Με την υπ’ αρίθμ. 45/2016 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Ρόδου ανεστάλη η έκδοση απόφασης επί της αγωγής δύο κατοίκων Ρόδου, που διεκδικούν αποζημίωση ύψους 590.000 ευρώ από το Γενικό Νοσοκομείο Ρόδου για βλάβες που υπέστη το παιδί τους κατά την διάρκεια του τοκετού.
Το ζευγάρι απέκτησε τον Φεβρουάριο του 2003 το πρώτο του τέκνο το οποίο γεννήθηκε με φυσιολογικό τοκετό, μετά από κύηση 36 εβδομάδων.
Ωστόσο, σημειώθηκε αλλοίωση παλμών 3 ώρες πριν την εξώθηση, που διαπιστώθηκε με καρδιοτοκογράφημα, κι ενώ το σύμπτωμα αυτό ήταν προειδοποιητικό για το ό,τι έπρεπε να διεξαχθεί καισαρική λόγω επικείμενου κινδύνου του βρέφους και όχι φυσιολογικός τοκετός, εντούτοις αγνοώντας την προειδοποίηση αυτή, πραγματοποιήθηκε φυσιολογικός τοκετός ο οποίος ήταν εργώδης, με αποτέλεσμα το νεογνό να μην κλάψει αμέσως και να μην αναπνεύσει αμέσως.
Αρκετές ώρες μετά τη γέννηση το νεογνό παρουσίασε επεισόδιο σπασμών και του χορηγήθηκε, φαρμακευτική αγωγή. Στην συνέχεια, το ζευγάρι ενημερώθηκε ότι θα έπρεπε να μεταβεί αμέσως στην Αθήνα, γιατι το παιδί παρουσίαζε σπασμούς. Μόλις έφτασαν στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία» στην Αθήνα, όπου εισήχθη το νεογέννητο τέκνο τους, υπέστη καρδιακή ανακοπή. Εκεί διαγνώστηκε ότι έπασχε από περιγεννητική υποξία – πνευμοθώρακα.
Το βρέφος εξήλθε από το νοσοκομείο τον Μάρτιο του ίδιου έτους με τη διάγνωση της περιγεννητικής υποξίας – πνευμοθώρακας και μετά την έξοδό του παρακολουθείτο σε τακτά χρονικά διαστήματα από ομάδα ειδικών, αποτελούμενη από νεογνολόγο, παιδονευρολόγο, φυσιοθεραπευτή και οφθαλμίατρο) και κατά την εν λόγω παρακολούθηση διαπιστώθηκαν έντονα κινητικά προβλήματα και συγκεκριμένα υπερτονία κάτω άκρων αριστερής και δεξιάς πλευράς με πιο έντονα τα προβλήματα της αριστερής πλευράς και γενικά όλη η αριστερή πλευρά παρουσίαζε έντονα κινητικά προβλήματα. Για τα κινητικά αυτά προβλήματα υποβλήθηκε σε συστηματικό πρόγραμμα φυσιοθεραπείας. Συνέχιζε ωστόσο να παρουσιάζει σπασμούς και να έχει καθυστέρηση ανάπτυξης και σπαστική διπληγία. Ηδη παρουσίασε και επιληπτικά επεισόδια. Κρίθηκε από την πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή ότι έχει φυσική αναπηρία που ανέρχεται σε ποσοστό 80%.
Η υπόθεση απασχόλησε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου σε συνεδρίαση του την 16 Νοεμβρίου 2015.
Το εναγόμενο νοσοκομείο αποκρούοντας τη βασιμότητα της αγωγής, αρνείται την τέλεση οποιασδήποτε παρανομίας των οργάνων του, υποστηρίζοντας ότι η ακολουθηθείσα διαδικασία και κατά τα δύο στάδια του τοκετού ήταν η ιατρικώς ενδεδειγμένη και ότι δεν υπήρχε δε άλλη επιλογή εκτός της επιλεγείσας για την ολοκλήρωση του.
Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι στο στάδιο που εκδηλώθηκαν οι αλλοιώσεις του καρδιακού ρυθμού του εμβρύου, ήτοι στο στάδιο της εξώθησης, η μόνη ιατρικώς ενδεικνυόμενη ενέργεια ήταν να επιχειρηθεί από το ιατρικό προσωπικό επείγων τοκετός, ο οποίος και επιχειρήθηκε, καθόσον η επιλογή της καισαρικής τομής θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη βλάβη στην υγεία της επιτόκου.
Ισχυρίστηκε επιπλέον ότι οι ενάγοντες δεν έχουν έννομο συμφέρον προς αναζήτηση το επικαλούμενων με την αγωγή τους δαπανών, στις οποίες έχουν υποβληθεί και θα εξακολουθήσουν να υποβάλλονται, καθόσον είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικό φορέα που έχει καλύψει και καλύπτει το σύνολο αυτών.
Το δικαστήριο με την προδικαστική απόφαση που εξέδωσε, έκρινε ότι δεν προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια και βεβαιότητα αν τα όργανα του εναγομένου προέβησαν πράγματι σε παράνομες πράξεις ή παραλείψεις στην επίδικη περίπτωση, ούτε αν το ζημιογόνο αποτέλεσμα συνδέεται αιτιωδώς με την τυχόν παρανομία των οργάνων του εναγομένου.
Εκρινε επιπλέον ότι θα πρέπει να διοριστεί πραγματογνώμονας γυναικολόγος ώστε να διαπιστωθεί, εάν, στην επίδικη περίπτωση εφαρμόσθηκαν οι γενικώς παραδεδεγμένοι κανόνες της ιατρικής επιστήμης και τέχνης και εάν η βλάβη στην υγεία του τέκνου των εναγόντων επήλθε από παράβαση των κανόνων αυτών και των ανατεθειμένων καθηκόντων στα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου (θεράποντες ιατρούς της επιτόκου) κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Επιπροσθέτως, ενόψει των αντικρουόμενων ισχυρισμών των διαδίκων το δικαστήριο έκρινε, ότι υφίστανται αδιευκρίνιστα σημεία, που έχουν σχέση με τα πραγματικά περιστατικά της κρινόμενης υπόθεσης και ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της, ζητώντας και από τις δύο πλευρές συμπληρωματικά στοιχεία και έγγραφα.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Ακης Δημητριάδης.