Δεν προέκυψαν τα καταγγελλόμενα εις βάρος τριών ημεδαπών
Στο αρχείο τέθηκε κατ’ άρθρο 43 παρ. 1 ΚΠΔ, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, με την υπ’ αρiθμ. 281/2022 διάταξη της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου, η δικογραφία που εκκρεμούσε από το 2019 με ελεγχόμενους τρεις Ροδίτες για τα αδικήματα του βιασμού, της αθέμιτης αποτύπωσης σε υλικό φορέα μη δημόσιας πράξης και της παράνομης βίας και φερόμενη ως θύμα την 21χρονη φοιτήτρια Ελένη Τοπαλούδη, που δολοφονήθηκε στη Ρόδο.
Η δικογραφία, σύμφωνα με τις πληροφορίες της «δημοκρατικής», «εμπλουτίστηκε» και με έκθεση της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών μετά τον έλεγχο πέντε κινητών τηλεφώνων εκ των οποίων τα 3 ήταν εκτός λειτουργίας, που βρέθηκαν και κατασχέθηκαν από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου στην έρευνα, που διενήργησαν παρουσία πταισματοδίκη, στην οικία ενός 19χρονου στα Μάσαρη, υπόπτου με δύο φίλους του και συγκεκριμένα έναν 22χρονο κι έναν 23χρονο. Από τον έλεγχο δεν φέρεται να προέκυψε τίποτε το μεμπτό.
Η μητέρα της Ελένη, κ. Κούλα Αρμουτίδου-Τοπαλούδη κατάγγειλε μεταξύ άλλων ότι φίλες της Ελένης, που της είχαν τηλεφωνήσει για να την συλλυπηθούν, την ενημέρωσαν για τον βιασμό και την παράνομη μαγνητοσκόπησή της από τρεις άνδρες τον Νοέμβριο του 2017.
Εξειδίκευσε στην πορεία ότι η 24χρονη φίλη της ήταν εκείνη που την ενημέρωσε πρώτη ότι η Ελένη είχε πέσει θύμα βιασμού τον Νοέμβριο του 2017 και της έδωσε τα ονόματα των δύο. Την είχε ενημερώσει επίσης ότι η Ελένη είχε μιλήσει με την μητέρα ενός εκ των τριών και ότι την εκβίαζαν με ροζ βίντεο.
Η 24χρονη ως μάρτυρας είχε αναφερθεί στο περιστατικό της 3ης Δεκεμβρίου 2018 και είχε επισημάνει ότι η δολοφονηθείσα φοβόταν τρία άτομα που εμπλέκονταν σε μια υπόθεση βιασμού εις βάρος της. Είχε τονίσει μάλιστα ότι δεν είχε κάνει μήνυση διότι, όπως της έλεγε, φοβόταν ότι θα της κάνουν κακό.
Σε άλλο στάδιο της έρευνας φέρεται να κατέθεσε ότι μία φορά η Ελένη της είχε αναφέρει, ότι κάποια στιγμή, ενώ διασκέδαζε στη Μεσαιωνική Πόλη, είχε γνωρίσει κάποια άτομα που την μετέφεραν στο σπίτι της, είχαν καταναλώσει αλκοόλ και πίστευε ότι την είχαν βιντεοσκοπήσει, ενώ είχαν συνευρεθεί ερωτικά χωρίς να μιλήσει για βιασμό. Ανάλογες είναι και οι καταθέσεις ακόμη δύο φίλων της.
Και οι τρεις καταγγελλόμενοι, συνοδευόμενοι από τον συνήγορό τους κ. Βασίλη Καβουριού, αρνήθηκαν κατηγορηματικά τα όσα τους αποδίδονται.
Διατείνονται ειδικότερα ότι περί τα μέσα Νοεμβρίου του 2017 μετέβησαν από τα Μάσαρη σε νυχτερινό κέντρο της Μεσαιωνικής Πόλης της Ρόδου για να διασκεδάσουν. Αφού πήραν ποτά από το μπαρ κάθισαν σε τραπέζι του καταστήματος στριμωγμένοι γιατί υπήρχε μεγάλος αριθμός θαμώνων.
Δύο κορίτσια, όπως είπαν, που ήταν δίπλα τους, κάθισαν στο τραπέζι τους φέρνοντας τα ποτά τους και γνωρίστηκαν.
Η Ελένη Τοπαλούδη, όπως είπαν, που τους προσέγγισε και τους συστήθηκε αρχικά έδειξε ενδιαφέρον για τον 17χρονο τότε της παρέας, o oποίος ισχυρίζεται ότι φιλήθηκαν εντός του καταστήματος.
Διατείνεται ότι αισθάνθηκε άβολα και ζήτησε από τους φίλους του να συνεχίσουν την διασκέδασή τους αλλού, πράγμα που έκαναν.
Μετέβησαν, όπως ισχυρίζονται, σε παρακείμενο κέντρο και λίγη ώρα μετά κατέφθασαν εκεί η Ελένη με την φίλη της και κάθισαν μαζί τους. Ακολούθως, πήγαν για φαγητό σε παρακείμενη πιτσαρία και όπως υποστηρίζουν, οι δύο κοπέλες (κυρίως η Ελένη) τους ζήτησαν να τις μεταφέρουν με το αυτοκίνητό τους στις οικίες τους.
Ο ανήλικος κάθισε στο αυτοκίνητο στην πίσω θέση με την Ελένη και την φίλη της και εκεί ήταν διαχυτική απέναντί του. Η φίλη της τους ζήτησε να μεταβούν σε γνωστό σουβλατζίδικο στην περιοχή των 100 μαγαζιών για να πάρει φαγητό και να περπατήσει στην οικία της που ήταν κοντά, ενώ η Ελένη ζήτησε από τον οδηγό να την μεταφέρει στην οικία της.
Μετέβησαν, όπως περιέγραψαν στην οικία της Ελένης, στην οδό Εθνικής Αντιστάσεως και εκεί τους κάλεσε για καφέ. Δεν είχε, όπως είπαν ζάχαρη και ο ανήλικος τότε δεν ήπιε καφέ αλλά μόνοn οι δύο φίλοι του. Περιγράφοντας την οικία, ισχυρίστηκαν ότι ήταν ακατάστατη με πολλά μπουκάλια ρετσίνας στο τραπέζι και υπολείμματα φαγητού.
Ο 20χρονος, όπως υποστηρίζουν, μετέβη στην τουαλέτα του σπιτιού για την ανάγκη του και λίγη ώρα αργότερα συνευρέθηκε με την Ελένη ερωτικά.
Ο ανήλικος θέλοντας να αστειευτεί, όπως ισχυρίστηκαν, σήκωσε το χέρι του κρατώντας το κινητό του τηλέφωνο πάνω από την πόρτα της τουαλέτας, όπου υπήρχε κενό και προσποιήθηκε, χωρίς να έχει επαφή, ότι τραβούσε βίντεο.
Μετά από λίγα δευτερόλεπτα ο 21χρονος τότε φίλος του, του είπε να σταματήσει, ενώ η Ελένη του ζήτησε να το διαγράψει αμέσως. Διατείνονται ότι της έδωσε τότε το τηλέφων;o του για να το διαπιστώσει και η ίδια και ότι δεν είχε δοθεί συνέχεια.
Ο ανήλικος μάλιστα ισχυρίζεται ότι ο ίδιος δεν είχε επαφή μαζί της και ότι είχε δεχθεί τηλέφωνο από την μητέρα του, που τον επέπληξε διότι είχε αργήσει να επιστρέψει στο σπίτι του.
Ισχυρίζονται ότι η συνεύρεσή τους έγινε με την συναίνεσή της, ότι δεν ήταν σε κατάσταση που δεν αντιλαμβανόταν τι γινόταν και περαιτέρω ο ανήλικος διατείνεται ότι βρέθηκαν δύο ή τρεις φορές στη Μεσαιωνική Πόλη και απλά χαιρετήθηκαν. Ούτε αντήλλαξαν τηλέφωνα ούτε είχαν καμία άλλη επαφή.
Ενδιαφέρον έχει και ο ισχυρισμός, που επιβεβαίωσε μάλιστα φίλη της σε κατάθεση που έδωσε, ότι η Ελένη είχε μιλήσει τηλεφωνικά με την μητέρα του ανήλικου για να διαμαρτυρηθεί για το βίντεο και έλαβε κι από εκείνη διαβεβαιώσεις ότι δεν υφίσταται ενώ στην πορεία έγιναν και φίλες στο facebook.
Iσχυρίζονται ακόμη ότι η υποψία ότι μπορεί να υπήρχε βίντεο το οποίο θα διέρρεε, ίσως να δημιούργησε στην Ελένη μια στρεσογόνα κατάσταση και προκειμένου να μην εκτεθεί στις φίλες της παρουσίασε σε ορισμένες εξ’ αυτών ένα αναληθές περιστατικό βιασμού.
Θυμίζουμε ότι το αν ασκήθηκε βία, δεν επιβεβαιώνεται φυσικά από ιατροδικαστική εξέταση, σημαντικό σε εγκλήματα του είδους για την άσκηση της προσήκουσας δίωξης αλλά δεν επιβεβαιώνεται και από τις φίλες της, που δεν μίλησαν για εμφανή σημάδια πάλης ή βίας στην Ελένη μετά το συμβάν σε καταθέσεις τους.
Σημειώνεται ότι έχει τεθεί στο αρχείο προκαταρκτική δικογραφία που σχηματίστηκε εις βάρος αξιωματικού της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου, που καταγγέλθηκε για «κουκούλωμα» συγκεκριμένης καταγγελίας για βιασμό, την οποία εφέρετο να είχε υποβάλει η 21χρονη φοιτήτρια Ελένη Τοπαλούδη.
Σύμφωνα με τη διάταξη και από άλλες ένορκες καταθέσεις προέκυψε ότι ο ανωτέρω αστυνομικός κάθε άλλο παρά αδιαφόρησε για τα καταγγελλόμενα, αλλά αντίθετα πρότεινε στην Ελένη Τοπαλούδη να της δώσει το τηλέφωνο της μητέρας ενός εκ των φερόμενων ως δραστών πιθανότατα προκειμένου να αναζητήσει πληροφορίες για ενδεχόμενη βιντεοσκόπησή της, ενώ ανέφερε στην Ελένη ότι για οτιδήποτε χρειαζόταν, θα μπορούσε να ξαναπάει στην αστυνομία.