Στα ταμεία του Δημοσίου μπήκαν τα πρώτα έσοδα από την έκτακτη εισφορά των «υπερκερδών» των διυλιστηρίων για τη χρήση του 2022, ενώ αντίθετα η είσπραξη των υπερκερδών των προμηθευτών ρεύματος δείχνει να έχει… χαθεί στη μετάφραση.
Τα δύο διυλιστήρια της χώρας, HELLENiQ ENERGY και Motor Oil, όπως επιβεβαιώνουν αρμοδίως στην «Κ», κατέβαλαν μέσα στον Ιούλιο την πρώτη δόση της έκτακτης εισφοράς που τους επιβλήθηκε για τα κέρδη του 2022 και θα ολοκληρώσουν τη φορολογική τους υποχρέωση σε 8 μηνιαίες δόσεις, όπως προβλέπει η σχετική νομοθετική ρύθμιση.
Η φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών διύλισης επιβλήθηκε σε ευρωπαϊκό επίπεδο πέρυσι από την Κομισιόν σε ποσοστό κατ’ ελάχιστον 33% στα κέρδη του 2022, που υπερβαίνουν το 20% του μέσου όρου των φορολογητέων κερδών της τετραετίας 2018-2021, συντελεστή που υιοθέτησε και η Ελλάδα. Το συνολικό ποσό προς είσπραξη από τα δύο διυλιστήρια της χώρας υπολογίζεται σε περίπου 650 εκατ. ευρώ.
Η φορολόγηση τυχόν υπερκερδών στην αγορά λιανικής είχε εξαγγελθεί αιφνιδιαστικά μάλιστα από τον πρώην υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, τον περασμένο Σεπτέμβριο. Ηταν ο δεύτερος μήνας εφαρμογής του νέου μοντέλου τιμολόγησης που αντικατέστησε τη ρήτρα αναπροσαρμογής και είχε αναδειχθεί με κραυγαλέο τρόπο η αποτυχία του, αφού αντί να οδηγήσει σε συγκράτηση των τιμών ρεύματος, που ήταν και το βασικό ζητούμενο, τις εκτόξευσε στα ύψη.
Οι προμηθευτές πέρασαν στην τιμή της κιλοβατώρας και το αυξημένο ρίσκο, εν μέσω αβεβαιότητας της αγοράς, της πρόβλεψης της τιμής, αφού με τον νέο μηχανισμό υποχρεώθηκαν να δημοσιοποιούν τα τιμολόγια ανά μήνα δέκα ημέρες πριν από την εφαρμογή τους (στις 20 του εκάστοτε προηγούμενου μήνα). Τον Σεπτέμβριο, για παράδειγμα, το τιμολόγιο της ΔΕΗ διαμορφώθηκε στα 788 ευρώ/MWh, δηλαδή κατά 269,5 ευρώ/MWh υψηλότερα από την τιμή που θα προέκυπτε με τη ρήτρα αναπροσαρμογής, αφού η οριακή τιμή συστήματος διαμορφώθηκε τον ίδιο μήνα στα 447 ευρώ/MWh και το συνολικό χονδρεμπορικό κόστος στα 518,5 ευρώ/MWh περίπου.
Τη σημαντική επιβάρυνση των τιμολογίων με τον νέο μηχανισμό σε σχέση με τη ρήτρα αναπροσαρμογής επιβεβαίωσε επισήμως ένα μήνα αργότερα η ΡΑΕ με επιστολή της προς την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ.
Σύμφωνα, δε, με τα στοιχεία που επεξεργάστηκε η «Κ», τα οποία βασίζονται στις τιμές που ανακοινώνουν ο ΑΔΜΗΕ και το Χρηματιστήριο Ενέργειας και παίρνοντας ως δείκτη το τιμολόγιο της ΔΕΗ έως και τις πρώτες 500 κιλοβατώρες, από τον περασμένο Σεπτέμβριο μέχρι και τον Αύγουστο φέτος οι τιμές λιανικής ήταν μεσοσταθμικά υψηλότερες κατά 61% σε σχέση με τις τιμές που θα διαμορφώνονταν το ίδιο διάστημα αν η ρήτρα αναπροσαρμογής ήταν σε ισχύ. Οι πάροχοι εισέπραξαν για κάθε μεγαβατώρα 89,31 ευρώ περισσότερα και συνολικά στο διάστημα Σεπτέμβριος 2022 – Αύγουστος 2023 περί τα 2,68 δισ. ευρώ.
Αυτό το ποσό δεν επιβάρυνε τους καταναλωτές, αφού καλύφθηκε από επιδοτήσεις, οι οποίες στο σύνολό τους ξεπέρασαν τα 8 δισ. ευρώ. Το ένα τρίτο δηλαδή των επιδοτήσεων χρηματοδότησε το ρίσκο των προμηθευτών ρεύματος που δεν θα υπήρχε με τη ρήτρα αναπροσαρμογής ή αλλιώς το νέο μοντέλο τιμολόγησης έφερε στους παρόχους επιπλέον έσοδα 2,68 δισ. ευρώ. Από την πλευρά των παρόχων διατυπώνεται και η άποψη ότι αυτό το μοντέλο τιμολόγησης κατέληξε να επιδοτεί και τους traders με τους οποίους συναλλάσσονταν για να περιορίσουν το ρίσκο της πρόβλεψης.
Ενα χρόνο μετά την εξαγγελία φορολόγησης των παρόχων ρεύματος, πάντως, στα ταμεία του Δημοσίου δεν έχει μπει ούτε ένα ευρώ και δεν φαίνεται να μπαίνει για πολλούς μήνες ακόμη. Η αρχική εξαγγελία, όπως νομοθετήθηκε, στη συνέχεια προέβλεπε φορολόγηση υπερκερδών ανά τρίμηνο, με πρώτο το διάστημα Αύγουστος – Οκτώβριος 2022 και είσπραξή τους τον Νοέμβριο. Hρθε ο Ιανουάριος και ο υπουργός Κώστας Σκρέκας προχώρησε με νέα νομοθετική ρύθμιση σε επιμήκυνση του διαστήματος Αύγουστος 2022 – Ιανουάριος 2023 και στη συνέχεια το περιόρισε στο πεντάμηνο Αύγουστος – Δεκέμβριος 2022.
Ωστόσο δεν προχώρησε ποτέ στην απαιτούμενη ΚΥΑ για την είσπραξη των υπερκερδών, μεταθέτοντας την άσκηση για τον επόμενο υπουργό. Η νέα πολιτική ηγεσία του κ. Σκυλακάκη φέρεται να προχωρεί σε νέα επιμήκυνση της περιόδου έως και τον Ιούνιο του 2023. Αυτό προκύπτει από τις επιστολές που έστειλε μέσα στον Αύγουστο η ΡΑΑΕΥ στους προμηθευτές προκειμένου να της αποστείλουν στοιχεία για τα έσοδά τους για το διάστημα Αύγουστος 2022 – Ιούνιος 2023, με τις πληροφορίες να φέρουν την κυβέρνηση να βρίσκει διέξοδο μέσω της νέας επιμήκυνσης σε πιθανή κριτική περί καθυστέρησης που μπορεί να της ασκηθεί στο πλαίσιο της ΔΕΘ, αφού θα έχει παρέλθει ένας χρόνος από την εξαγγελία της.
Με βάση έναν πρώτο υπολογισμό που είχε κάνει η ΡΑΑΕΥ, τα υπερέσοδα για το τελευταίο πεντάμηνο του 2022 ανέρχονταν σε περίπου 300 εκατ. ευρώ.
Πηγή kathimerini.gr