Την τιμή της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας -αλλά και την προσωπική του υπόληψη ως επιστήμονα και διευθυντή της ΕΜΥ- αποπειράται να υπερασπιστεί ο Θεόδωρος Κολυδάς με εκτενές σχετικό άρθρο στην ιστοσελίδα του. Στο κείμενό του, ο κ. Κολυδάς επιρρίπτει σαφώς την ευθύνη στους αρμόδιους κρατικούς φορείς για την ολιγωρία και την αναποτελεσματικότητα, τονίζοντας ότι η ΕΜΥ είχε προβλέψει εγκαίρως και με ακρίβεια το επερχόμενο, σφοδρό κύμα κακοκαιρίας, κυρίως όμως, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Κολυδάς «όλοι είχαν εικόνα του τι θα επακολουθούσε».
Ο διευθυντής της ΕΜΥ μέμφεται επίσης διακριτικά συναδέλφους του οι οποίοι ως επιστήμονες «κάποιες φορές προσπαθούν να εντυπωσιάσουν το κοινό τους». Ο Θεόδωρος Κολυδάς κλείνει την έκθεση των απόψεών του σχετικά με την «Ελπίδα» παραθέτοντας μια ιστορική αναδρομή στους βαρείς χιονιάδες του παρελθόντος.
Ακολουθεί το άρθρο του Θεόδωρου Κολυδά:
Μία πρώτη αποτίμηση για το κύμα κακοκαιρίας
Ως επιστήμονας αλλά και Διευθυντής του Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου της ΕΜΥ, αισθάνομαι ότι έχω την τυπική αλλά και την ηθική υποχρέωση να εκθέσω κάποια δεδομένα που σχετίζονται άμεσα με την πρόσφατη κακοκαιρία, με άμεσο στόχο την ενημέρωση όλων των πολιτών και φορέων της πολιτείας.
Η συγκεκριμένη κακοκαιρία με την ονομασία «Ελπίς» χαρακτηρίστηκε εξαρχής και έγκαιρα ως ένα επικίνδυνο καιρικό φαινόμενο, δόθηκε κόκκινος συναγερμός και από πλευράς της ΕΜΥ προσδιορίστηκε χρονικά με μεγάλη ακρίβεια. Αναλυτικότερα για τον λόγο της Επικινδυνότητας του φαινομένου εκδόθηκε αντίστοιχο Δελτίο Προειδοποίησης πολλές μέρες πριν, περιλαμβάνοντας και τα δύο κύματα, όπου διευκρινζόταν ότι το δεύτερο κύμα θα είναι το εντονότερο.
Ειδικότερα, το δεύτερο κύμα χαρακτηρίστηκε με τον υψηλότερο βαθμό προειδοποίησης με βάση τα Ευρωπαϊκά Δεδομένα της Eumetnet με κόκκινο συναγερμό, μέχρι τις πρωινές ώρες της Τρίτης 25 Ιανουαρίου 2022 όπου περιλαμβανόταν η Αττική Όπως διακρίνεται στον παραπάνω πίνακα που περιλαμβάνει τα όρια προειδοποιήσεων, ο κόκκινος συναγερμός για το χιόνι για τις αστικές περιοχές δίνεται για προβλεπόμενα ύψη χιονιού πάνω από τα 10 cm και για τον λόγο αυτόν περιλαμβανόταν η Αττική, αλλά και η Αθήνα.
Το ίδιο γεγονός συνέβη και τον Φεβρουάριο του 2021 με την κακοκαιρία «Μήδεια» όπου κατά την διάρκεια του δεύτερου κύματος στην Αττική είχαμε διάρκεια χιονοπτώσεων 36 ωρών και στο κέντρο της Αθήνας τις 24 ώρες. Η μεγάλη διαφοροποίηση αυτής της κακοκαιρίας σε σχέση με τις άλλες, είναι ότι οι μεγάλες εντάσεις χιονοπτώσεων καθώς και η μεγαλύτερη ποσότητα χιονιού σημειώθηκαν μια εργάσιμη ημέρα- από τις πρωινές ώρες της Δευτέρας- και επιβαρύνθηκε σημαντικά η κατάσταση στην πόλη. Δηλαδή τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των αποτελεσμάτων των φαινομένων ήταν διαφορετικά από τις άλλες κακοκαιρίες προηγουμένων ετών.
Από την μετεωρολογική κοινότητα πολλοί συνάδελφοι και φορείς έχουν διατυπώσει τις απόψεις τους για την κατάταξη του χιονιά με βάση κάποια κριτήρια. Η κατάταξη αυτή λαμβάνει ως κριτήρια τις μετρήσεις της θερμοκρασίας της ανώτερης ατμόσφαιρας, των υψών των χιονοπτώσεων και την έκταση των χιονοστρώσεων.
Από την ΕΜΥ και ειδικότερα σε παλαιότερα Δελτία Τύπου εκφράζεται η άποψη ότι η περσινή χιονόπτωση χαρακτηρίζεται ως μια από τις εντονότερες των τελευταίων 40 ετών, χωρίς να θέτει κάποια σειρά κατάταξης. Αυτό έγινε διότι για τις περιόδους των έντονων χιονιάδων δεν γίνεται σύγκριση μόνο ως προς την ένταση ή την διάρκειά τους, αλλά και ως προς τα ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έχουν κάθε φορά που παρουσιάζονται. Το παραπάνω αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που ανέφερα με ανάρτησή μου στο Twitter, όπου ο καθένας μπορεί να διακρίνει ότι η συνοπτική κατάσταση της ατμόσφαιρας στους δύο παραπάνω χιονιάδες ήταν πολύ διαφορετική, παρότι και στις δύο περιπτώσεις είχαμε ανάλογα αποτελέσματα από πλευράς χιονοπτώσεων.
Καθίσταται σαφές, ότι πέραν των μετρήσιμων μεγεθών η επιστημονική κοινότητα καλείται να δώσει ποιοτική ερμηνεία των καιρικών καταστάσεων, εργασία για την οποία θα πρέπει να τεθούν κάποια κοινά και αποδεκτά κριτήρια και κανόνες της επιστήμης της Μετεωρολογίας και όχι της επικοινωνίας.
Η ΧΡΟΝΙΚΗ ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΑΚΟΚΑΙΡΙΑΣ «ΕΛΠΙΣ»
Σχετικά με τη χρονική έναρξη της κακοκαιρίας οι προγνώσεις της ΕΜΥ ήταν ακριβείς, τόσο στις επίσημες προγνώσεις στην ιστοσελίδα της, όσο και στις σχετικές συσκέψεις στη ΓΓΠΠ, όπου μετείχα και, φυσικά δεν εκπροσωπούσα τον εαυτό μου, αλλά ολόκληρη την ΕΜΥ ως υπηρεσία. Στην προχθεσινή σύσκεψη, μελετώντας online τα δεδομένα, τα οποία προέβαλα και σε όλους τους συμμετέχοντες, τόνισα ότι η κακοκαιρία στην Αττική τελικώς θα ξεκίναγε νωρίτερα, από ό,τι έδειχναν τα πρώτα στοιχεία που αρχικά τους είχα παρουσιάσει από το σχετικό Powerpoint.
Συνεπώς όλοι είχαν εικόνα του τι θα επακολουθούσε. Με τη χρήση δεδομένων της ΕΜΥ -ακόμη και μέσα από την προσωπική μου ιστοσελίδα- προέβαλα αυτό το στοιχείο με σαφήνεια, ειδικά ως προς τον χρόνο εκδήλωσης του φαινομένου. Κατά τα άλλα, όλοι σήμερα αναγνωρίζουμε ότι ο «ευαίσθητος πυρήνας» των έντονων καιρικών φαινομένων δεν είναι τα φυσικά φαινόμενα αυτά καθαυτά, αλλά ο άνθρωπος και η ασφάλειά του. Η αρμοδιότητα μελέτης των φαινομένων ανήκει στους επιστήμονες και η προστασία του πολίτη στο Κράτος.
Οι επιστήμονες πολλές φορές καλούνται από τα ΜΜΕ και την Πολιτεία να εκφέρουν τις απόψεις τους σχετικά με την προβλεπόμενη ένταση και την σφοδρότητα των φαινομένων. Οι μεν για να πληροφορήσουν, αλλά και κάποιες φορές να εντυπωσιάσουν το κοινό τους, οι δε για να λάβουν μέτρα για την αποφυγή επικίνδυνων καταστάσεων.
Στην αποτίμηση όμως μιας κακοκαιρίας δεν αρκούν μόνο μετρήσιμα μεγέθη μετεωρολογικών παραμέτρων, αλλά χρειάζεται πολλές φορές και ποιοτική ερμηνεία αυτών. Ως παράδειγμα φέρνω το 2004, που το χιόνι στη Μαλακάσα έφτασε το ένα μέτρο και στην Αθήνα είχαμε 10 με 15 cm ύψος χιονιού, ενώ αντίθετα πέρσι με την κακοκαιρία «Μήδεια» είχαμε ύψος χιονιού περί το μισό μέτρο στη Μαλακάσα αλλά 20 με 25 cm χιόνι στο Κέντρο. Η ΕΜΥ τις επόμενες ημέρες θα εξετάσει όλα τα δεδομένα της συγκεκριμένης κακοκαιρίας και θα δώσει περαιτέρω ενημέρωση στους φορείς της πολιτείας και τους πολίτες.
Η ανάπτυξη του θέματος με επιστημονικές παραμέτρους επί του παρόντος δεν αποτελεί στόχο αυτού του άρθρου. Παρακάτω, και για όσους έχουν χρόνο να διαβάσουν, παρουσιάζονται σύντομα ιστορικά στοιχεία ανάλογων περιπτώσεων. ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΧΙΟΝΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ -ΑΡΙΘΜΟΣ ΗΜΕΡΩΝ ΧΙΟΝΙΟΥ Από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα «πρωταθλητής» στις ημέρες χιονόπτωσης είναι το έτος 1929 με 15 ημέρες κι ακολουθούν με 12 ημέρες τα 1992, 1983 και 1911.
Τα τελευταία χρόνια μετά το 1992 (όπου καταγράφηκαν πάνω από 10 ημέρες συνεχούς χιονόπτωσης) η χιονόπτωση στην Αθήνα έχει μειωθεί αισθητά, ενώ τα τελευταία 35 χρόνια (1985-2020) έχουν υπάρξει 5 τελείως αχιόνιστα χρόνια. Τον χειμώνα 1991-1992 είχαμε 19 μέρες χιονόπτωσης, ενώ ακολουθεί ο χειμώνας 1948-49 με 17 ημέρες και ο χειμώνας 1982-83 με 15 ημέρες. Από τις αρχές του αιώνα το 1911 ήταν μια χρονιά με ένα δύσκολο Φεβρουάριο όπου ο χιονιάς το πρώτο δεκαήμερο ήταν ιδιαίτερα έντονος.
Η μέγιστη θερμοκρασία στο Θησείο στις 10/2 ήταν -0,3 βαθμοί Κελσίου και το χιόνι έμεινε στην Αθήνα για τέσσερις ημέρες. Το 1929 στις 7 Ιανουαρίου η βαρυχειμωνιά που είχε ενσκήψει στην Αθήνα συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα και οι εφημερίδες της εποχής αναφέρονταν σε «ένα σπάνιο φαινόμενο», μιλούσαν για χιόνι και δριμύ ψύχος στην πρωτεύουσα, όπως και σε ολόκληρη την ανατολική Ελλάδα, όπου επικρατούσαν χιόνια και παγετός. Στη γειτονική Τουρκία ο Βόσπορος είχε παγώσει, φαινόμενο το οποίο είχε παρατηρήσει ο Ηρόδοτος. Το 1934 (15 Φεβρουαρίου) η Αθήνα βίωσε έναν από τους μεγαλύτερους χιονιάδες που έχουν καταγραφεί. Σε εκείνον τον χιονιά καταγράφηκε η μικρότερη ελάχιστη θερμοκρασία όλων των ετών: Στις 16 Φεβρουαρίου 1934, στη Γεωπονική Σχολή, το θερμόμετρο έδειξε -10,4 βαθμούς Κελσίου. Τον Ιανουάριο του 1942, μέσα στην Κατοχή, ήρθε να προστεθεί και ένας από τους πιο άγριους χειμώνες, με το θερμόμετρο να πέφτει στους 6 βαθμούς κάτω από το μηδέν, ενώ το 1963 στις 25 Ιανουαρίου το θερμόμετρο στην Αθήνα κατέβηκε στους -1,4 βαθμούς Κελσίου.
Η θερμοκρασία στο Κέντρο της πρωτεύουσας ήταν -3 βαθμοί Κελσίου και την επομένη χιόνιζε ξανά στα βόρεια προάστια. Το 1964 στις 17 Ιανουαρίου χιόνιζε στην Αθήνα και η πλατεία Συντάγματος σκεπάστηκε με ένα λεπτό στρώμα χιονιού. ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΧΙΟΝΙΑΔΕΣ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 40 ΧΡΟΝΙΑ Τα σχετικά βίντεο με την κίνηση των συστημάτων μπορεί να μην αφορούν τον μέσο αναγνώστη. Αν τα δείτε όμως, θα κατανοήσετε ότι στον κάθε χιονιά η ροή της ατμόσφαιρας δεν είναι πάντοτε η ίδια.
Ο κάθε χιονιάς έχει τα δικά του χαρακτηριστικά και παρουσιάζει πολλές διαφορές με τον άλλον, όπως είναι οι περιοχές προέλευσης των πολικών μαζών, η αστάθεια στην ατμόσφαιρα κ.λπ. Το 1983 ξεκίνησε με κρύο και ανήμερα Πρωτοχρονιάς χιόνισε στην Αθήνα (έκτοτε αυτό συνέβη ξανά μόνο μια φορά –το 1992). Κατά τη διάρκεια του χειμώνα 1982-83 χιόνισε 15 φορές στην Αθήνα. Μάλιστα στις 17/2, ξεκίνησε να χιονίζει το μεσημέρι και μέχρι το απόγευμα είχε ήδη 10 πόντους χιόνι στα προάστια της Αθήνας. Το κυρίως κύμα στις 18 με 19/2/1983 το ύψος χιονιού στο Κέντρο της Αθήνας έφτασε τα 10-15 cm και είχαμε μεγάλη ένταση χιονοπτώσεων με διάρκεια 12 ώρες.
Ο χιονιάς συνεχίστηκε κατά περιόδους μέχρι το τέλος του μήνα, χωρίς οι χιονοπτώσεις να είναι ιδιαίτερα ισχυρές αλλά καθημερινές, με παρατεταμένη χαμηλή θερμοκρασία, η οποία έπεσε ακόμα και χαμηλότερα από τους -5 βαθμούς στο Κέντρο της Αθήνας. Στον Τύπο της εποχής η επέλαση του χιονιά χαρακτηρίστηκε «εισβολή εκ Σιβηρίας», σε συνδυασμό με την επίσκεψη του πρωθυπουργού της ΕΣΣΔ, Βιατσεσλάβ Τιχόνοφ στην Αθήνα. 1987, 9 Μαρτίου: Παρότι ο μήνας Μάρτιος είναι ανοιξιάτικος, ουσιαστικά κατεγράφη ως «ο χειμώνας του 1987». Εκείνη τη χρονιά είχαμε τη μεγαλύτερη χιονόπτωση για μήνα Μάρτιο. Χιόνιζε για ένα 15νθημερο συνεχόμενα, με μικρά διαλείμματα και η κακοκαιρία ξεκίνησε λίγο μετά την ηλιόλουστη Καθαρά Δευτέρα. Από τις 4 του μήνα άρχισε μια πρωτοφανής σε διάρκεια χιονόπτωση, η οποία επαναλήφθηκε στις 5, 6, 8, 9, 11, 12 και 13 Μαρτίου, με εντονότερα φαινόμενα στις 9 του μήνα. Το κυρίως κύμα διήρκεσε από τις 2 Μαρτίου μέχρι τα μέσα του μήνα, όπου στις 9 Μαρτίου είχαμε ύψος χιονιού στο κέντρο της Αθήνας τα 10-15 cm, ύστερα από 12 ώρες χιονόπτωσης με μεγάλη ένταση.
Ήταν ο ψυχρότερος Μάρτιος που έχει καταγραφεί τα τελευταία 60 χρόνια στην Ελλάδα και για την Αθήνα ήταν ο ψυχρότερος των τελευταίων 150 χρόνων. 1992, 22 Φεβρουαρίου: Το Σάββατο 22 και Κυριακή 23 του μηνός είχαμε το κορύφωμα του χιονιά. Το χιόνι είχε αρχίσει από το Σάββατο το πρωί, με μια μικρή διακοπή το μεσημέρι, έναρξη το απόγευμα κατά τις 19:00, παύση τα χαράματα της Κυριακής και εκ νέου το σφοδρότερο κύμα από τις 5:30 μεχρι τις 16:00 το απόγευμα της Κυριακής. 1992, 18 Μαρτίου: Ο χιονιάς αυτός είχε χιονόπτωση μεγάλης έντασης με διάρκεια όμως μιας ώρας και ύψος χιονιού τα 5-8 cm 2002, 3 με 4 Ιανουαρίου: Έπεσε το πρώτο χιόνι της νέας χιλιετίας, με χαμηλές θερμοκρασίες αλλά και έντονη χιονόπτωση για μισή ώρα, με αποτέλεσμα να ντυθεί στα λευκά το Κέντρο για λίγες όμως ώρες.
Στις 3-4/1/2002 είχαμε 10 με 20 cm χιόνι στο Κέντρο με μεγάλη ένταση κατά διαστήματα και συνολική διάρκεια 48 ώρες. Η 6η Ιανουαρίου ήταν η ψυχρότερη ημέρα της 50ετιας, με μέγιστη θερμοκρασία μόλις 0,3 βαθμούς στη επιφάνεια και στα 850 hPa είχαμε -11 βαθμούς Κελσίου 2004, 12 με 13 Φεβρουαρίου: Ο πρώτος πραγματικά δυνατός χιονιάς για την πρωτεύουσα ήρθε μετά τα μεσάνυχτα της 12ης Φεβρουαρίου. Έτσι, το πρωί της 13ης βρήκε την Αθήνα ντυμένη στα λευκά μέχρι και τα νότια προάστια. Στον Άλιμο και στο Παλαιό Φάληρο είχαν να δουν χιόνι από το 1987. Στο Κέντρο της Αθήνας, στις 12-13/2/2004 είχαμε 10-15 cm χιόνι, πολύ μεγάλη ένταση και διάρκεια της χιονόπτωσης για 20 ώρες.
Ο χιονιάς αυτός έφερε χιόνι ενός μέτρου στη Μαλακάσα και την Τσικνοπέμπτη πολλοί αποκλείστηκαν στα κέντρα όπου διασκέδαζαν. Είχαμε ολικό παγετό στη Νέα Φιλαδέλφεια με -1,2 βαθμούς Κελσίου μέγιστη θερμοκρασία και θερμοκρασίες -42 και -14 βαθμούς στα 500 και 850 hPa αντίστοιχα. 2006, Ιανουάριος: Μεταξύ 23-25/1/2006 είχαμε χιονόπτωση 5 cm στο Κέντρο, με μέτρια ένταση και συνολική διάρκεια χιονοπτώσεων τις 30 με 40 ώρες στην Αθήνα 2008, 16 Φεβρουαρίου: Εκείνη τη χρονιά είχαμε 15-25 cm χιόνια στο Κέντρο της Αθήνας, πολύ μεγάλη ένταση με διάρκεια περίπου 30 ώρες.
O χιονιάς επηρέασε πολλές περιοχές, κυρίως της κεντρικής και νότιας Ελλάδας. Το χιόνι ήταν έντονο στα δυτικά τμήματα της Αττικής, όπου σε ορισμένες περιοχές το ύψος του έφτασε ακόμα και τους 50 πόντους. Το πρωινό της 17ης Φεβρουαρίου σημειώθηκαν πολύ χαμηλές ελάχιστες θερμοκρασίες σχεδόν σε ολόκληρη την χώρα. Στην Αθήνα (Ελληνικό): -1.0oC, Θεσσαλονίκη -3.0oC , Ηράκλειο 3.8oC, Λάρισα -3.4oC, Βόλος -3.0oC, Καβάλα -4.6oC, Ιωάννινα -7.2oC. Στην ανώτερη ατμόσφαιρα, στα 850 hPa, είχαμε -12 βαθμούς Κελσίου. Κλειστοί παρέμειναν οι δρόμοι γύρω από τους ορεινούς όγκους της Πάρνηθας, του Υμηττού και της Πεντέλης, ενώ χωρίς ρεύμα έμειναν περιοχές στη Σαλαμίνα, Ασπρόπυργο, Νέα Μάκρη, Κερατοβούνι και Άγιο Στέφανο. Η ΕΜΥ τότε με έκτακτο δελτίο της προειδοποιούσε για ακραία καιρικά φαινόμενα, με σημαντική πτώση θερμοκρασίας, χιονοπτώσεις, στην Ελλάδα αλλά και την Αττική, πιθανώς κατά τόπους ισχυρές.
Ο πρώην Διευθυντής του ΕΜΚ και συνάδελφος κ. Δημήτρης Ζιακόπουλος, στο βιβλίο του έχει κάνει μια χρονολογική κατάταξη των κυριότερων χιονιάδων που επηρέασαν την Αθήνα τα τελευταία 40 χρόνια. 2011, Φεβρουάριος: H κακοκαιρία που επηρέασε την ανατολική Ελλάδα κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος στην Αττική είχε διάρκεια χιονοπτώσεων 36 ώρες και στο Κέντρο της Αθήνας 24 ώρες. Οι χιονοπτώσεις ξεκίνησαν τα ξημερώματα Δευτέρας, κυρίως στα δυτικά και βόρεια τμήματα της Αττικής και τα φαινόμενα κατά της διάρκεια της νύχτας της Δευτέρας συνεχίστηκαν και στο Κέντρο της πόλης. Οι χιονοπτώσεις ήταν πυκνές καθ’ όλη τη διάρκεια της Τρίτης 16/02 σε όλο τον Νομό, με πολύ μεγάλες εντάσεις στο Κέντρο, όπου συνοδεύτηκαν από ύψος χιονιού περί τα 20-25 cm.
Πηγή protothema.gr