Δύο αιτήματα για τα ενοικιαζόμενα δωμάτια κατέθεσε στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών η Συνομοσπονδία Επιχειρήσεων Τουριστικών Καταλυμάτων Ελλάδος (ΣΕΤΚΕ). Ειδικότερα ζητεί:
1. Την επέκταση της προθεσμίας δήλωσης του φόρου διαμονής στους 2 μήνες με ύψος προστίμου ίσο με το ποσό του εκπρόθεσμου φόρου
2. Να καταργηθεί η υποχρέωση καταβολής ποσού για τη μίσθωση τερματικών POS, όπως και η επιβολή κράτησης ποσοστού επί των συναλλαγών που γίνονται μέσω αυτών και τα ποσά των συναλλαγών να κατατίθενται άμεσα στους λογαριασμούς των επιχειρηματιών με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Αναλυτικά η επιστολή της ΣΕΤΚΕ:
Προς: 1. κ. Χρήστο Σταϊκούρα, Υπουργό Οικονομικών
2. κ. Απόστολο Βεσυρόπουλο, Υφυπουργό Οικονομικών
Κοιν.: κ. Βασίλη Κικίλια, Υπουργό Τουρισμού
Αξιότιμοι κ. Υπουργοί,
Με την παρούσα επιστολή, επιθυμούμε να σας παραθέσουμε τους προβληματισμούς και τις θέσεις του φορέα μας όσον αφορά τον φόρο διαμονής καθώς και τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσω τερματικών POS, διαδικασίες για τις οποίες οι επιχειρηματίες του κλάδου μας είναι υπόχρεοι από το 2016 όπου και νομοθετήθηκαν.
Φόρος διαμονής
Με το άρθρο 53 του ν. 4389/2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 72 του ν. 4472/2017, έχει θεσμοθετηθεί ο φόρος διαμονής, ο οποίος δυστυχώς επιβαρύνει τους επιχειρηματίες του κλάδου μας με περαιτέρω γραφειοκρατικές διαδικασίες, στις οποίες δεν μπορούν να ανταποκριθούν, διότι ως μικρές επιχειρήσεις δεν διαθέτουν ούτε τμήμα λογιστηρίου ούτε υπαλλήλους όπως οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες. Στις επιχειρήσεις μας ο ιδιοκτήτης – επιχειρηματίας είναι υπεύθυνος για όλη την λειτουργία του καταλύματος π.χ. κρατήσεις, υποδοχή, προμήθειες, συντηρήσεις, κ.α..
Με τη διαδικασία απόδοσης του φόρου διαμονής ο κάθε επιχειρηματίας καλείται να εκτελεί και χρέη εισπράκτορα για το Ελληνικό Δημόσιο, με μόνη ανταμοιβή σε περίπτωση εκπρόθεσμης δήλωσης του φόρου, την επιβολή ενός υπέρογκου για τα δεδομένα της επιχείρησης του προστίμου.
Για παράδειγμα σε επιχειρηματία τουριστικού καταλύματος επεβλήθη πρόστιμο 300 € για εκπρόθεσμη λίγων ημερών δήλωση φόρου διαμονής ύψους μόνο 7,50 €, ποσό το οποίο οι περισσότεροι επιχειρηματίες λόγω ότι είναι χαμηλό, επιλέγουν να μην το παρακρατήσουν από τον επισκέπτη τους και να το χρεωθούν οι ίδιοι.
Σε αυτή την περίπτωση κατά την άποψη μας, το πρόστιμο πρέπει να είναι ίσο με το ποσό του φόρου διαμονής.
Ως εκ τούτου, πρόκειται για ένα φόρο που επιβαρύνει οικονομικά τον επισκέπτη και λειτουργικά τον επιχειρηματία τουριστικού καταλύματος, εν ολίγοις προέρχεται από τον κλάδο του τουρισμού, γι’ αυτό θα έπρεπε να έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Συγκεκριμένα ο φόρος διαμονής θα έπρεπε να αποτελεί έσοδο για την τοπική αυτοδιοίκηση α΄ βαθμού, η οποία θα υλοποιεί αποκλειστικά έργα ανάπλασης και εκσυγχρονισμού των περιοχών και υποδομών που υποδέχονται τουρίστες, έτσι ώστε να έχει θετικό αντίκτυπο στο τουριστικό προϊόν της χώρας.
Συνοψίζοντας, αίτημα του φορέα μας είναι η επέκταση της προθεσμίας δήλωσης του φόρου διαμονής στους 2 μήνες με ύψος προστίμου ίσο με το ποσό του εκπρόθεσμου φόρου καθώς και η απόδοση του στην τοπική αυτοδιοίκηση α΄ βαθμού για την προώθηση της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης, την προστασία των φυσικών πόρων και για κάθε άλλη ενέργεια προς όφελος του τουρισμού που αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή εσόδων της χώρας μας.
Συναλλαγές μέσω τερματικών POS
Σύμφωνα με το άρθρο 65 του νόμου 4446/2016 και την ΥΑ 45231 (ΦΕΚ Β΄ 1445/ 27.4.2017) (Ρύθμιση Υποχρέωσης Αποδοχής Πληρωμών με Κάρτα, σύμφωνα με το άρθρο 65 ν.4446/2016) οι επιχειρήσεις του κλάδου μας υποχρεούνται να αποδέχονται συναλλαγές μέσω καρτών και να διαθέτουν τερματικό POS.
Η υποχρέωση αυτή αποτελεί μια ακόμη οικονομική επιβάρυνση για τους επιχειρηματίες καθότι καλούνται να καταβάλλουν στις τράπεζες ετησίως το ποσό της τάξεως των 300,00 € – 350,00 € που αντιστοιχεί στη μίσθωση τερματικών POS και ποσοστό προμήθειας της τάξεως του 1,30 € επί των συναλλαγών τους.
Πέραν των ανωτέρω, το τελευταίο διάστημα έχουμε πληροφορηθεί από μέλη μας ότι, ποσά συναλλαγών που διενεργούνται μέσω χρήσης τερματικών POS και συγκεκριμένα μέσω του συστήματος διαχείρισης συναλλαγών της ιδιωτικής εταιρίας “cardlink” δεν καταβάλλονται στους λογαριασμούς των δικαιούχων.
Το γεγονός αυτό όπως είναι αντιληπτό δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στους επιχειρηματίες του κλάδου μας, οι οποίοι διατηρούν μικρές επιχειρήσεις, είναι αυτοαπασχολούμενοι και δεν δύνανται -εκ των πραγμάτων- εν μέσω τουριστικής περιόδου να ελέγχουν καθημερινά την εικόνα των οικονομικών της επιχείρησης τους.
Η πολιτεία θέσπισε τη συγκεκριμένη ρύθμιση για να ελέγξει τη φοροδιαφυγή αλλά έπρεπε να εξασφαλίσει τη δωρεάν χορήγηση των τερματικών POS και χωρίς την επιβολή κράτησης ποσοστού επί των συναλλαγών που γίνονται από οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία, αφού στην ουσία πρόκειται για διευκόλυνση του κρατικού μηχανισμού.
Επίσης, σε περιπτώσεις μη καταβολής των ποσών στους δικαιούχους για οποιοδήποτε λόγο, έπρεπε να έχει προβλεφθεί μια δικλείδα ασφαλείας έτσι ώστε η καταβολή τους να γίνεται από το Ελληνικό Δημόσιο και να μην χρειάζεται οι επιχειρηματίες να αναζητούν τα δεδουλευμένα τους από την κάθε ιδιωτική εταιρεία.
Κατόπιν των ανωτέρω, ζητάμε να καταργηθεί η υποχρέωση καταβολής ποσού για τη μίσθωση τερματικών POS, όπως και η επιβολή κράτησης ποσοστού επί των συναλλαγών που γίνονται μέσω αυτών και τα ποσά των συναλλαγών να κατατίθενται άμεσα στους λογαριασμούς των επιχειρηματιών με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Ευελπιστούμε σε άμεση επίλυση του υφιστάμενου προβλήματος, σε διαφορετική περίπτωση θα αναγκαστούμε για τη διασφάλιση παντός νομίμου δικαιώματός μας να προσφύγουμε στη δικαιοσύνη.