Εκείνη τη στιγμή, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να παρουσιάσουν τις παραδοσιακές λιχουδιές του νησιού τους και την παραγκωνισμένη ιστορία τους. Αδιαφορούσαν για τη συμφωνία με τους δανειστές, δεν τους προβλημάτιζε το αν θα βρεθούμε εκτός Ευρώπης, δεν τους ένοιαζε αν την επόμενη μέρα θα πουλούσαν τα προϊόντα τους σε δραχμές. Πολιτιστικοί, εξωραϊστικοί και γυναικείοι σύλλογοι εννιά διαφορετικών αιγαιοπελαγίτικων νησιών συγκεντρώθηκαν την περασμένη Κυριακή στην Πάτμο για να δηλώσουν παρόντες στο 8ο Φεστιβάλ Γεύσης και Παράδοσης Αιγαίου, που συνδιοργάνωσαν η εφημερίδα τα «Πατμιακά Χρονικά» μαζί με το Δήμο Πάτμου και την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου.
Από νωρίς το απόγευμα στη Σκάλα, στο λιμάνι της Πάτμου, υπήρχε έντονη κινητικότητα. Με φόντο ένα μεγάλο κυπριακό κρουαζιερόπλοιο, οι χορευτές ετοίμαζαν τις φορεσιές τους, στη γραμματεία οι εθελοντές του Φεστιβάλ κατέγραφαν τα φαγητά που κατέβαιναν στο διαγωνισμό και τα μέλη των συλλόγων τοποθετούσαν τα καλούδια τους στους πάγκους. Δίπλα-δίπλα, εκπρόσωποι από τη Φολέγανδρο, την Τήνο, τη Σάμο, τη Λέρο, τους Φούρνους, την Κάλυμνο, τους Λειψούς, το Αγαθονήσι, και φυσικά από την Πάτμο, γνωρίζονταν μεταξύ τους, αντάλλαζαν πληροφορίες για τα αγαθά τους, μοίραζαν ενημερωτικά φυλλάδια για το νησί τους και προετοιμάζονταν για να υποδεχθούν τους επισκέπτες.
Παρότι προέρχονταν από διαφορετικά νησιωτικά συμπλέγματα, μολονότι κάποιοι εξ αυτών δεν είχαν «παραδοσιακές» συνταγές να επιδείξουν, αλλά μόνο εξαιρετικά ντόπια προϊόντα, όπως θυμαρίσιο μέλι, και παρά το γεγονός ότι οι πολιτιστικές τους ταυτότητες διαφέρουν αρκετά, είχαν ένα συνεκτικό στοιχείο που «σκέπαζε» όλες τις αντιφάσεις: το Αιγαίο. Ταξίδεψαν μέχρι και έξι ώρες από το νησί τους για να φτάσουν στην Πάτμο, κουβάλησαν τα φαγητά από τα σπίτια τους, αγόρασαν -στην πλειοψηφία τους- με δικά τους χρήματα τα υλικά, φιλοξενήθηκαν σε φίλους και γνώστους, ξόδεψαν χρόνο από την προσωπική τους ζωή και πειραματίστηκαν για μέρες με διάφορα πιάτα, μόνο και μόνο για να ενωθούν κάτω από το ίδιο Φεστιβάλ, για να υπερασπιστούν, σε πείσμα των καιρών, το νησιωτικό χαρακτήρα της Ελλάδας.
Φαγητό σημαίνει ιστορία
Γύρω στις έξι, πίσω από την γραμματεία, παρατηρούσα τους συμμετέχοντες να καταθέτουν τα φαγητά τους. Πιατέλες, τάπερ και δίσκοι πήγαιναν κι έρχονταν, ώσπου κάποια στιγμή μια κυρία ανοίγει με την αυτοπεποίθηση ενός μάγου τη γάστρα της και λέει «καβουρμάς». Ωχ! Κι εγώ που νόμιζα ότι ο καβουρμάς ήταν αποκλειστικά μακεδονίτικο έδεσμα, αμ δε! «Οι σφουγγαράδες της Καλύμνου όταν έφευγαν μετά το Πάσχα για το οχτάμηνο ταξίδι τους, έπαιρναν μαζί τους χοιρινό ή βοδινό κρέας μαγειρεμένο με λίπος για να διατηρείται», εξηγεί η κυρία Φανή Ψαρρά, μέλος του τοπικού συλλόγου γυναικών «Ήρα». «Και γαλέτες, πες καλέ ότι έπαιρναν μαζί τους και γαλέτες!», φώναξε με ενθουσιασμό ένα άλλο μέλος του συλλόγου, η κυρία Καλλιόπη Αλεξανδράκη. Καβουρμάς και γαλέτες λοιπόν, αυτό ήταν το φαγητό των σφουγγαράδων· μέσα από τις λαίμαργες μπουκιές τους περιγράφεται με ακρίβεια η ιστορία ενός ολόκληρου νησιού.
Βέβαια, μπορεί όντως το φαγητό να αποτυπώνει την ιστορία ενός τόπου, ταυτόχρονα όμως αποτελεί τρόπο έκφρασης, δημιουργίας κι εξέλιξης. Η Πάτμος για παράδειγμα, που λόγω ιστορικών και οικονομικών παραγόντων δεν ανέπτυξε ποτέ μια συγκεκριμένη κουζίνα με δικά της χαρακτηριστικά πιάτα, πραγματοποιεί την τελευταία πενταετία μια συστηματική προσπάθεια εμπλουτισμού και εξέλιξης της ντόπιας κουζίνας. Αναπόσπαστο μέρος της εν λόγω προσπάθειας, οι σεφ που δραστηριοποιούνται στο νησί και αγωνίζονται για να αποκτήσει η Πάτμος γαστρονομική κουλτούρα ώστε να αναβαθμίσει (και) με αυτό τον τρόπο το τουριστικό της προϊόν. «Ίσως η πιο σημαντική διάσταση του Φεστιβάλ είναι ότι λειτουργεί ως αφορμή για τους κατοίκους των νησιών να ασχοληθούν εκ νέου με την κουζίνα τους, να ανακαλύψουν ή να θυμηθούν ξανά τα προϊόντα της γης τους και να εκφραστούν μέσω αυτών», σημειώνει ο σεφ του εστιατορίου «Apocalypsis», Δημήτρης Παμπόρης, ο οποίος για την εκδήλωση, μεταξύ άλλων, είχε ετοιμάσει μίνι μπέργκερ με παστή σαρδέλα και κέτσαπ φτιαγμένη από φασόλια γίγαντες.
«Πατμοκίνηση»
Τον είδα χαρούμενο πάνω στη σκηνή, λες και βρισκόταν στο φυσικό του μέρος. Χαρούμενο και περήφανο που το Φεστιβάλ που είχε αρχίσει να παρουσιάζει πριν εφτά χρόνια όχι μόνο επιβιώνει, αλλά μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο. Ο βουλευτής Β’ Αθηνών του Ποταμιού, Γιώργος Αμυράς, που το Σάββατο είχε διοργανώσει στο νησί δυο ποδηλατοδρομίες, μία για ενήλικες και μία για παιδιά, φανερά ευδιάθετος, έδωσε μια άλλη οπτική γωνία του Φεστιβάλ Γεύσης και παράδοσης Αιγαίου. Στο διάλειμμα της παρουσίασης, όταν στήσαμε ένα πηγαδάκι ανάμεσα σε μουσικά όργανα και παραδοσιακές φορεσιές, τον ρώτησα πώς θα χαρακτήριζε το Φεστιβάλ με μία μονάχα λέξη. «Πατμοκίνηση», απαντάει αυθόρμητα, «θα το ονόμαζα Πατμοκίνηση γιατί αφενός κινητοποίησε τους ντόπιους παραγωγούς, αφετέρου τους έφερε σε επαφή με τις κρατικές υπηρεσίες. Με άλλα λόγια, έβαλε μπρος τις μηχανές παραγωγής του νησιού», διευκρίνιζει.
Τουρίστες που γοητευμένοι δοκίμαζαν ψάρι σαβόρι από την Τήνο, παιδιά που μάθαιναν γεωγραφία μέσα από τα ονόματα των νησιών, ηλικιωμένοι που έπιναν τσίπουρο εξιστορώντας παλιές «περιπέτειες» στο ακροατήριό τους, νοικοκυρές που περήφανες έδειχναν τα φαγητά τους και κρέμονταν από τα χείλη σου για να ακούσουν την κριτική σου, άγνωστα προϊόντα -όπως το αβγό τουρσί από τους Φούρνους- που προβάλλονταν στους πάγκους, παραγωγοί που έκλειναν συμφωνίες με αγοραστές, κόσμος χαρούμενος που χόρευε και διψούσε για ζωή, κάπου εκεί, σε μια ακρούλα του Αιγαίου. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από ένα Φεστιβάλ Γεύσης;
Γιάννης Παπαδημητρίου