Μια νέα κατάσταση πραγμάτων στις έρευνες μεριδιούχων της υπό εκκαθάριση Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου προκάλεσε η διαπίστωση, με επίσημες βεβαιώσεις του ειδικού εκκαθαριστή κ. Αριστοτέλη Ανδρουτσοπούλου, Ορκωτού Ελεγκτή – Λογιστή, σύμφωνα με τις οποίες, στο διάστημα που υφίστατο απαγόρευση ρευστοποίησης συνεταιριστικών μερίδων, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πλείστα όσα προβλήματα σε συνεταιριστές, η διοίκηση της τράπεζας δεν κράτησε ενιαία στάση έναντι των σχετικών αιτημάτων.
Η Συνεταιριστική Τράπεζα Δωδεκανήσου, όπως και οι υπόλοιπες συνεταιριστικές τράπεζες έθεσαν φραγμό στη ρευστοποίηση συνεταιριστικών μερίδων. Από την στιγμή που ξέσπασε η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, πράγματι η Συνεταιριστική Τράπεζα, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, πάγωσε τη ρευστοποίηση των μεριδίων.
Παρότι συγκεκριμένα ρητή διάταξη του άρθρου 8 του καταστατικού της τράπεζας, ο συνεταίρος μπορούσε να αποχωρήσει από την Συνεταιριστική Τράπεζα, µε γραπτή δήλωσή του, που υποβαλλόταν στο διοικητικό συµβούλιο, τρεις τουλάχιστον µήνες πριν από το τέλος της οικονοµικής χρήσης, η διαδικασία δεν ακολουθήθηκε.
Το καταστατικό ορίζει, σαν ελάχιστο χρόνο παραµονής του συνεταίρου στη Συνεταιριστική Τράπεζα τα 3 χρόνια.
Η Τράπεζα της Ελλάδος με το αριθμ. Πρωτ. 2259/ 31 Οκτωβρίου 2011 έγγραφό της, που κοινοποιήθηκε στο σύνολο των Συνεταιριστικών Τραπεζών, δεν είχε απαγορεύσει την ρευστοποίηση των συνεταιριστικών μερίδων είχε θέσει όμως τις διοικήσεις τους προ των ευθυνών τους.
Η απαγόρευση ουσιαστικά ακολούθησε με νέο θεσμικό πλαίσιο και συγκεκριμένα με το νόμο 4141/2013. Εξακολούθησε όμως να επιτρέπεται ελεύθερα η μεταβίβαση των συνεταιριστικών μερίδων σε άλλους συνεταίρους ή ακόμη και σε τρίτους.
Περιττό να σημειωθεί ότι εξαιτίας της αναστάτωσης που είχε προκληθεί από την απόφαση αυτή δόθηκαν κατ’ επανάληψη διαβεβαιώσεις ότι δεν υπήρχε πρόβλημα με την κεφαλαιακή επάρκεια που απαιτείται με βάση το υφιστάμενο νομικό και θεσμικό πλαίσιο και ότι οι καταθέσεις δεν διέτρεχαν απολύτως κανένα κίνδυνο.
Στο επίμαχο έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος, που προκάλεσε την απόφαση της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου για το “πάγωμα” των ρευστοποιήσεων των συνεταιριστικών της μερίδων αναφέρονται τα εξής:
“Οι υφιστάμενες συνθήκες στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων, όπως έχουν διαμορφωθεί λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης, σε συνδυασμό με την εγχώρια λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και υπαγορεύουν την ανάγκη διατήρησης των υψηλών δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας από τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα.
Στην κοινοτική νομοθεσία για την εποπτεία των τραπεζών (οδηγία 48/2006 όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 111/2009) προβλέπεται ότι οι συνεταιριστικές μερίδες, προκειμένου να συνιστούν στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, θα πρέπει να διαθέτουν χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά των κοινών μετοχών ως προν την απορρόφηση των ζημιών. Για την ενσωμάτωση της εν λόγω νομοθεσίας στο ελληνικό δίκαιο επίκειται τροποποίηση του τραπεζικού νόμου ν. 3601/200. Σύμφωνα με τη νέα διάταξη, θα απαιτείται η προηγούμενη έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος για την εξόφληση συνεταιριστικών μερίδων στην περίπτωση που, στη διάρκεια του ενός έτους, προκαλείται μείωση μεγαλύτερη του 4% των Κυρίων Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων και του 10% του ποσού που υπερβαίνει το ελάχιστο ύψος Κυρίων Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων.
Επιπλέον για σκοπούς συμμόρφωσης με το κοινοτικό δίκαιο και για την εφαρμοφή των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης, έχει προταθεί η τροποποίηση του ν. 1667/1986, ώστε η εξόφληση συνεταιριστικών μερίδων να εναπόκειται στη διακριτική ευχέρια των Καταστατικών Οργάνων των Συνεταιριστικών Τραπεζών.
Δεδομένου ότι οι κεφαλαιακές απαιτήσεις των Συνεταιριστικών Τραπεζών έχουν αυξηθεί σημαντικά λόγω της επιδείνωσης της ποιότητας του δανειακού τους χαρτοφυλακίου, κρίνεται σκόπιμο, τα καταστατικά όργανα των τραπεζών να εξετάζουν τα αιτήματα εξόφλησης συνεταιριστικών μερίδων, λαμβάνοντας υπόψη τις επικείμενες νομοθετικές ρυθμίσεις και συνεκτιμώντας την αναπάρκεια των προβλέψεων και τις αυξημένες ανάγκες ρευστότητας που αντιμετωπίζουν”.
Εν πάση περιπτώσει ενώ η συγκεκριμένη απαγόρευση είχε αντίκτυπο σε οποιονδήποτε από τους 22.680 συνεταίρους της τράπεζας, από επίσημα έγγραφα του εκκαθαριστή, προκύπτει ότι ακολουθήθηκαν δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Το έτος 2011 ρευστοποιήθηκαν συγκεκριμένα 7436 μερίδες εκ των οποίων 935 στο διάστημα Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2011. Το έτος 2012 έγινε ρευστοποίηση 786 μερίδων που κατείχαν 5 μεριδιούχοι και το έτος 2013, 750 μερίδων ενός μεριδιούχου.
Στο τελευταίο ενημερωτικό σημείωμα της τράπεζας, ενώπιον της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, υπάρχει και η ακόλουθη παρατήρηση:
«Η Τράπεζα στις 30/6/2013 είχε εκδώσει 319.719 συνεταιριστικές μερίδες. Μέχρι τις 29/9/2013, με απόφαση του από 30/8/2013 διοικητικού συμβουλίου θα διαγράψει 13.300 συνεταιριστικές μερίδες (ποσού € 1.672.500), οι οποίες εκχωρήθηκαν στην Τράπεζα για μεταβίβαση, αποζημιώθηκαν, αλλά η μεταβίβασή τους σε τρίτους δεν ολοκληρώθηκε οπότε και παρέμειναν σε εκκρεμότητα.
Με την διαγραφή των παραπάνω, οι συνεταιριστικές μερίδες της Τράπεζας στις 29/9/2013, πριν το split, ανήλθαν από 319.719 σε 306,419».
Θυμίζουμε ότι ιδρυτικό μέλος της τράπεζας έχει διαμαρτυρηθεί ενώπιον αστικών δικαστηρίων για τον τρόπο µε τον οποίο διαχειρίζεται η τράπεζα δανειακές του συµβάσεις.
Ο επιχειρηματίας είχε ζητήσει τη ρευστοποίηση 856 µερίδων της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου, συνολικής αξίας 121.552 ευρώ. Αγόρασε το Δεκέµβριο του 2008, 856 συνεταιριστικές µερίδες συµµετέχοντας στην τότε αύξηση του µετοχικού κεφαλαίου της τράπεζας.
Υποστηρίζει ότι τον Ιανουάριο του 1996 συνήψε µε την τράπεζα ανοικτό επαγγελµατικό δάνειο, το ύψος του οποίου αυξήθηκε µε τρεις συµπληρωµατικές συµβάσεις. Στο δάνειο, συνολικού ύψους 111.000 ευρώ, συνεβλήθη ο ίδιος και η σύζυγός του ως εγγυητές υπέρ της εταιρείας, προκειµένου να καλυφθούν επιχειρηµατικές της δραστηριότητες. Περίπου στα τέλη του έτους 2010 η εταιρεία του έπαυσε τις επαγγελµατικές της δραστηριότητες, ωστόσο όµως εξυπηρετούσε το αναληφθέν δάνειο, συνέχισε δε να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της µέχρι και το πρώτο τρίµηνο του έτους 2011. Το υπόλοιπο του δανείου ανήλθε στο ποσό των 103.363,32 ευρώ.
Όπως εκθέτει παραπέρα ο επιχειρηµατίας, κατά την πρόοδο των διαδικασιών εκ µέρους του λογιστηρίου, µε σκοπό την πλήρη παύση και το οριστικό κλείσιµο των λογιστικών βιβλίων της εταιρείας και την αναγγελία της παύσης των δραστηριοτήτων της στην αρµόδια ΔΟΥ, ετέθη θέµα πλήρους αποπληρωµής των υποχρεώσεών της προς την τράπεζα. Διατείνεται ότι υπό την πίεση της επιτακτικής αυτής ανάγκης οριστικού κλεισίµατος της επιχείρησής του και της πλήρους εξοφλήσεως του επαγγελµατικού της δανείου, από τον µήνα Αύγουστο του έτους 2011, προσέφυγε αυτοπροσώπως στη διοίκηση της τράπεζας και ζήτησε να κινήσει τις διαδικασίες αποχώρησής του και ρευστοποίησης των µερίδων του, µέσα στο πρώτο δεκαήµερο του µηνός Ιανουαρίου 2012, µε αποκλειστικό σκοπό να εξοφληθεί πλήρως το δάνειο της εταιρείας του.
Η µοναδική προφορική πληροφόρηση την οποία έλαβε από στελέχη της τράπεζας, µετά από επίµονες και συνεχείς οχλήσεις του, ήταν, ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν χορηγεί άδεια, για να κινηθούν οι διαδικασίες ρευστοποίησης συνεταιριστικών µερίδων, για λογαριασµό των µελών της, λόγω της επικρατούσας οικονοµικής κατάστασης.
Πέραν της ανωτέρω περίπτωσης θυμίζουμε και μια άλλη ενός 58χρονου νεφροπαθή από τα Κοσκινού, που ζούσε με αναπηρικό επίδομα 400 ευρώ το μήνα (ποσοστό αναπηρίας 80%) και που κατόρθωσε να εξασφαλίσει άδεια περιπτέρου.
Ο 58χρονος, πείστηκε να επενδύσει 100.000 ευρώ σε μερίδες της τράπεζας. Είχε πουλήσει συγκεκριμένα σπίτια και ακίνητα και κρατούσε τα χρήματα με την ελπίδα ότι θα βρισκόταν σε εύλογο χρονικό διάστημα ένα μόσχευμα για την αποκατάσταση των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε.
Ο 58χρονος το έτος 2012 και ενώ δεν μπορούσε να βρεί μόσχευμα στην Ελλάδα, απευθύνθηκε σε ιδιωτική κλινική της Ρόδου, που συνεργάζεται με αντίστοιχες στη Γαλλία. Μέσω της κλινικής αυτής μπόρεσε να ενταχθεί σε πρόγραμμα μεταμόσχευσης στη Γαλλία αλλά προϋπόθεση ήταν να καταβάλει 50.000 ευρώ στο νοσοκομείο. Τότε απευθύνθηκε στην τράπεζα και ζήτησε τη ρευστοποίηση των μερίδων του.
Η απάντηση ήταν αρνητική καθώς η τράπεζα επικαλέστηκε ρήτρα της Τράπεζας της Ελλάδος.
Παρότι ο 58χρονος επέμενε, όπως και πολλοί άλλοι μεριδιούχοι, να του επιστραφούν τα χρήματά του, η τράπεζα δεν τον συνέδραμε παρά μόνο τον κατηύθυνε στη σύναψη δανείου για ποσό ύψους 30.000 ευρώ για να αντιμετωπίζει τα έξοδα νοσηλείας του στη Γαλλία.
Η δόση του δανείου ήταν 450 ευρώ το μήνα, κατά 50 δηλαδή ευρώ μεγαλύτερη της μηνιαίας σύνταξης αναπηρίας του!!
Στο διαδίκτυο υπάρχουν ανάλογες καταγγελίες, όπως, ενός ατόμου που διατείνεται ότι αγοράσε 75 περίπου μερίδες επειδή πείσθηκε ότι επρόκειτο για μια καλή επένδυση. Όπως αναφέρεται στην ανάρτηση μετά από διάφορες αρνητικές συγκυρίες (η σύζυγός του κατέστη ανάπηρη και εκείνος έχασε την δουλειά του) θέλησε να ρευστοποιήσει ένα μέρος αυτών των μερίδων. Ενημερώθηκε, όπως υποστηρίζεται, ότι δεν γινόταν καμία ρευστοποίηση μέχρι 30 Ιουνίου 2012 κατόπιν απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος.