Έκπληξη και δέος: Αυτά τα συναισθήματα αναβιώνουν στο Βερολίνο όταν η συζήτηση πηγαίνει στην Ελλάδα. Έκπληξη, λόγω των καταιγιστικών εξελίξεων στην ελληνική πολιτική ζωή ύστερα από την απόφαση της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά να επισπεύσει την εκλογή του προέδρου της δημοκρατίας. Και δέος, λόγω της πιθανής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση νέων εκλογών. «Η ελληνική κυβέρνηση μας είχε ενημερώσει έγκαιρα για τα σχέδιά της, δεν περιμέναμε όμως τόσο μεγάλες αναταράξεις» λέει υψηλός αξιωματούχος των Χριστιανοδημοκρατών που θέλει να μείνει ανώνυμος.
Η Ελλάδα, κατά τον ίδιο, έχει πάψει να είναι η χώρα, που συνιστά το μεγαλύτερο κίνδυνο για το ευρώ (στη θέση της έχουν μπει η Ιταλία και η Γαλλία), παραμένει όμως η πιο ευάλωτη. «Ένα φύσημα των αγορών φτάνει, για να της προκαλέσει πάλι τρικυμίες» λέει.
Στο Βερολίνο, οι αναλυτές εντοπίζουν τρία προβλήματα σχετικά με την Ελλάδα:
Το πρώτο, όπως το διατύπωσε σε γράμμα που απέστειλε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στον πρόεδρο της γερμανικής Βουλής Νόρμπερτ Λάμερτ για να αιτιολογήσει την παροχή προληπτικής πιστωτικής γραμμής στην Ελλάδα, σχετίζεται με τον χρηματοπιστωτικό τομέα: Χωρίς την πιστωτική γραμμή, γράφει, «και ενόψει των ρίσκων στις ελληνικές τράπεζες και των ανασφαλειών στις χρηματιστικές αγορές, θα προέκυπτε ο κίνδυνος μετάδοσης της κρίσης (από την Ελλάδα) στη συνολική ευρωζώνη».
Το δεύτερο πρόβλημα είναι πολιτικό: Το Βερολίνο αναγνωρίζει μεν τις προσπάθειες της Αθήνας για την εφαρμογή του μνημονίου, δεν παύει όμως να της καταλογίζει σοβαρές καθυστερήσεις και παλινωδίες, και να πιέζει για την εξάλειψή τους. Οι «παρασπονδίες» έχουν και «τιμωρητικές» συνέπειες, σαν αυτές που διατυπώνει ο υπεύθυνος των Χριστιανοδημοκρατών σε θέματα προύπολογισμού Νόρμπερτ Μπάρτλε. «Μόνο αν ολοκληρωθεί επιτυχώς το τρέχον πρόγραμμα, θα δοθεί η προληπτική γραμμή».
Και μόνο το τρίτο πρόβλημα σχετίζεται άμεσα με τον ΣΥΡΙΖΑ – το όνομα του οποίου επενεργεί σαν κόκκινο πανί στους περισσότερους γερμανούς πολιτικούς. «Δεν τον θέλουμε με τίποτα» λέει ο σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Έντβαλντ Σούρερ. «Εμείς επιμένουμε, παρά τα χάλια του, στο Πασοκ».
Όμως αποστροφή δεν σημαίνει απάρνηση. «Αν ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίσει κυβέρνηση, η γερμανική κυβέρνηση θα διαπραγματευθεί μαζί του» λέει ο κ.Σούρερ. Για grexit (σ.σ.:έξωση της Ελλάδας από το ευρώ), προσθέτει, δεν κάνει κανείς σήμερα λόγο στο Βερολίνο. «Τέτοιο σενάριο διακινούταν πριν από δυο-τρία χρόνια ανάμεσα σε κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες» λέει. «Από τότε όμως έχει μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Εξάλλου, η Σοσιαλδημοκρατία δεν θα επιτρέψει ποτέ τέτοια έξωση. Αυτό ισχύει και για τη νέα Επιτροπή στις Βρυξέλλες, που στηρίζεται πολύ στους Σοσιαλδημοκράτες. Το ίδιο και για πολλούς Γερμανούς, για τους οποίους η Ελλάδα παραμένει το ιερό τέρας της Ευρώπης».
Η διαπραγμάτευση θα είναι βέβαια άνιση – εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ. «Την ίδια μέρα που θα ορκιστεί πρωθυπουργός, ο Τσίπρας θα αναγκαστεί να πάρει πίσω όλες τις καταγγελίες του κατά του μνημονίου» λέει. Κι αυτό για έναν απλό λόγο: Οι δανειστές έχουν τα πάντα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τίποτα. Αυτό δεν αποκλείει κάποιον συμβιβασμό. «Αυτός μπορεί όμως να επιτευχθεί μόνο στο πλαίσιο των σημερινών συμφωνιών, και θα περιλαμβάνει ίσως κάτι παραπάνω από την ήδη συμφωνηθείσα επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των χρεών και την μείωση των επιτοκίων, χωρίς αυτό να αλλάζει την ουσία του μνημονίου».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο βουλευτής των Πράσινων Μάνουελ Σαρατσίν: «Δεν ξέρω κανένα σοβαρό πολιτικό στη Γερμανία που να θέλει την έξωση» λέει. «Οι διαπραγματεύσεις αποτελούν μονόδρομο, θα γίνουν όμως αποκλειστικά στο πλαίσιο που επιβάλει το Βερολίνο».
Πιο διαφοροποιημένη είναι η άποψη του υψηλού αξιωματούχου: «Στους Χριστιανοδημοκράτες υπάρχουν ομάδες επιχειρηματιών, από εκείνους που δεν κάνουν εξαγωγές, που θέλουν την έξωση» λέει. «Οι εχέφρονες κρατάνε όμως το πάνω χέρι – τουλάχιστον όσο μπορούν να πουλάνε με επιτυχία στους ψηφοφόρους την μη-έξωση».
Στους τελευταίους έχει προστεθεί τελευταία και ο κ.Σόιμπλε. «Από γεράκι έχει γίνει αρνάκι» διαβεβαιώνει ο κ.Σούρερ. «Αυτή την εντύπωση μου έδωσε στην πρόσφατη συνεδρίαση της επιτροπής προϋπολογισμού της Βουλής, στην οποία συζητήθηκε το θέμα της πιστωτικής γραμμής. Ξέρω ότι έχει αρχίσει να βλέπει με πιο κριτικό τρόπο το μνημόνιο και τις συνέπειές του. Μόνο που δεν μπορεί να το πει ακόμα στη δημοσιότητα».
Το ΒΗΜΑ