Της Στεφανίας Σούκη
Διαφορά της τάξεως των 125 εκατ. ευρώ προβλέπουν οι τουριστικοί φορείς μεταξύ των εσόδων που προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2018 από το νέο φόρο διαμονής και τα πραγματικά έσοδα που έχουν λαμβάνειν τα δημόσια ταμεία, ζητώντας τα επιπλέον έσοδα να συνυπολογιστούν, ώστε να διατηρηθεί ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ στα νησιά.
Συγκεκριμένα, με βάση τον προϋπολογισμό του 2018 όπως αυτός κατατέθηκε στη Βουλή, πέραν του ποσού των 48 εκατ. ευρώ που προβλέπεται από τη φορολογία των βραχυπρόθεσμων τουριστικών μισθώσεων, το ποσό που προβλέπεται να εισπραχθεί από το φόρο διαμονής, ο οποίος θα ξεκινήσει να επιβάλλεται από το νέος έτος, αντιστοιχεί σε 74 εκατ. ευρώ, ενώ σύμφωνα με μελέτη του Insete, του αρμοδίου οργάνου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, το αντίστοιχο ποσό υπολογίζεται ότι θα προσεγγίσει τα 200 εκατ. ευρώ. Εξ’ ού και η πρόταση του προέδρου του ΣΕΤΕ κ. Γιάννη Ρέτσου, τα 125 εκατ. ευρώ που προκύπτουν ως διαφορά να χρησιμοποιηθούν «για να διατηρηθεί ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου στηρίζοντας τοπικές κοινωνίες».
Από την πλευρά τους, οι τουριστικοί φορείς θεωρούν ότι η αύξηση του ΦΠΑ θα αποφέρει μηδενικό δημοσιονομικό όφελος, επιφέροντας παράλληλα καίριο πλήγμα για τοπικές κοινωνίες, κατοίκους και επιχειρήσεις, συντασσόμενοι ουσιαστικά με τους νησιώτες, οι οποίοι προχωρούν τις τελευταίες ημέρες, για το λόγο αυτό, σε απεργιακές κινητοποιήσεις (στα νησιά του Β. Αιγαίου). Ενδεικτικά, με αφορμή τις κινητοποιήσεις, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Χίου Γιώργος Γεωργούλης ανέφερε προχθές ότι «ο παραλογισμός της κατάργησης του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ αποδείχθηκε με στοιχεία από το Ινστιτούτο Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών στα πλαίσια μελέτης που έγινε, με πρωτοβουλία των Επιμελητηρίων Χίου, Λέσβου και Σάμου. Σύμφωνα με αυτά, υπολόγιζαν ότι από τα νησιά θα είχαν πρόσθετα έσοδα 250 εκατομμύρια ευρώ, όμως διογκώθηκε η φοροδιαφυγή και τα επιπλέον έσοδα κυμάνθηκαν στα 65 εκατ. ευρώ, ενώ αν καταργηθεί ο μειωμένος ΦΠΑ και στα νησιά μας, αυτά δεν θα αυξηθούν περισσότερο από 20 εκατ. ευρώ».
Επιπλέον, εκτός της κατάργησης του μειωμένου ΦΠΑ, οι τουριστικοί φορείς θεωρούν, ότι, ούτως ή άλλως, ο φόρος διαμονής θα πλήξει κατ’ εξοχήν τους αδύνατους -τα μικρά ξενοδοχεία και αυτά των χαμηλότερων κατηγοριών αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών καταλυμάτων- και θα συμβάλλει στην όξυνση της εποχικότητας. Ενδεικτικά, για ένα ξενοδοχείο 4 αστέρων στην Καλαμπάκα με μία μέση τιμή στα πέριξ των 45 ευρώ, η επιβάρυνση από το φόρο διαμονής αντιστοιχεί στο 6%. «Το τέλος ιδιαίτερα με την μορφή σταθερού ποσού ανά διανυκτέρευση, από 1ης Ιανουαρίου 2018 με ενιαίο τρόπο ανεξαρτήτως εποχής και προορισμού, θα αποτελεί δυσανάλογα μεγάλη επιβάρυνση για τις μονάδες με χαμηλές τιμές, με όξυνση της εποχικότητας», αναφέρει χαρακτηριστικά το Insete.
Επισημαίνεται εδώ ότι ο φόρος διαμονής έχει ορισθεί από 0,5 έως 4 ευρώ ανά ημέρα και ανά δωμάτιο στα ξενοδοχεία, ανάλογα με την κατηγορία και 0,5 ευρώ ανά ημέρα στα ενοικιαζόμενα δωμάτια-διαμερίσματα.
newmoney.gr