Πριν από περίπου δύο χρόνια η αρχόμενη τάση στην κτηματαγορά ήταν η ανταλλαγή ακινήτων με άλλα ή ακόμη και με κινητά περιουσιακά στοιχεία. Τους τελευταίες μήνες, από την προκήρυξη των εκλογών μέχρι σήμερα, η τάση που έχει εδραιωθεί είναι αυτή της παντελούς απουσίας συναλλαγών κάθε μορφής, μιας και υποψήφιοι πωλητές ή αγοραστές αγνοούν εάν τα θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής οικονομίας επιδεινωθούν περαιτέρω ή, εν τέλει, καταρρεύσουν.
Και όπως εξηγούν οι αναλυτές, σε μία αγορά όπου συμβόλαια αγοραπωλησίας δεν γίνονται, δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί το ύψος των τιμών οι οποίες δεν είναι παρά οι ζητούμενες. Ως αποτέλεσμα, αυξάνονται και πληθύνονται οι κατοικίες που πωλούνται προς 20.000 ευρώ ή και χαμηλότερα, με το ενδιαφέρον να παραμένει ανύπαρκτο.
Μία πιο προσεκτική ανάγνωση των δημοσιευμένων αγγελιών φανερώνει χιλιάδες προσφορές κατοικιών σε όλη την Ελλάδα που διατίθενται έως 20.000 ευρώ. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με το εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της Eurobank «7 Ημέρες Οικονομία», από το τρίτο τρίμηνο του 2008 μέχρι και το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς οι τιμές υποχώρησαν, σε ετήσια βάση, κατά 38,26%.
Παράλληλα, η καθίζηση της ζήτησης για ακίνητα οφείλεται και στη συρρίκνωση του επιπέδου χρηματοδότησης των ιδιωτών. Ενδεικτικά, από τον Ιούνιο του 2010 μέχρι και τον Μάρτιο του 2015 καταγράφηκε μείωση της τάξης του 19,37%. Η εξέλιξη αυτή, παράλληλα με τη μείωση της παρούσας αξίας των αναμενομένων διαθέσιμων εισοδημάτων (αρνητικό αποτέλεσμα πλούτου), είχε ως αποτέλεσμα την υποχώρηση της ζήτησης και τη συνεπακόλουθη πτώση του επιπέδου των τιμών των διαμερισμάτων, σύμφωνα με την Eurobank.
Μέχρι 20.000 ευρώ
Έτσι, υπό το βάρος των φορολογικών επιβαρύνσεων και της αναζήτησης ρευστότητας ολοένα και περισσότεροι ιδιοκτήτες βάζουν «πωλείται» στο ακίνητό τους σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές. Και εάν πριν από μία διετιά τα περισσότερα πωλητήρια αφορούσαν κατοικίες που χρειάζονταν αναπαλαίωση ή ήταν υμιυπόγειες, πλέον, ένας ολοένα και αυξανόμενος αριθμός αυτών είναι σε καλή κατάσταση αν είναι μεγάλης παλαιότητας.
Συγκεκριμένα πωλούνται προς:
-15.000 ευρώ ισόγειο διαμέρισμα 42 τ.μ, κατασκευής 1980 στην Πετρούπολη
-13.500 ευρώ διαμέρισμα 44 τ.μ., κατασκευής 1965, στην περιοχή Γκύζη, τρίτου ορόφου χωρίς ασανσέρ.
– 15.000 ευρώ ισόγειο διαμέρισμα 31 τ.μ., κατασκευής 1975, με φυσικό αέριο και ασανσέρ στομ Πειραιά
-17.000 ευρώ ισόγειο διαμέρισμα 33 τ.μ., κατασκευής 1973, μπάνιο, με κεντρική θέρμανση, στον Άλιμο
– 12.000 ευρώ γκαρσονιέρα 29 τ.μ., κατασκευής 1967 με θέα σε κήπο στην Αθήνα.
-20.000 ευρώ διαμέρισμα 45 τ.μ., 1ου ορόφου, κατασκευής 1965, άριστης κατάστασης στην Κυψέλη
-17.000 ευρώ ισόγειο διαμέρισμα 50 τ.μ., κατασκευής 1965, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Η προσφορά χαμηλότιμων σπιτιών αυξάνεται κατακόρυφα, εάν συμπεριληφθούν ακίνητα που χρήζουν ανακαίνισης ή είναι ημιυπόγεια.
Όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, η απόκτηση ενός φθηνού σπιτιού θα σηματοδοτούσε την άντληση υπεραξιών σε περίπτωση βελτίωσης του οικονομικού κλίματος ή αναβάθμισης της περιοχής που το ακίνητο βρίσκεται. Αλλά και την δημιουργία προσόδων σε περίπτωση εκμίσθωσής του. Εάν, τέλος, υποχωρούσαν απότομα οι τιμές, ο αγοραστής μίας φθηνής κατοικίας θα ήταν αντιμέτωπος με συγκρατημένη απομείωση της αξίας της.
Το δυσμενές όμως, οικονομικό κλίμα διατηρεί «παγωμένο» το αγοραστικό ενδιαφέρον.
capital.gr