Οι αδελφοί Μαυρίκοι είναι πάντα εκεί και σας υποδέχονται με χαμόγελο και έμφυτη ευγένεια στην κατάλευκη, βοτσαλωτή αυλή τους, με τα λευκά αραμπέσκ σταυροθόλιά, τα στρωμένα με ολόλευκα, λινά τραπεζομάντιλα τραπέζια της και τις vintage καρέκλες κήπου – μια από τις γοητευτικότερες αυλές εστιατορίου σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Στα ογδόντα έξι χρόνια που βρίσκεται σε αυτή την πλατεία, στην είσοδο της Λίνδου (το πρώτο εστιατόριο της οικογένειας άνοιξε το 1912, σε άλλη θέση) η σκιερή αυλή αυτή αυλή έχει φιλοξενήσει από αρχηγούς κρατών, πρωθυπουργούς και εστεμμένους μέχρι διασημότητες του κινηματογράφου και των λοιπών τεχνών, με τον ίδιο ζεστό κι άψογα επαγγελματικό τρόπο, που φιλοξενούμεθα κι εμείς.
Πριν εστιάσω στο ίδιο το ζητούμενο της γεύσης, θα ήθελα να σταθώ στη μακροβιότητα και τη διαχρονικότητα του χώρου. Δεν υπάρχουν πολλά εστιατόρια στην Ελλάδα, που η ιστορία τους να ξεπερνάει τα εκατόν επτά χρόνια ζωής και μάλιστα με τέτοια μαγειρική συνέπεια, που είναι μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις της γαστρονομίας. Όποτε κι αν δοκίμασα τη σουπιά με το μελάνι της και γλυκό κρασί, τη λακάνη τους ή την ψητή τους κότα με το δεντρολίβανο ήταν, σταθερά το ίδιο νόστιμα, με μοναδική ασυνέπεια πως ήταν κάθε φορά κι ένα κλικ καλύτερα.
Μιλώντας με τον οικονομολόγο Μιχάλη Μαυρίκο, τον διευθυντή του εστιατορίου – ο αδελφός του, ο Δημήτρης, μετά τις σπουδές ξενοδοχείας, ανέλαβε, με σεμνότητα, το ρόλο του σεφ – μαθαίνω πως και ο παππούς τους, που ξεκίνησε την επιχείρηση, υπήρξε ταλαντούχος και δεκτικός στη γνώση μάγειρας, ο οποίος, καθώς διηγείται ο Μιχάλης Μαυρίκος, «κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής του νησιού, γοητευμένος από τον τρόπο που οι Ιταλοί μαγειρεύουν τα ζυμαρικά τους και το ρύζι, θέλησε να μάθει την τέχνη τους κι έτσι μυήθηκε στα μυστικά της ιταλικής κουζίνας, τα οποία, φυσικά προσάρμοσε στη δική του ροδίτικη κουζίνα. Σε αυτά τα χνάρια βαδίζει κι η δική μας κουζίνα σήμερα και για αυτό ακόμα και οι Ιταλοί σεφ που δοκιμάζουν τα ζυμαρικά μας ενθουσιάζονται». Εκτίμησα τη διακριτικότητα με την οποία απέφυγε το name dropping καθόλη τη διάρκεια της συζήτησης μας και πως η μοναδική φορά που αναφέρθηκε σε κάποια από τις προσωπικότητες που επισκέφθηκαν το εστιατόριο τους αφορούσε τη σπανακόπιτα που συγκίνησε τη βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας, η οποία κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στο νησί επέμεινε να γευματίσει, ιδιωτικώς, στο Μαυρίκος, που της θυμίζει τα παιδικά της χρόνια στην Ελλάδα, όπως κι η «πεντανόστιμη σπανακόπιτα τής θύμισε τις μέρες που νήστευαν στο παλάτι».
Το ενδιαφέρον για μένα ήταν πως η διήγηση του συμβάντος πέρασε μες την κουβέντα μας με αφορμή την υπερηφάνεια που νιώθουν οι αδελφοί Μαυρίκοι, επειδή σερβίρουν, ακόμα και σε εστεμμένους, «την απλή, αλλά αληθινή κουζίνα του τόπου μας», πράγμα που είχαν κατακρίνει, μαθαίνω, οι ιθύνοντες συντοπίτες του, που τηλεφωνούσαν για να μάθουν τι μενού σχεδίασαν για την επίσκεψη της βασίλισσας και σοκάρονταν από την παρουσία μιας ταπεινής σπανακόπιτας. Προφανώς, δεν αντιλαμβάνονται πόσο γοητευτικό μπορεί να είναι το απλό καλοφτιαγμένο φαγητό, αλλιώς δεν θα διαβάζαμε στον τύπο για όλα αυτά, τα τετριμμένα και βαρετά μενού με τα οποία υποδέχονται τους επίσημους φιλοξενούμενους μας οι αρχές του τόπου μας.
Μακάρι να είχαμε και σε άλλα μας νησιά τόσο μακρόβια εστιατόρια- πρεσβευτές της ελληνικής τοπικής κουζίνας!
Κεντρική πλατεία Λίνδου, Ρόδος, τηλ.2244031232
Από την Θάλεια Τσιχλάκη
Πηγή: eatme Ιουλίου. Το eatme κυκλοφορεί την πρώτη Κυριακή κάθε μήνα με το Έθνος της Κυριακής