Τον κίνδυνο παύσης της λειτουργίας των επτά Πολυδύναμων Ψυχοδιαγνωστικών Κέντρων του ΚΕΘΕΑ, που μέσα στο έτος υποστήριξαν 1.463 άτομα, υπογραμμίζουν οι εκπρόσωποι του Κέντρου, με την κυβέρνηση να προσπαθεί να βρει λύση στο πρόβλημα της υποστελέχωσης. Τα Κέντρα ξεκίνησαν στα μέσα του 2013 με πόρους του ΕΣΠΑ, το πρόγραμμα λήγει μέσα Ιουλίου και η μόνη προϋπόθεση για τη συνέχιση της λειτουργίας τους είναι η διασφάλιση της στελέχωσής τους, με 42 μέλη θεραπευτικού προσωπικού διαφόρων ειδικοτήτων.
«H παύση λειτουργίας των Κέντρων θα σημάνει την παλινδρόμηση μιας εξαιρετικά ευάλωτης ομάδας σε συνθήκες εξάρτησης, έξαρσης της ψυχικής ασθένειας και κοινωνικού αποκλεισμού», ανέφερε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ναρκωτικών (26 Ιουνίου), ο Γεράσιμος Νοταράς, πρόεδρος του ΚΕΘΕΑ.
«Ψάχνουμε να βρούμε τρόπους συνέχισης της λειτουργίας τους» δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Γιώργος Κατρούγκαλος, που παραβρέθηκε στην εκδήλωση και αυτό μπορεί να γίνει «μέσω βραχυπρόθεσμων συμβάσεων», καθώς, όπως είπε, «η χρονιά είναι δύσκολη για μόνιμες λύσεις» εκφράζοντας παράλληλα την ελπίδα «από την επόμενη χρονιά να μας επιτραπεί να προχωρήσουμε σε μονιμότερες λύσεις».
Την ανάγκη για πολύπλευρες παρεμβάσεις στον τομέα των ναρκωτικών και ελλείψεις πόρων σε μια περίοδο νέων αναγκών και προκλήσεων, διαπιστώνει ο απολογισμός έργου του ΚΕΘΕΑ, με το κ. Νοταρά να δίνει έμφαση στη συνεχιζόμενη μείωση του προσωπικού, η οποία ανέρχεται από το 2009 μέχρι σήμερα σε 95 άτομα. Τέλος Δεκεμβρίου 2014 το ΚΕΘΕΑ διέθετε 467 εργαζόμενους, οι οποίοι είναι κατανεμημένοι σε περισσότερες από 100 μονάδες πανελλαδικά, και από το 2006 «δεν έχει γίνει καμία πρόσληψη», με αποτέλεσμα «πολλές μονάδες να βρίσκονται στο κόκκινο».
Όπως είπε ο κ. Νοταράς το ΚΕΘΕΑ, αδυνατεί να ανταποκριθεί στα συνεχή αιτήματα για νέες υπηρεσίες από 15 περιοχές της χώρας, ούτε να υλοποιήσει πολλές από τις προγραμματισμένες δράσεις του και συγχρόνως, η κρατική επιχορήγηση προς το ΚΕΘΕΑ μειώνεται από έτος σε έτος, ενώ, μέχρις στιγμής για το 2015 πιστώνονται στον Οργανισμό μόνο τα κονδύλια που αντιστοιχούν στις δαπάνες μισθοδοσίας των εργαζομένων και όχι στις άλλες ανάγκες του.
Οι εκπρόσωποι του ΚΕΘΕΑ απευθύνουν έκκληση στο υπουργείο Υγείας να εξασφαλίσει τις ανθρώπινες και υλικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία αποτελεσματικών προγραμμάτων πρόληψης και θεραπείας.
Μέσα στη χρονιά η ζήτηση για υπηρεσίες παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα, και το ΚΕΘΕΑ προσέφερε συνολικά 8.000 θέσεις θεραπείας σε χρήστες ουσιών οι οποίοι βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια: σε μονάδες άμεσης πρόσβασης, σε σωφρονιστικά καταστήματα, σε συμβουλευτικούς σταθμούς στην κοινωνία, σε μονάδες ψυχικής απεξάρτησης, στη φάση της κοινωνικής και εργασιακής επανένταξης. Υποστήριξε επίσης 6.500 μέλη οικογενειών, γονείς, συντρόφους, αδέλφια και παιδιά χρηστών. Σημαντική είναι η ανταπόκριση όσων έχουν ανάγκη από βοήθεια στα ειδικά προγράμματα και τις παρεμβάσεις που υλοποιούνται στον δρόμο, στις φυλακές και για άτομα με άλλες μορφές εξάρτησης, συμπεριλαμβανομένων και όσων παρουσιάζουν διπλή διάγνωση, δηλαδή εξάρτηση μαζί με κάποιας μορφής ψυχιατρική διαταραχή.
Προφίλ χρηστών
Οι χρήστες βιώνουν εκτεταμένο κοινωνικό αποκλεισμό και έχουν έλλειψη βασικών πόρων, εφοδίων και αγαθών σε πολλά επίπεδα. Οι χρήστες που προσέγγισαν το ΚΕΘΕΑ το 2014 ήταν στη συντριπτική τους πλειονότητα άνδρες (86,3%), ελληνικής υπηκοότητας (90,4%), με μέση ηλικία ήταν τα 30,2 έτη. Η διαδρομή τους στη χρήση άρχισε κατά μέσο όρο στα 16. Ένας στους 2 δεν έχει απολυτήριο λυκείου, 6 στους 10 είναι άνεργοι και 2 στους 10 έχουν περιστασιακή ή επισφαλή εργασία. Σε ποσοστό 17,6% είναι άστεγοι ή διαμένουν σε προσωρινή στέγη. Τέσσερις στους 10 αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, κυρίως ηπατίτιδα και ορθοπεδικά και 6 στους 10 έχουν νοσηλευτεί στο παρελθόν. Τα 3/4 αναφέρουν συλλήψεις, κατά μέσο όρο 5, ενώ το 1/4 όσων είχαν συλληφθεί φυλακίστηκαν.
Επίσης, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΚΕΘΕΑ, αύξηση παρουσιάζει η χρήση κάνναβης ως κύριας ουσίας κατάχρησης. Αν και η επικρατέστερη κύρια ουσία κατάχρησης εξακολουθεί να είναι η ηρωίνη, σε ποσοστό 54,5%, τα ποσοστά αναφοράς της μειώνονται σταθερά τα τελευταία χρόνια . Αντίθετα, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, καταγράφεται αύξηση της επικράτηση της κάνναβης ως κύριας ουσίας κατάχρησης, από 20,5% το 2011 σε 32,1% το 2014, θέτοντας νέες προκλήσεις σε επίπεδο πρόληψης και θεραπείας.
ΑΠΕ-ΜΠΕ