Το ιστορικό εστιατόριο των αδελφών Μαυρίκων, των ιπποτών της γευστικής παράδοσης του νησιού
Ακολουθώντας τη διαδρομή των πενήντα πέντε σχεδόν χιλιομέτρων από την πόλη της Ρόδου, στην τελευταία αριστερή στροφή ο κατηφορικός δρόμος καταλήγει σε ένα πλάτωμα, σε ένα είδος πλατείας πριν την είσοδο της Λίνδου.
Σήμερα πια την κατακλύζουν τα ταξί και τα λεωφορεία που μεταφέρουν επισκέπτες στην παλιά πόλη.
Καθώς το βλέμμα μου στρέφεται στη γνώριμη επιγραφή «Mavrikos-since 1933» νιώθω ήδη μια ευφορία. Ξέρω πως διαβαίνοντας την αψιδωτή είσοδο του εστιατορίου θα μπω σε έναν πολύ ιδιαίτερο χώρο όπου θα συναντήσω τους αδελφούς Μαυρίκους, φιλόξενους ιδιοκτήτες, εστιάτορες τρίτης γενεάς κι αδιαμφισβήτητους θεματοφύλακες της γευστικής παράδοσης του νησιού. Δυο ανθρώπους που υποδέχονται πάντα τους «φιλοξενούμενους» τους με πηγαίο χαμόγελο και αληθινή ευγένεια.
Ο χώρος του εστιατορίου τους είναι στην ουσία μια μεγάλη βοτσαλόστρωτη αυλή, με τις λευκές τυπικά ροδίτικες αψίδες της και τις πυκνές κληματαριές της για σκιερή «οροφή». Τα τραπέζια της, στρωμένα με ολόλευκα τραπεζομάντιλα και οι ξύλινες πτυσσόμενες καρέκλες κήπου, μαζί με τις δεκάδες φωτογραφίες στους τοίχους «μιλούν» υπαινικτικά για την ιστορία των ογδόντα οκτώ χρόνων τους –υπολογίζω μόνο όσα βρίσκεται το εστιατόριο σε αυτή την ίδια θέση, στην είσοδο της Λίνδου, χωρίς να λαμβάνω υπόψη πως ο παππούς Μαυρίκος πρωτάνοιξε το ομώνυμο εστιατόριο, το 1912, σε άλλη θέση.
Σε αυτή τη σκιερή αυλή, όπως εξιστορούν οι φωτογραφίες, έχουν απολαύσει το γεύμα τους, ισότιμα, οι χιλιάδες επισκέπτες του νησιού κι ανάμεσα τους αρκετές δεκάδες σημαντικές προσωπικότητες της πολιτικής και των τεχνών. Και όλοι τους έχουν φύγει γοητευμένοι τόσο από την ίδια απαράμιλλα φιλόξενη υποδοχή του Μιχάλη Μαυρίκου –με σπουδές οικονομολόγου- και το γευστικότατο, αληθινό φαγητό του Δημήτρη Μαυρίκου, όσο και από τον άψογο επαγγελματισμό τους και τη συνέπειά τους. Και ως συνέπεια ορίζω την αδιάλειπτη παρουσία και την σταθερά κορυφαία ποιότητα όλων όσων συνθέτουν το σύνολο ενός εστιατορίου· από την επιλογή των πρώτων υλών μέχρι το ίδιο το φαγητό και από την υποδοχή μέχρι το σέρβις και τον αποχαιρετισμό.
Οι NYT γράφουν για τον Μαυρίκο
Η κουζίνα που «διακονεί» ο ταλαντούχος μάγειρας αδελφός Δημήτρης Μαυρίκος –σπουδές ξενοδοχειακές– στηρίζεται στα ντόπια κι ολόφρεσκα λαχανικά και φρούτα, καθώς και στα διάφορα άλλα υλικά που προμηθεύεται από τους παραγωγούς και τους ψαράδες νησιού με έμφαση στο βέλτιστο της κάθε εποχής. Έτσι καταφέρνει και παρουσιάζει μια πολύ ενδιαφέρουσα και εκλεπτυσμένη, ιδιωματική εκδοχή της ροδίτικης παραδοσιακής κουζίνας.
Τα εμβληματικά πιάτα του Μαυρίκου
Το συναρπαστικό για όποιον θελήσει να αναλύσει τη λογική των φαγητών του, θα έλεγα πως είναι το χάρισμά του να ενθέτει με γοητευτικό τρόπο και «νέα» υλικά, καταθέτοντας μια εκδοχή που όχι μόνο δεν αλλοιώνει την ταυτότητα των παραδοσιακών συνταγών, αλλά αντίθετα, γίνεται διαβατήριο για τη διαιώνιση τους. Όταν, για παράδειγμα, συνδυάζει τη γλυκοκολοκύθα και το πορτοκάλι με τον ταραμά του ή μαγειρεύει το φινόκιο με γλυκό κρασί και ντοματίνια και τα καλαμαράκια με σαφράν παντζάρι και κρέμα περγαμόντο και σερβίρει την μελιτζάνα κρύα, με κρεμμύδι και καρότο σαν ελαφρύ τουρσί δεν ακολουθεί κατά γράμμα κάποια παράδοση, αλλά όσο γεύεσαι τα πιάτα του τόσο έχεις την αίσθηση ότι κινείσαι μεταξύ της ευχάριστης έκπληξης μιας πρωτότυπης συνταγής και της ασφάλειας που σου δημιουργεί ό,τι αναγνωρίζεις ως οικείο και προσφιλές. Ποιο φαγητό του από προηγούμενες φορές να φέρω στο νου μου και να μη συγκινηθώ με τη νοστιμιά την αλήθεια του; Τη σουπιά με το μελάνι της και γλυκό κρασί, την παραδοσιακή λακάνη του ή το γιουβετσάκι με μοσχάρι, πορτοκάλι, κανέλα, δάφνη, κρεμμύδια και ολόκληρες σκελίδες γλυκοφάγωτου σκόρδου; Πιάτα πάντα το ίδιο νόστιμα, αλλά κάθε φορά κι ένα κλικ καλύτερα.
Αυτή η υπέροχη κουζίνα, αυτή η μοναδική αίσθηση εστιατορικής φιλοξενίας είναι που με κάνει να πιστεύω πως οι αδελφοί Μαυρίκοι είναι αληθινοί ιππότες-θεματοφύλακες της γευστικής παράδοσης του νησιού τους.
Πηγή travel.gr