Η οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου
Η αυξημένη, επταμελής, σύνθεση του Α΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε κατά πλειοψηφία ότι οι περικοπές των επικουρικών συντάξεων που χορηγούνται από τα ασφαλιστικά Ταμεία είναι συνταγματικές και σύμφωνες προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), αλλά λόγω μείζονος σπουδαιότητας του ζητήματος η υπόθεση παραπέμφθηκε για οριστική κρίση στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου.
Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα, το ίδιο Τμήμα του ΣτΕ είχε κρίνει ότι είναι συνταγματικές οι περικοπές των κυρίων συντάξεων, ενώ και πάλι λόγω σπουδαιότητας του ζητήματος παρέπεμψε το θέμα στην Ολομέλεια για οριστική κρίση.
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ απασχόλησαν οι προσφυγές συνταξιούχων της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος που διεκδικούσαν αποζημίωση (σύμφωνα με τον το άρθρο 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα) για τη ζημιά που υπέστησαν από τις περικοπές των επικουρικών συντάξεών τους που έγινε το 2011 από τα ασφαλιστικά τους Ταμεία (ΕΤΑΤ ήδη ΕΤΕΑ) στο πλαίσιο του νόμου 4024/2011.
Οι συνταξιούχοι υποστηρίζουν ότι οι περικοπές των επικουρικών συντάξεων τους είναι αντίθετες στο Σύνταγμα και στην ΕΣΔΑ.
Συγκεκριμένα, η αυξημένη, 7μελής, σύνθεση του Α΄ Τμήματος του ΣτΕ με πρόεδρο τον αντιπρόεδρο Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγήτρια την σύμβουλο Επικρατείας Όλγα Σύγουρα, με την υπ΄ αριθμ. 3663/2014 απόφασή της, έκρινε κατά πλειοψήφια (3 υπέρ και 2 κατά) ότι οι περικοπές των κυρίων συντάξεων δεν είναι αντίθετες στις επιταγές των άρθρων 2, 4, 22 και 25 του Συντάγματος, αλλά ούτε προσκρούουν στην ΕΣΔΑ.
Τα αντίθετα, υποστήριξε η μειοψήφια στην οποία περιλαμβάνεται και ο πρόεδρος του Τμήματος κ. Σακελλαρίου.
Η πλειοψηφία των συμβούλων Επικρατείας αναφέρει ότι επιτρέπεται στον νομοθέτη να προβαίνει στις αναγκαίες εκείνες επεμβάσεις σε περίπτωση «εξαιρετικά δυσχερών οικονομικών συνθηκών, να έχουν ως αποτέλεσμα ακόμη και τη μείωση του ύψους απονεμηθεισών παροχών, όταν το ύψος της κρατικής χρηματοδοτήσεως του ασφαλιστικού συστήματος, το οποίο καθορίζεται, κατ’ αρχήν, από τις πολιτικές επιλογές για τη διάθεση των κρατικών πόρων προς εκπλήρωση των ποικίλων αποστολών του κράτους, δεν επαρκεί για την βιωσιμότητα των ασφαλιστικών οργανισμών».
Κατά συνέπεια, συνεχίζει η πλειοψηφία των δικαστών: «Το άρθρο 22 παράγραφος 5 του Συντάγματος, δεν απαγορεύει την επί το δυσμενέστερο μεταβολή του συστήματος της κοινωνικής ασφαλίσεως, όταν αιτιολογημένα προκύπτει ότι η βιωσιμότητά του μόνο με αυτές τις επεμβάσεις μπορεί να διασφαλισθεί.
»Τέτοιες, όμως, επεμβάσεις, που μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα ακόμη και μείωση ασφαλιστικών παροχών που έχουν ήδη απονεμηθεί, πρέπει να σέβονται τις λοιπές διατάξεις του Συντάγματος και, ιδίως, την αρχή της ισότητας των πολιτών κατά την συμμετοχή στα δημόσια βάρη ώστε να αξιώνεται από τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους η τήρηση της υποχρεώσεως για κοινωνική αλληλεγγύη, πάντως δε, όριο στην ελευθερία επιλογών του νομοθέτη κατά τον καθορισμό, ειδικότερα, του ύψους των διατιθέμενων για την κοινωνική ασφάλιση κρατικών οικονομικών πόρων αποτελεί η διασφάλιση στους συνταξιούχους παροχών που επιτρέπουν την αξιοπρεπή διαβίωση τους, δηλαδή εισοδήματος ικανού να εξασφαλίσει όχι μόνο τους όρους της φυσικής τους υποστάσεως (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινή) αλλά και τη δυνατότητα συμμετοχής στην κοινωνική ζωή. Μείωση δε απονεμηθεισών ασφαλιστικών παροχών υπό τους ως άνω όρους και προϋποθέσεις δεν νοείται, ως προσκρούουσα στο άρθρο 17 του Συντάγματος».
Παράλληλα, η πλειοψηφία αναφέρει ότι «η προστασία της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος αποτελεί υποχρέωση του νομοθέτη, που επιβάλλει, όταν διαπιστώνεται μεταβολή των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών που εγκυμονεί κινδύνους γι’ αυτή, την αναπροσαρμογή των ασφαλιστικών παροχών και εισφορών και τον επανακαθορισμό των προϋποθέσεων θεμελιώσεως του ασφαλιστικού δικαιώματος, καθώς και τη διάθεση κρατικών οικονομικών πόρων για την στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος».
BHMA