Ο διευθύνων σύμβουλος του Sani / Ikos Group, δρ Ανδρέας Ανδρεάδης, αναλύει τους στόχους και τις προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπίσει το ελληνικό τουριστικό προϊόν, ώστε να δημιουργηθούν γερές βάσεις και να υπάρξει ουσιαστική καινοτομία, και απαριθμεί δεκατρία σημεία που πρέπει να βελτιωθούν, ώστε να εξελιχθεί ο ελληνικός τουρισμός σε αυτό που αξίζουν οι επιχειρήσεις, οι εργαζόμενοι, οι επισκέπτες και εν τέλει ολόκληρη η χώρα.
Ποια είναι τα βήματα που πρέπει να γίνουν ώστε το ελληνικό τουριστικό προϊόν να κερδίσει το στοίχημα της βιωσιμότητας;
Η αειφορία διασφαλίζεται μέσα από πρωτοβουλίες που εγγυώνται τον σεβασμό στους τρεις βασικούς πυλώνες της βιώσιμης ανάπτυξης: τον περιβαλλοντικό, τον κοινωνικό και τον οικονομικό. Αυτή είναι και η μεγάλη πρόκληση για τον ελληνικό τουρισμό σήμερα. Πώς θα εξελίξουμε το επιτυχημένο τουριστικό μοντέλο της χώρας μας στη νέα εποχή με μεγαλύτερο σεβασμό στο περιβάλλον, επιβαρύνοντάς το λιγότερο και δημιουργώντας καλύτερη ποιότητα ζωής για τους κατοίκους της πατρίδας μας. Πώς θα χρησιμοποιήσουμε την τεχνολογία και τα νέα εργαλεία μάρκετινγκ και διανομής, συμβάλλοντας στην αύξηση των θέσεων απασχόλησης, στη βελτίωση των εσόδων και στην αποδοτικότερη διάχυσή τους. Σύμφωνα με τις τελευταίες μελέτες του ΙΝΣΕΤΕ, το μέσο έσοδο ανά διανυκτέρευση για αρκετά χρόνια διατηρείται σχεδόν σταθερό. Η στρατηγική μας πρέπει να στοχεύσει σε μια μέση ετήσια αύξηση της τάξεως του 4-6%. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί άνετα εάν δημιουργούνταν οι προϋποθέσεις που θα φέρουν τις κατάλληλες επενδύσεις και εάν ακολουθούνταν οι παραπάνω στρατηγικές με τις ανάλογες πολιτικές και επιχειρηματικές επιλογές. Τότε, μέσα σε μία πενταετία θα είχαμε μια εντελώς διαφορετική δυναμική. Ο κίνδυνος του υπερτουρισμού είναι υπαρκτός και γι’ αυτό οφείλουμε να κάνουμε κάτι τώρα, όπως να στραφούμε προς ένα πιο «έξυπνο» και ποιοτικό μοντέλο, το οποίο θα προσφέρει υπηρεσίες υψηλού επιπέδου και θα απευθύνεται σε πολλούς, χωρίς να είναι μαζικό.
Ποια προβλήματα πρέπει να εξαλειφθούν;
Η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η αναξιοκρατία, η έλλειψη βασικών υποδομών, η πολυνομία, αλλά και η αδιαφορία για νόμους και κανόνες, η ασύμμετρη εκμετάλλευση φυσικών πόρων. Αυτή τη στιγμή όσοι σχεδιάζουν και υλοποιούν ποιοτικές επενδύσεις το μόνο που μπορούν να πετύχουν, μετά από κόπο, είναι να διαμορφώνουν κάποιες υγιείς νησίδες, απομονωμένες από την υπόλοιπη Ελλάδα, που συνεχίζει να κινείται χωρίς όραμα, χωρίς συγκεκριμένη στόχευση, χωρίς πλάνο. Όμως, έτσι δεν πετυχαίνουμε πολλά.
Τι θα προτείνατε ώστε η βιωσιμότητα και η αειφορία να γίνουν πραγματικότητα, αλλά και να αναβαθμιστεί συνολικά ο ελληνικός τουρισμός;
Κατ’ αρχάς πρέπει να καλλιεργηθεί η τουριστική κουλτούρα και να αποκτηθεί παιδεία μέσα από την εκπαίδευση. Φυσικά πρέπει να γίνει ελκυστικότερη η φορολογία του κλάδου, αντίστοιχη με εκείνη των ανταγωνιστών μας. Απαραίτητη είναι και η μείωση του έμμεσου κόστους εργασίας, δηλαδή οι εισφορές, που θα φέρουν και καλύτερες αμοιβές των εργαζομένων στον τουρισμό. Κρίσιμες είναι και οι υποδομές. Τόσο οι τοπικές υποδομές και η ευρύτερη αισθητική και λειτουργική βελτίωση της εικόνας των προορισμών, όσο και των ξενοδοχειακών συγκροτημάτων. Αυτό σημαίνει ποιοτικότερα κρεβάτια και διαφοροποιημένα, μοναδικά τουριστικά προϊόντα. Στόχος είναι να αυξηθούν οι επισκέπτες μέσου και υψηλού εισοδήματος, που είναι διατεθειμένοι να δαπανήσουν χρήματα εάν η εμπειρία lifestyle που τους προσφέρεται είναι ανάλογη.
Έμφαση πρέπει να δοθεί και στην ανάπτυξη περισσότερων ελληνικών τουριστικών brands, ενώ η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών σε operations, big data, personalisation και εναλλακτικά δίκτυα πωλήσεων πρέπει πλέον να θεωρείται προϋπόθεση.
Το άλλο μέτωπο είναι η ανάπτυξη της παραθεριστικής ή και φορολογικής κατοικίας υψηλού επιπέδου, που πηγαίνει χέρι χέρι με τη λεγόμενη silver economy και τη φροντίδα υγείας. Όλα αυτά σε ένα πλαίσιο αειφόρου τρόπου ζωής και προσιτής πολυτέλειας, που προϋποθέτει αυστηρά ποιοτικές υποδομές, πολιτικές περιβαλλοντικής αναβάθμισης, υιοθέτηση στρατηγικών μηδενικού ενεργειακού αποτυπώματος, κατάργηση της χρήσης πλαστικού κ.ο.κ. και διασύνδεση με τον πολιτισμό, την τοπική γαστρονομία, τις ακαδημίες σπορ και τις συνεργασίες με παγκόσμια brands (co-branding). Αυτή θα πρέπει να είναι η κατεύθυνση της επόμενης ημέρας για τον ελληνικό τουρισμό. Το επίπεδο υπηρεσιών, υποδομών και το περιβάλλον θα καθορίσουν μαζί με σωστό branding και μάρκετινγκ το τουριστικό μας μέλλον. Πάνω από όλα, απαιτείται η στενή και διαρκής συνεργασία της κυβέρνησης με την τοπική αυτοδιοίκηση και τους εκπροσώπους του ιδιωτικού τομέα – ΣΕΤΕ, ΞΕΕ, ΠΟΞ κ.λπ.
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί σε αυτό το πλαίσιο η εποχικότητα;
Η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου είναι ένα εξίσου μεγάλο στοίχημα για τον ελληνικό τουρισμό, που έχει τις δυνατότητες να επεκταθεί χρονικά στους εποχικούς προορισμούς, αγγίζοντας τους οκτώ με εννέα μήνες. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2017, το 57% των αφίξεων και το 61% των εσόδων πραγματοποιούνται το διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου. Η εκλεκτική φιλοξενία μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποτελέσει μια έξυπνη απάντηση και σε αυτό το θέμα, ενώ παράλληλα μπορεί να μας προστατεύσει και από τον υπερτουρισμό, που βλέπουμε να πιέζει ασφυκτικά δημοφιλείς προορισμούς όπως η Βαρκελώνη, η Βενετία και η Σαντορίνη. Πολλοί προορισμοί που επιδίωξαν και υιοθέτησαν ένα αντίστοιχο μοντέλο ανάπτυξης πέτυχαν εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ελβετία, Σιγκαπούρη, Αυστρία ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Αξιοποιώντας τα σύγχρονα εργαλεία μάρκετινγκ και αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν στους επισκέπτες, καταφέρνουν να παραμένουν στην κορυφή.
Αειφόρος τουριστική ανάπτυξη σημαίνει ποιοτική τουριστική ανάπτυξη;
Ο τουρισμός είναι από τους λίγους τομείς στους οποίους μπορούμε να είμαστε στην κορυφή. Για να συμβεί όμως αυτό, χρειάζεται όλοι –πολιτεία, φορείς, κοινωνία– να υπηρετήσουμε κατά προτεραιότητα αυτό το όραμα. Οποιαδήποτε αναφορά σε αειφορία θα παραμένει εκτός τόπου και χρόνου σε μια Ελλάδα που βρίσκεται αντιμέτωπη με θεμελιώδη προβλήματα τα οποία ναρκοθετούν σχεδόν οποιαδήποτε προσπάθεια για επενδύσεις υψηλής ποιότητας.
Ποιος είναι ο ρόλος της κοινωνίας στην ανάπτυξη ποιοτικού τουρισμού;
Ο ποιοτικός τουρισμός δεν μπορεί να αναπτυχθεί ερήμην της κοινωνίας. Μέσα από αυτόν μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα της ζωής των κατοίκων ενός προορισμού, γεγονός που θα τον καταστήσει ακόμα πιο ελκυστικό σε βάθος χρόνου. Αν κάνουμε τη ζωή των μόνιμων κατοίκων καλύτερη, τότε και η εμπειρία των επισκεπτών θα είναι ανάλογη.
Ποιο είναι το συμπέρασμα για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος;
Για να αποκτήσει νόημα οποιαδήποτε συζήτηση για το αύριο του ελληνικού τουρισμού, θα πρέπει να καταστήσουμε την πολιτεία και την κοινωνία συμμέτοχες μέσα από συντονισμένες στρατηγικές και συνέργειες. Ο τουρισμός μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την υλοποίηση ενός εθνικού οράματος. Να δημιουργήσει στην οικονομία μεγαλύτερη δυναμική, η οποία, σε συνδυασμό με ένα πιο ορθολογικό φορολογικό και ρυθμιστικό πλαίσιο, θα οδηγήσει σε έναν κύκλο υψηλής ανάπτυξης. Η χώρα μας έχει όλα τα προσόντα να γίνει παγκόσμια δύναμη στην παροχή ποιοτικών υπηρεσιών. Μια χώρα όπου Έλληνες και ξένοι θα θέλουν να ζουν μόνιμα ή προσωρινά. Αυτή θα πρέπει να είναι η κατεύθυνση της επόμενης ημέρας. Το επίπεδο της παιδείας, της κουλτούρας, των υπηρεσιών, των υποδομών και το περιβάλλον θα καθορίσουν, μαζί με το branding και το marketing, το μέλλον όχι μόνο του τουρισμού, αλλά και της πατρίδας μας.