Στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Δωδεκανήσου θα καθίσει την 7η Δεκεμβρίου 2023, για να δικαστεί για το αδίκημα της απόπειρας εκβίασης με απειλή ενωμένη με επικείμενο κίνδυνο σώματος και ζωής και της παράνομης οπλοφορίας μαχαιριού ένας 34χρονος Σύρος, που διέμενε στον άτυπο καταυλισμό των Σφαγείων.
Το ιστορικό της υπόθεσης έχει ως εξής:
Μετά από κλήση στο Κέντρο Αμεσης Δράσης για περιστατικό επεισοδίου μεταξύ μεταναστών, αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. μετέβησαν στο άτυπο κέντρο φιλοξενίας μεταναστών στην οδό Αυστραλίας, όπου τους ανέμενε ο εγκαλών 27χρονος υπήκοος Παλαιστίνης.
Ο ανωτέρω τους κατήγγειλε ότι ο εξάδελφός του, ήταν συγκάτοικος στο ίδιο δωμάτιο με τον κατηγορούμενο στον άτυπο χώρο φιλοξενίας της Ρόδου, ότι ο ίδιος επισκέφθηκε τον εξάδελφό του και θέλησε να παραμείνει για λίγες ημέρες στο ίδιο δωμάτιο, πλην όμως ο κατηγορούμενος του ζήτησε επιτακτικά το ποσό των 300 ευρώ προκειμένου να του το επιτρέψει.
Επειδή εκείνη την ώρα έλειπε από το δωμάτιο ο εξάδελφός του, ο εγκαλών έφυγε και επέστρεψε περί ώρα 20:00 όταν πλέον είχε επιστρέψει και ο εξάδελφός του.
Όταν ο εγκαλών και ο εξάδελφός του προσπάθησαν να εξηγήσουν στον κατηγορούμενο ότι δεν μπορούσε να απαιτεί χρήματα για την παραμονή τους, καθώς η διαμονή ήταν δωρεάν, ο κατηγορούμενος άρχισε να κυνηγά τον εγκαλούντα απειλώντας ότι θα τον σκοτώσει αν δεν του έδινε άμεσα το ποσό των 300 ευρώ, κραδαίνοντας ένα αιχμηρό μεταλλικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για το ακόνισμα μαχαιριών, πλην όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως μαχαίρι και να επιφέρει θλαστικά τραύματα ή και τρώση ζωτικών οργάνων.
Τελικά ο κατηγορούμενος αδρανοποιήθηκε με την παρέμβαση άλλων φιλοξενούμενων στην άτυπη δομή φιλοξενίας.
Το μέσο με το οποίο απείλησε τον εγκαλούντα, βρέθηκε πεσμένο στον χώρο φιλοξενίας και κατασχέθηκε.
Ο κατηγορούμενος στην προανακριτική απολογία του παραδέχθηκε ότι απείλησε με το αντικείμενο αυτό τον εγκαλούντα, απλώς ισχυρίσθηκε ότι το έκανε για να προστατευθεί και να αμυνθεί έναντί του και χωρίς την πρόθεση να τον χτυπήσει.
Πλην όμως στο σημείο αυτό δεν περιγράφει εναργώς κάποια επίθεση του εγκαλούντος και άρα ο ισχυρισμός περί άμυνας είναι ουσιαστικά αβάσιμος.
Αρνήθηκε ότι ζήτησε χρήματα από τον εγκαλούντα για να του επιτρέψει να παραμείνει στο ίδιο δωμάτιο, αλλά παραδέχεται ότι άλλοι μετανάστες προσήλθαν στο σημείο και άρχισαν να τον βρίζουν και να του πετούν αντικείμενα, χωρίς όμως να δικαιολογεί τον λόγο της αντίδρασής τους αυτής.
Ισχυρίζεται ότι δέχθηκε πιέσεις από τον εγκαλούντα και τους άλλους δύο συγκατοίκους του να εγκαταλείψει το δωμάτιο και ότι χρησιμοποίησε το ακονιστήρι για να «αμυνθεί» έναντι του εγκαλούντος, γεγονός που έρχεται σε αντίφαση με τον ισχυρισμό ότι δέχθηκε επίθεση από περισσότερα άτομα.
Άλλωστε και η επέμβαση των λοιπών φιλοξενούμενων της δομής για να τον αδρανοποιήσουν, οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι αυτός ήταν ο επιτιθέμενος και όχι ο αμυνόμενος.
Εξάλλου, ενώ ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι συνεργάζεται με τις Αστυνομικές Αρχές της Ρόδου για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, δεν ζήτησε ο ίδιος άμεσα την συνδρομή και προστασία της Αστυνομικής Αρχής για το επεισόδιο και την επίθεση που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε, αλλά ο εγκαλών που μάλιστα ανέμενε τους αστυνομικούς στο σημείο του επεισοδίου και τους υπέδειξε το όπλο που χρησιμοποίησε ο κατηγορούμενος για την απειλή του.