Με την υπ’ αριθμ. 54/2022 απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου απορρίφθηκε αίτηση για την αντικατάσταση του πραγματογνώμονα που θα εξετάσει συνολικά την σκανδαλώδη υπόθεση της παρατράπεζας που είχε στήσει υπάλληλος στην κινητή μονάδα της Κάσου της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου.
Με την υπ’ αριθμ. 21/2021 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου είχε γίνει δεκτή ανάλογη αίτηση και έκτοτε ο έλεγχος της υπόθεσης εκκρεμεί.
Θυμίζουμε ότι το Εφετείο Δωδεκανήσου, με την υπ’ αριθμ. 48/2020 απόφασή του, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ουσίας της αστικής διαφοράς επί των εφέσεων που άσκησαν τα αντίδικα μέρη για την ακύρωση απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, με την οποία δικαιώθηκαν μερικώς οι θέσεις της υπό εκκαθάριση πλέον Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου.
Το Εφετείο Δωδεκανήσου με την τελευταία του απόφαση διέταξε συγκεκριμένα την διενέργεια τεχνικής πραγματογνωμοσύνης, η οποία θα διεξαχθεί με την φροντίδα του επιμελέστερου διαδίκου και διόρισε ως πραγματογνώμονα έναν οικονομολόγο της Ρόδου.
Αντίδικος της υπό εκκαθάριση τράπεζας προέβαλε με αίτησή της λόγους για την αντικατάσταση του συγκεκριμένου πραγματογνώμονα και το δικαστήριο προχώρησε σε ικανοποίηση του αιτήματος.
Στην πορεία διάδικος της υπόθεσης υπέβαλε νέο αίτημα για την αντικατάσταση του νέου πραγματογνώμονα, που πλέον απορρίφθηκε.
Όπως απεκάλυψε η “δημοκρατική”, με την υπ’ αριθμ. 1558/2018 απόφαση του πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου αναιρέθηκε η υπ’ αριθμ. 162/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου με την οποία απορρίφθηκαν οι εφέσεις που είχαν ασκηθεί.
Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε εξετάσει κατ’ αντιµωλία τις αντίθετες αγωγές των δύο αντίδικων µερών και µε την απόφαση, που εξέδωσε, ετάχθη υπέρ των θέσεων της Συνεταιριστικής Τράπεζας διατάσσοντας, 4μελή οικογένεια να της καταβάλει το ποσό των 317.489,02 ευρώ ως αποζηµίωση για τη βλάβη που προκλήθηκε στην τράπεζα.
Τα µέλη της οικογένειας εξέθεσαν ότι στο κινητό συνεργείο της τράπεζας στην Kάσο διατηρούσαν πέντε τραπεζικούς λογαριασµούς, συνολικού ύψους 380.000 ευρώ.
Ότι στις 16.03.2006, όταν χορήγησαν έγγραφη εντολή για ανάληψη µετρητών από τους ως άνω λογαριασµούς τους στον ταµία, ο τελευταίος οµολόγησε σ’ αυτούς ότι είχε αφαιρέσει, χωρίς εντολή, το ποσό των 270.000 ευρώ και ότι τους υποσχέθηκε να το επιστρέψει εντός τεσσάρων ηµερών, υπογράφοντας µάλιστα και υπεύθυνη δήλωση µε θεωρηµένο το γνήσιο της υπογραφής του.
Εξέθεσαν ακόµη ότι είχαν οµόλογα της τράπεζας συνολικού ύψους 600.000 ευρώ, τα οποία όµως έπαψαν να ανανεώνονται από τον Iούλιο του έτους 2004 και ότι αυτά τελικά ρευστοποιήθηκαν παρανόµως και χωρίς σχετική εντολή τους από τον ταµία.
Κατήγγειλαν επιπλέον ότι η τράπεζα δεν τους επιστρέφει 16 επιταγές που εκδόθηκαν σε διαταγή τους από τρίτους για την αγορά µε προσύµφωνο 2 ακινήτων σε Κάρπαθο και Κάσο.
Υποστήριξαν επιπλέον ότι η τράπεζα, ενώ στην αρχή τους είχε διαβεβαιώσει ότι θα τους εξασφάλιζε µετά από έλεγχο που διενήργησε µε υπαλλήλους της και χωρίς την παρουσία επόπτη της Τράπεζας της Ελλάδος στην θυρίδα της Κάσου, έλεγχο τον οποίο αµφισβητεί για την ορθότητα και την αξιοπιστία του, στη συνέχεια αρνήθηκε ότι τους όφειλε χρήµατα, αρνήθηκε να τους επιστρέψει τις επιταγές και τους είπε ότι είχαν αναλάβει τα οµόλογα, αν και αυτοί τα είχαν στα χέρια τους.
Με την αγωγή τους αξίωσαν αποζηµίωση συνολικού ύψους 1.124.500 ευρώ για ουσιαστικές βλάβες και 400.000 ευρώ για ηθικές βλάβες που, όπως υποστηρίζουν, υπέστησαν από την τράπεζα και τον υπάλληλό της.
Στο μεταξύ εξακολουθεί να εκκρεμεί η εκδίκαση ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων και έχει προσδιοριστεί για την 7η Απριλίου 2022 του ποινικού σκέλους της υποθέσεως με κατηγορούμενο έναν πρώην υπάλληλο και τρεις ημεδαπούς.
Η τράπεζα υποστηρίζει συγκεκριμένα ότι ο υπάλληλός της ανέλαβε διάφορα ποσά από τους λογαριασμούς καταθέσεων διαφόρων καταθετών – πελατών, συνολικού ποσού 591.595,89 ευρώ.
Χρησιμοποίησε μάλιστα διάφορα τεχνάσματα προκειμένου να συμφωνεί το ταμείο οσάκις αντιλαμβάνετο ότι επρόκειτο να γίνει έλεγχος σ’ αυτό.
Υποστηρίζει επιπλέον ότι από τα υπεξαιρεθέντα αυτά χρήματα χορήγησε υπό τύπον ιδιωτικών δανείων σε διάφορους κατοίκους της Κάσου και μη, για ικανοποίηση προσωπικών αναγκών τους, εν αγνοία της Τραπέζης, το συνολικό ποσό των 730.138,11 ευρώ.
Ακολούθως, φέρεται να διοχέτευσε μεγάλο μέρος των υπεξαιρεθέντων και συγκεκριμένα το συνολικό ποσό των 357.489,22 ευρώ σε λογαριασμούς κασιακής καταγωγής οικογένειας, που αρνείται κατηγορηματικά τα όσα τους αποδίδονται.