαπραγμάτευση που έλαβε χώρα.
Η επιτυχής ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης, η συμφωνία για το μηχανισμό μεταμνημονιακής εποπτείας και τα όποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους σίγουρα στέλνουν θετικά μηνύματα για τη χώρα μας σε όλο τον κόσμο και κυρίως στις Αγορές. Όμως, όλα τα παραπάνω για να επιτευχθούν, απαιτείται συνέπεια και αξιοπιστία από τους εποπτευόμενους και τους εποπτεύοντες. Μόνο τότε, οι θετικές προβλέψεις για τη μεταμνημονιακή περίοδο θα θεωρηθούν μία νέα αρχή και θα μπορέσουν επιτέλους να γίνουν αισθητές στην πραγματική οικονομία και την ελληνική κοινωνία.