Ως «καταστροφική» για την Ρόδο και την Κάρπαθο, χαρακτήρισε την απόφαση της κυβέρνησης να εξαιρεθούν από την επίμαχη τροπολογία, ο πρώην πρόεδρος του ΟΕΕ Τμήμα Δωδεκανήσου κ. Μιχάλης Μιχαήλ.
Επικαλούμενος τόσο την συνεχιζόμενη κατάσταση στην οικονομία της Ρόδου αλλά και την πρόσφατη μελέτη την οποία εκπόνησε το ΟΕΕ για λογαριασμό της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου με βάση τα οικονομικά δεδομένα της περιοχής, ο κ. Μιχαήλ τόνισε: «Όλες οι προσφυγικές ροές επιβαρύνουν τα νησιά, ενώ η Ρόδος δέχτηκε επίσης έναν μεγάλο όγκο προσφύγων και μεταναστών όλο αυτό το διάστημα που ξέσπασε το ζήτημα. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν όλον αυτό τον καιρό οι ιθύνοντες του υπουργείου Οικονομικών και της κυβέρνησης, είναι οι συνέπειες και τα προβλήματα που υπάρχουν από τη νησιωτικότητα. Και όλα αυτά τα μέτρα, δυσχεραίνουν την διαβίωση των νησιωτών στις παραμεθόριες περιοχές. Εμείς εισπράττουμε αυτά τα προβλήματα όλα αυτά τα χρόνια που ζούμε εδώ και το καταλαβαίνουμε ως κάτοικοι των νησιών, διότι το να ζεις, να δημιουργείς και να παράγεις στην παραμεθόριο είναι πολύ δύσκολο».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την μελέτη που συντάχθηκε και παραδόθηκε στον περιφερειάρχη κ. Γιώργο Χατζημάρκο, ο κ. Μιχαήλ είπε: «Αυτή η μελέτη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν εργαλείο αλλά και σαν επιχείρημα στο αίτημά μας απέναντι στο φορολογικό καθεστώς των νησιών. Αποτυπώνει όλες τις συνέπειες που επιφέρει η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στην Ρόδο και στα άλλα νησιά. Ούτως ή άλλως, αποδείχθηκε πλέον εμπράκτως ότι η κατάργηση του ειδικού φορολογικού καθεστώτος δεν απέφερε τα αναμενόμενα έσοδα στον κρατικό κορβανά. Βλέπουμε ότι η προσδοκία του υπουργείου Οικονομικών για έσοδα 480 εκ. ευρώ από την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, καταρρίφθηκε καθώς τα έσοδα ήταν πενιχρά. Στην πράξη είδαμε, ότι ενέτεινε την κρίση και δημιούργησε περισσότερη αναστάτωση στην τοπική κοινωνία και αγορά, αν και προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι ήταν πηγή εσόδων».
Η Ρόδος ωστόσο, πληρώνει πιο βαρύ τίμημα. Επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο καθώς αποτελεί το σημείο αναφοράς της τουριστικής δραστηριότητας και με τον μεγάλο ανταγωνισμό που υπάρχει, δεν αφήνει περιθώριο στην τοπική επιχειρηματικότητα να ‘ανασάνει’:
«Τόσο οι επιχειρήσεις (συμπεριλαμβάνομένων και των τουριστικών) όσο και οι πολίτες, ασφυκτιούν οικονομικά, αφού χρόνο με τον χρόνο, οι φορολογικές επιβαρύνσεις αυξάνονται οπότε είναι πάρα πολύ δύσκολο να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους σε όλα τα επίπεδα. Με το κλείσιμο και αυτής της χρονιάς και την περίοδο του χειμώνα, βλέπουμε πλέον ξεκάθαρα τα προβλήματα στην επιχειρηματικότητα τα οποία είναι συσσωρευμένα. Αυτό που δεν μπορούμε να καταλάβουμε ως χώρα μετά από εφτά ολόκληρα χρόνια κρίσης, είναι ότι η ελπίδα ανάταξης της ελληνικής οικονομίας, είναι μόνον η επιχειρηματική κοινότητα. Εάν δεν βοηθηθεί η επιχειρηματικότητα για να βρει νέο προσανατολισμό, θα είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί διέξοδος. Και μην ξεχνάτε ότι η όποια βελτίωση στην οικονομία ή στα έσοδα, δεν αποτυπώνεται στην καθημερινότητα. Οι τράπεζες δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση. Η πολιτική τους απέναντι στις επιχειρήσεις και στους καταναλωτές είναι πάρα πολύ ‘σφιχτή’. Δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια ρευστότητας, επικρατεί πρωτοφανής ‘ασφυξία’ και ακόμη και επιχειρήσεις που εμφανίζουν κάποια θετικά οικονομικά στοιχεία δεν διευκολύνονται –το ίδιο και περισσότερο οι καταναλωτές. Οι τράπεζες ακόμη αδυνατούν να διοχετεύσουν ρευστότητα στην αγορά. Προσωπικά, πιστεύω ότι ο φετινός χειμώνας θα είναι ο δυσκολότερος των τελευταίων εφτά ετών της κρίσης που διανύουμε. Κι αυτό γιατί τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι πολίτες, έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τα όρια της φορολογικής τους ικανότητας. Μάλλον, έχουν εξαντληθεί, θα έλεγα. Οι περισσότεροι πλέον, κάνουν ιεράρχηση στις πληρωμές, θέτουν προτεραιότητες για ποιες υποχρεώσεις θα πληρώσουν και ποιες θα αφήσουν απλήρωτες διότι δεν μπορούν να λειτουργήσουν σε τέτοιες συνθήκες ασφυξίας και δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν. Γι αυτό οι υποχρεώσεις δεν εξοφλούνται πια στο ‘ακέραιο’. Πρέπει να καταλάβουν οι κυβερνώντες ότι η υπερ-φορολόγηση των τελευταίων ετών, λειτούργησε σωρρευτικά με αποτέλεσμα να έχει φτάσει στα όρια της δήμευσης των εισοδημάτων. Και αυτή η ‘δημευτική’ φορολόγηση που ακολουθείται, είναι άκρως αποτρεπτική ως προς την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την δηλωμένη αξιοπρεπή εργασία», τόνισε ο κ. Μιχαήλ.