Κάθε 1 πρόσθετο ευρώ από την τουριστική δραστηριότητα δημιουργεί πρόσθετη οικονομική δραστηριότητα έως € 1,65 και άρα, συνολικά, το ΑΕΠ αυξάνει κατά €2,65 αναφέρει το ΙΝΣΕΤΕ εκφράζοντας τη διαφωνία του στις εκτιμήσεις της ΕΣΕΕ ότι το λιανεμπόριο δεν επωφελείται από την αύξηση του τουρισμού.
Το ΙΝΣΕΤΕ σημειώνει ότι τα στοιχεία για τις επιπτώσεις του τουρισμού στο λιανεμπόριο που αναφέρονται στο σημείωμα της ΕΣΕΕ έχουν παρερμηνευτεί ή δεν αποτυπώνουν επακριβώς την πραγματικότητα.
Τα σημεία που διατυπώνει ενστάσεις είναι ότι το all inclusive θολώνει τη θετική πορεία και τα γενικότερα οφέλη της τουριστικής δραστηριότητας, ότι οι περισσότεροι τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας είναι μέσου και χαμηλού εισοδήματος ή ότι δεν δαπανούν στην αγορά παρά μόνο σε σούπερ μάρκετ λόγω Airbnb. Στην ανάλυσή του εξηγεί:
Για το all inclusive
Ο ισχυρισμός ότι το υπόδειγμα all inclusive θολώνει τη θετική πορεία και τα γενικότερα οφέλη της τουριστικής δραστηριότητας δεν ευσταθεί. Δύο πρόσφατες μελέτες – η μια του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ – δείχνουν ότι οι πελάτες All Inclusive δαπανούν στο λιανεμπόριο παρόμοια ή και υψηλότερα ποσά από αυτά που δαπανούν οι άλλοι πελάτες, ενώ δαπανούν λιγότερα χρήματα για εστίαση εκτός ξενοδοχείου λόγω του γεγονότος ότι η σίτιση καλύπτεται μέσω του τουριστικού πακέτου.
Σύμφωνα με την έρευνα “Εμπόριο και Τουρισμός στην Κρήτη” που εκπόνησε το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ το 2014, σε δείγμα σε 1.300 τουριστών με στρωματοποίηση κατά αεροδρόμιο άφιξης και κατά χώρα προέλευσης, η δαπάνη των τουριστών στα εμπορικά καταστήματα και στα εστιατόρια/μπαρ, ανάλογα με τον τύπο καταλύματος που διέμειναν.
Δεν καταγράφονται όλα τα έσοδα λόγω φοροδιαφυγής
Ενώ το 2016 οι εισαγωγές καταναλωτικών αγαθών αυξήθηκαν κατά 6,3%, ο ΔΚΕ στο λιανικό εμπόριο μειώθηκε κατά -2%, ενώ το 2017 η αύξηση των εισαγωγών καταναλωτικών αγαθών κατά 7,4% – και των τουριστικών εισπράξεων κατά 10,5% – συνοδεύθηκε από μια αύξηση του ΔΚΕ στο λιανικό εμπόριο μόλις κατά 1,7%.
Η αναντιστοιχία αυτή οφείλεται – αυτονόητα – στην έξαρση των μη καταγεγραμμένων συναλλαγών – που φυσικά δεν περιορίζονται στον κλάδο του λιανικού εμπορίου. Αναμφισβήτητα βασική αιτία για την έξαρση αυτή είναι η υπέρμετρη και αντιαναπτυξιακή υπερφορολόγηση που πλήττει συνολικά αλλά – με διαφορετικούς τρόπους – όλους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Όσον αφορά στην επίπτωση του μοντέλου της βραχυχρόνιας μίσθωσης σε υποκλάδους του λιανικού εμπορίου – πέρα από τα οικονομικά κόστη για τον επιχειρηματικό τομέα των καταλυμάτων και τα διαφυγόντα δημοσιονομικά έσοδα που συνεπάγεται η μη-ολοκλήρωση της ρύθμισης της δραστηριότητας αυτής μέχρι σήμερα – πρέπει να σημειωθεί και η σημασία της εσωτερικής χρηματοοικονομικής οργάνωσης των επιχειρήσεων και ο βαθμός συγκέντρωσης σε κάθε επιμέρους υποκλάδο για την εκτίμηση των αντίστοιχων ΔΚΕ.
Για το οικονομικό προφίλ των τουριστών
Σύμφωνα με τα στοιχεία παγκόσμιας έρευνας σε δείγμα μισού εκατομμυρίου ανθρώπων, σχεδόν το 60% των εισερχόμενων τουριστών στην Ελλάδα προέρχεται από τις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις. Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ότι σύμφωνα με έρευνα της TUI, του μεγαλύτερου Tour Operator παγκοσμίως που επίσης παρουσιάστηκε στο προαναφερθέν συνέδριο Διευθυντών Ξενοδοχείων στην Ρόδο, ο χαμηλότερος βαθμός ικανοποίησης των πελατών της από τις παροχές και ευκολίες που χρησιμοποιούν στην Ελλάδα είναι στο χώρο του shopping με βαθμό ικανοποίησης 69,8%, έναντι 71,3% για το περιβάλλον, 76,3% για τις πολιτιστικές δραστηριότητες, 83,4% για τις παραλίες, 84,6% για τον προορισμό συνολικά και 90,9% για τα ξενοδοχεία. Σε παρόμοια συμπεράσματα καταλήγουν και οι ετήσιες έρευνες της GBR Consulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Αθήνας – Αττικής & Αργοσαρωνικού και της αντίστοιχης της Θεσσαλονίκης. Αναμφισβήτητα, η βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών και προϊόντων από την αγορά θα οδηγήσει και σε αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης των τουριστών.
Η Ελλάδα δεν είναι φθηνός προορισμός
Η αντίληψη ότι η Ελλάδα είναι φθηνός προορισμός είναι εσφαλμένη. Μεταξύ άλλων, για τις περισσότερες βασικές αγορές εισερχόμενου τουρισμού η πρόσβαση είναι αεροπορική και άρα ένα ταξίδι στην Ελλάδα εξ’αυτού και μόνο του γεγονότος δεν μπορεί να είναι φθηνό. Η επιβολή υψηλής φορολογίας ευρύτερα στον κλάδο αλλά και ειδικότερα στις μεταφορές καθιστούν την Ελλάδα ως προορισμό συνολικά ακριβό και οριακά πλέον ανταγωνιστικό με τις γείτονες χώρες.
Πόσα αφήνουν οι Ελληνες τουρίστες
Αν και η σημασία του εσωτερικού τουρισμού είναι αναμφισβήτητη, ιδιαίτερα για τις περιοχές στις οποίες αποτελεί τον κύριο πελάτη, σύμφωνα με την Έρευνα Διακοπών της ΕΛΣΤΑΤ, η δαπάνη των Ελλήνων για τουρισμό στην Ελλάδα το 2017 ανήλθε σε 1,4 δισ. ευρώ, δηλαδή λιγότερο από 10% από την δαπάνη του εισερχόμενου τουρισμού. Επίσης, η Μέση κατά Κεφαλή Δαπάνη του εσωτερικού τουρίστα ανέρχεται σε 280 ευρώ (ποσό στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το αντίτιμο των εισιτηρίων μετάβασης στον προορισμό) έναντι 520 ευρώ του εισερχόμενου τουρίστα (ποσό που αφορά μόνο την δαπάνη εντός της χώρας και δεν συμπεριλαμβάνει το αντίτιμο των εισιτηρίων μετάβασης εδώ). Τέλος, η δαπάνη του εσωτερικού τουρίστα αποτελεί μέρος των εγχώριων καταναλωτικών δαπανών ενώ η δαπάνη των εισερχόμενων τουριστών αποτελεί μέρος των εξαγωγών της χώρας, αντιπροσωπεύοντας περίπου 25% του συνόλου και καλύπτοντας άνω του 80% του ελλείμματος Ισοζυγίου Αγαθών.