Ειδήσεις

Προσωρινά κρατούμενοι για την τραγωδία στον «Ζέφυρο» – Oλόκληρη η απολογία

  • Τι υποστήριξαν χθες ενώπιον της Τακτικής Ανακρίτριας Ρόδου

Προσωρινά κρατούμενοι κρίθηκαν χθες, μετά την απολογία τους, με ομόφωνη απόφαση της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών και της τακτικής Ανακρίτριας Ρόδου, οι δύο Σύροι διακινητές, που φέρονται να προκάλεσαν ναυάγιο στην περιοχή “Ζέφυρος”, οδηγώντας στο θάνατο τρεις μετανάστες, μεταξύ αυτών κι ένα 5χρονο αγοράκι.
Πρόκειται για τους Α. Β. R. του J. 27 ετών και K. Η. του A. R. 26 ετών, που φέρονται ως οι υπαίτιοι της τραγωδίας που εκτυλίχθηκε το πρωί της Δευτέρας στη θαλάσσια περιοχή του Ζέφυρος.
Κατηγορούνται ειδικότερα για πρόκληση ναυαγίου, για μεταφορά με πλωτό μέσο από το εξωτερικό στο εσωτερικό της χώρας πολιτών τρίτης χώρας, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου, από κοινού και από κερδοσκοπία, κατά συρροή, εκ της οποίας πράξης επήλθε θάνατος και μπορούσε να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο και για παράνομη είσοδο στη χώρα.
Χθες κατέθεσε ως μάρτυρας υπεράσπισης των διακινητών ο αδελφός του ενός, υποστηρίζοντας ότι ήταν και οι ίδιοι μετανάστες και ότι δεν είχαν σχέση με το κύκλωμα των δουλεμπόρων της Τουρκίας.
Απολογούμενοι ενώπιον της τακτικής Ανακρίτριας οι δύο διακινητές, έγγαμοι, γονείς ανήλικων παιδιών (δύο παιδιά έκαστος) υποστήριξαν ότι αναγκάστηκαν πριν από ένα μήνα να φύγουν εσπευσμένα από την πατρίδα τους, αφήνοντας πίσω τις οικογένειές τους λόγω της αντικαθεστωτικής δράσης που ανέπτυξαν και κινδύνευαν να συλληφθούν από τις δυνάμεις του Ασάντ.
Αφού πέρασαν τα σύνορα με την Τουρκία βρέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη με τελικό προορισμό τη Σουηδία, όπου υπάρχει μεγάλη συριακή κοινότητα.
Στην αρχή πίστεψαν, όπως είπαν, ότι θα μπορούσαν να ταξιδέψουν αεροπορικώς μέσω τρίτης χώρας, όταν όμως το σχέδιο τους απέτυχε, καθώς απαιτείτο η έκδοση VISA, αναγκάστηκαν να αναζητήσουν θαλάσσια οδό διαφυγής, μέσω κυκλωμάτων, που ανθούν στη Κωνσταντινούπολη.

Μετά από μικρή προσπάθεια τους έφεραν, όπως ισχυρίστηκαν, σε επαφή με κάποιο που έδειχνε Ευρωπαίος, μιλούσε όμως άπταιστα αραβικά και τούρκικα, ο οποίος μετά από παζάρια δέχτηκε να τους μεταφέρει με πλοίο στα ελληνικά παράλια ζητώντας από τον καθένα τους 2000 δολάρια και δεχόμενος τελικά να κατέβει η τιμή στα 1800 αφού ήταν τρία άτομα , εκ των οποίων τα μισά έλαβε ως προκαταβολή.
Μετά από τρεις ή τέσσερις μέρες κάποιος άγνωστος σε εκείνους άνδρας τους ζήτησε να μεταβούν με λεωφορείο στην παραλιακή πόλη Φετιγέ, πράγμα που έκαναν μετά από ταξίδι 12 περίπου ωρών.
Την 20η Απριλίου 2015 βρέθηκαν στο Φετιγέ και στο σταθμό τους τηλεφώνησε κάποιος ο οποίος τους ζήτησε να καθίσουν σε ένα καφενείο.
Μετά από λίγο εμφανίστηκε ένας Σύρος που τους οδήγησε σε μια κοντινή πανσιόν, όπου και παρέμειναν μέχρι το βράδυ. Ο ίδιος, που άλλοτε τον φώναζαν Αμπντούλ και άλλοτε Αχμέντ, κατά τις δύο τα ξημερώματα τους έβαλε μαζί με άλλους μετανάστες σ’ ένα μικρό βαν, αφού ζήτησε και πήρε τα υπόλοιπα χρήματα, και τους οδήγησε σε έναν σκοτεινό όρμο. Εκεί επιβιβάστηκαν σ’ ένα ξύλινο σκάφος.
Όπως περιέγραψαν απολογούμενοι, γύρω στις 04.00 τα ξημερώματα ξεκίνησαν το ταξίδι για την Ελλάδα με άσχημο καιρό και μάλιστα αστειευόμενοι είπαν στους φίλους τους ότι ούτε σωσίβια τους έδωσαν ούτε υπάρχει λέμβος διαφυγής παρά μόνο ένα μικρό φουσκωτό, δεμένο πίσω από το σκάφος. Το πλήρωμα του σκάφους αποτελείτο, όπως υποστήριξαν, από δύο Τούρκους εκ των οποίων ο ένας σήκωσε την άγκυρα και ο άλλος βρισκόταν στο τιμόνι.
Ο καιρός άρχισε να επιδεινώνεται αφού πέρασαν τα βουνά της Τουρκικής ακτογραμμής και τότε προς έκπληξή τους οι δύο Τούρκοι διακινητές έδεσαν με σχοινί το τιμόνι λέγοντάς τους ότι θα τους οδηγήσει στη Ρόδο και στη συνέχεια μπήκαν στη λέμβο, έκοψαν το σχοινί και επέστρεψαν στις τουρκικές ακτές.
Την πράξη τους αυτή, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, την αντιλήφθηκαν λίγοι καθώς οι περισσότεροι ευρίσκοντο στο αμπάρι του σκάφους, αλλά σύντομα επικράτησε πανικός καθώς το καράβι βρισκόταν ουσιαστικά ακυβέρνητο στην ανοικτή θάλασσα.
Τότε εκείνοι κι άλλα δύο – τρία άτομα, έπιασαν το πηδάλιο και όταν χάραζε μπόρεσαν να δούν τη Ρόδο.
Ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν τον απόλυτο έλεγχο του σκάφους διότι οι γνώσεις τους σε θέματα ναυσιπλοΐας ήταν ανύπαρκτες.
Πλησιάζοντας στο λιμάνι, όπως είπαν, ουσιαστικά παραιτήθηκαν από κάθε προσπάθεια καθώς το τιμόνι γύριζε χωρίς να αλλάζει την πορεία του σκάφους και έψαξαν να βρούν, όπως και οι λοιποί επιβάτες, κάποιο σημείο για να κρατηθούν, πιστεύοντας ότι το σκάφος θα προσαράξει στα αβαθή.
Λίγα μέτρα από την ακτή το σκάφος κάπου χτύπησε (προφανώς σε ξέρα) και έγινε κομμάτια. Το επόμενο πράγμα που θυμούνται, όπως είπαν, είναι κάποια κρύα ακτή και ανθρώπους άγνωστους να προσπαθούν να τους βοηθήσουν.
Υποστήριξαν ότι δεν είναι μέλη κυκλώματος διακινητών και ότι ουδέποτε προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν κάποιον με σκοπό το κέρδος. Δεν προκάλεσαν ναυάγιο καθώς όχι μόνο δεν θα είχαν να κερδίσουν κάτι αλλά αντιθέτως θα κινδύνευε η ζωή τους και η ζωή του αδελφού του δεύτερου που βρισκόταν στο ίδιο σκάφος. Αν δεν κυβερνούσαν το σκάφος, όπως είπαν, θα είχαν πνιγεί όλοι.
Όπως απεκάλυψε η «δημοκρατική», οι δύο διακινητές αναγνωρίσθηκαν από 3 θύματα της τραγωδίας.
Θυμίζουμε ότι περισυνελέγησαν συνολικά 93 άτομα, ενώ τρεις εξ’ αυτών ανασύρθηκαν νεκροί. Πρόκειται για τους Αbbas Ahmed του Μahmoud, 23 ετών, υπήκοο Συρίας, Selam Amanuel, 45 ετών, αγνώστων λοιπών στοιχείων, υπήκοο Ερυθραίας και το 5χρονο παιδί της τελευταίας Elud Dawit, αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Σημειώνεται ότι εξετάστηκε από την τακτική Ανακρίτρια Ρόδου και ένας λιμενικός ο οποίος υποστήριξε ότι οι κυβερνήτες του σκάφους είχαν εικόνα ότι το μέρος στο οποίο κατευθυνόταν η γκουλέτα είχε βράχους. Τόνισε συγκεκριμένα ότι φαίνονταν καθαρά οι ακτογραμμές και η μορφολογία του εδάφους.
Επεσήμανε περαιτέρω ότι αποτελεί «πεπατημένη» για τους διακινητές να ρίχνουν τα σκάφη σε βραχώδεις ή απόκρημνες ακτές με σκοπό να είναι εύκολη η διαφυγή και η αποφυγή της σύλληψης είτε για να προκληθεί ναυάγιο και να υπάρχει η ανάγκη παροχής βοήθειας προς όλους με σκοπό οι κυβερνήτες να καταστούν και οι ίδιοι ναυαγοί. Αναφέρθηκε επίσης σε καταθέσεις των ίδιων των μεταναστών, που υποστηρίζουν ότι σκοπός των κυβερνητών ήταν η πρόκληση ναυαγίου, και τόνισε ότι εντύπωση έχει προκαλέσει το γεγονός ότι ενώ οι μετανάστες είχαν τηλέφωνα κανείς δεν τηλεφώνησε για βοήθεια με αποτέλεσμα να συνάγεται το συμπέρασμα ότι το σκάφος είχε κυβερνήτες και ότι κανείς δεν είχε διαισθανθεί τον κίνδυνο.
Η μαρτυρία του τελευταίου έρχεται μάλιστα να ενισχύσει άλλες μεταναστών που φέρουν τους διακινητές να φρόντισαν πριν την πρόκληση του ναυαγίου να «σβήσουν» τα δακτυλικά τους αποτυπώματα από το πηδάλιο.
Ως συνήγορός τους παρέστη ο δικηγόρος κ. Στέλιος Αλεξανδρής.
Σημειώνεται ότι χθες επρόκειτο να καταθέσουν ενώπιον της κ. Ανακρίτριας και δύο μετανάστες, υπέρ των δύο κατηγορουμένων, πλην όμως δεν εμφανίστηκαν ενώπιον της τακτικής Ανακρίτριας Ρόδου. Εικάζεται ότι οι διακινητές δεν μπόρεσαν να τους πείσουν!

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου