Πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης κατέθεσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας κατά την παρέμβασή του στην Ολομέλεια της Βουλής για το ζήτημα των παρακολουθήσεων, το απόγευμα της Τετάρτης.
«Σήμερα θα μιλήσουμε στη βάση των αποδείξεων» είπε ο Αλ. Τσίπρας, σχολιάζοντας πως ήρθε η ώρα να λύσει την απορία σε όσους αναρωτήθηκαν τι περιείχε ο φάκελος που κρατούσε όταν έβγαινε χθες από τα γραφεία της ΑΔΑΕ, μετά τη συνάντηση με τον πρόεδρό της, Χρήστο Ράμμο.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ειδικότερα, είπε πως ο φάκελος περιείχε τα αποτελέσματα της έρευνας της ΑΔΑΕ, ύστερα από αίτημα που κατέθεσε εκείνος στην Αρχή στις 7/12 και που εμπλούτισε -κατόπιν γραπτού αιτήματος της αρχής- με μεταγενέστερο αίτημά του στις 28/12. «Ο φάκελος λοιπόν περιέχει τα παράνομα έργα του σκοτεινού παρακράτους που έστησε ο κ. Μητσοτάκης, το ξεγύμνωμα του παρακράτους από την πιο αρμόδια αρχή του κράτους» είπε ο κ. Τσίπρας.
Ανέφερε ειδικότερα ότι «στις 28/12, λοιπόν, και ενώ ήταν γνωστό ότι στα αρχεία των παρόχων η Ανεξάρτητη Αρχή είχε ήδη βρει ευρήματα επισυνδέσεων της ΕΥΠ, πέραν του κ. Ανδρουλάκη και του κ. Κουκάκη, και για τα τηλέφωνα του ευρωβουλευτή Κύρτσου και του δημοσιογράφου Τέλογλου, ζήτησα επισήμως γραπτώς να διεξαχθεί έλεγχος από την Αρχή ώστε να διαλευκάνει αν ετέθη πράγματι σε επισύνδεση από την ΕΥΠ, με διάταξη υπογεγραμμένη από την αρμόδια εισαγγελέα της ΕΥΠ, ο υπουργός Εργασίας κ. Χατζηδάκης, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ κ. Φλώρος, ο αρχηγός ΓΕΣ κ. Λαλούσης, ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας κ. Διακόπουλος, ο πρώην και ο νυν επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών κ.κ. Λάγιος και Αλεξόπουλος». «Και η απάντηση που επίσημα έλαβα σε αυτόν τον κλειστό φάκελο, ήταν έξι στα έξι» τόνισε, προσθέτοντας ότι «για όλους ευρέθησαν επισυνδέσεις της ΕΥΠ του κ. Μητσοτάκη».
«Φτάσαμε αισίως στον αριθμό 10 των ανθρώπων για τους οποίους επισήμως πλέον υπάρχουν ευρήματα παρακολούθησης από την ΕΥΠ του κ. Μητσοτάκη» τόνισε και υπογράμμισε ότι «εμείς αυτήν την εκτροπή δεν δικαιούμεθα να την καταπιούμε». «Μπορεί αυτή η εκτροπή να περάσει χωρίς καμία απόδοση ευθυνών; Τι θα σημαίνει αυτό για την επόμενη μέρα;» διερωτήθηκε.
«Εχουμε ιστορική υποχρέωση να δράσουμε. Θα εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα που μας προσφέρει η Δημοκρατία. Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση στην υπόθεση αυτής της εκτροπής είναι ένοχοι. Η παραμονή τους κυβέρνηση της χώρας είναι επικίνδυνη» τόνισε και επεσήμανε ότι, έπειτα από όσα έχουν συμβεί, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός δεν μπορούν να παραμείνουν στη θέση τους ούτε μία μέρα.
«Για την πατρίδα, την κοινωνία, τα πολιτικά κόμματα, τους πολίτες, έρχεται κάποτε μια κρίσιμη ώρα που καλούνται να πάρουν σαφή θέση, να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων. Σε μια τέτοια στιγμή βρισκόμαστε σήμερα» είπε και σημείωσε ότι η τύχη της χώρας βρίσκεται στα χέρια μιας κυβέρνησης «όχι μόνο ανίκανης, προσκολλημένης σε ιδιοτέλειες και συμφέροντα, αλλά και βαθιά αντιδημοκρατικής. Και ενός πρωθυπουργού που γράφει το χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποστασίας από τους κανόνες της δημοκρατίας».
Τόνισε ότι «κανείς και καμιά δεν δικαιούνται να κλείνουν τα μάτια, γιατί αυτό που συμβαίνει δεν αφορά μόνο κάποιους έγκριτους συνταγματολόγους, αλλά αφορά τη ζωή των ανθρώπων». Σημείωσε ότι «η ελληνική κοινωνία ζει εδώ και έξι μήνες στη δίνη των αποκαλύψεων για ασύλληπτο αριθμό υποκλοπών. Στη δίνη της πιο εκτεταμένης και βαθιάς εκτροπής από τους κανόνες δικαίου που είδε η χώρα μετά το 1974».
Είπε ότι «δημοσιογράφοι, ευρωβουλευτές, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ., υπουργοί, επιχειρηματίες, στελέχη των ενόπλων μας δυνάμεων, έγιναν βορά ενός παράνομου, πράγματι ρυπαρού δικτύου. Ενός εγκληματικού δικτύου, θα έλεγα εγώ. Που είχε όμως έδρα το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου. Και συντονιστή τον ίδιο τον πρωθυπουργό».
Ο Αλ. Τσίπρας υποστήριξε ότι ο πρωθυπουργός «οργάνωσε αυτό το δίκτυο προκειμένου να έχει στο χέρι, όχι μόνο χρήσιμες πληροφορίες για τους πολιτικούς του αντιπάλους, τους πολιτικούς του φίλους, τους οικονομικούς παράγοντες του τόπου, τη στρατιωτική ηγεσία, τους δημοσιογράφους, τους αξιωματικούς του στρατεύματος. Αλλά και για να τους έχει στο χέρι τους ίδιους, να τους εκβιάζει. Να γνωρίζει τις σκέψεις, τις επιδιώξεις, τις αδυναμίες τους». Πρόσθεσε ότι «το δίκτυο αυτό το οργάνωσε με πολύ σοβαρό σχεδιασμό από τη πρώτη στιγμή που ανέλαβε τη διακυβέρνηση του τόπου».
Χαρακτήρισε, δε, τον πρωθυπουργό «εγκέφαλο και αρχηγό του εγκληματικού αυτού δικτύου», καταλογίζοντάς του αλαζονεία, καθώς και ότι «πίστευε ότι κανείς ποτέ δεν θα τον ελέγξει». Κατηγόρησε επιπλέον τον κ. Μητσοτάκη ότι «επί έξι μήνες λέει συνειδητά ψέματα, ότι δεν γνώριζε».
Αναλυτικά η πρόταση δυσπιστίας των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ
Προς τον κ. Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων
ΘΕΜΑ: «Πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης
(Άρθρα 84, παρ.2 Συντ. και 142 ΚτΒ)»
Το πολίτευμα και η χώρα διέρχονται την πιο σκοτεινή περίοδο από την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Είναι πια αποδεδειγμένο ότι πολιτικοί, δημόσια πρόσωπα, ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι, καθώς και δημοσιογράφοι παρακολουθούνταν, με την επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας, από την υπαγόμενη στον πρωθυπουργό ΕΥΠ. Και υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα ίδια πρόσωπα παρακολουθούνταν και με τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού predator. Το δυσώδες σκάνδαλο των υποκλοπών είναι ιστορικά πρωτοφανές. Όπως και το βαρύτατο πλήγμα που επιφέρει στους θεσμούς της χώρας και τη δημοκρατική ομαλότητα. Η ευθύνη του πρωθυπουργού ατομικά και της κυβέρνησης συλλογικά είναι τεράστια, αυταπόδεικτη, αντικειμενική και αμεταβίβαστη.
Στο σκάνδαλο των υποκλοπών ήρθε να προστεθεί, μετά τη σταδιακή αποκάλυψή του, το σκάνδαλο της λυσσαλέας προσπάθειάς συγκάλυψής του, η άρνηση κάθε λογοδοσίας, η πάση θυσία προστασία των υπεύθυνων και των αυτουργών της θεσμικής εκτροπής και η προσπάθεια εκφοβισμού των κρατικών λειτουργών, που τιμώντας τη συνταγματική αποστολή τους, διεξάγουν έρευνες για την αποκάλυψη της αλήθειας.
Όμως, ο κ. Μητσοτάκης, που τόσο καιρό αρνιόταν κάθε ευθύνη, έρχεται πλέον αντιμέτωπος με τα τεκμήρια των ίδιων των πράξεών του. Αποδεικνύεται ότι υπερέβη κατ’ εξακολούθηση τα όρια που θέτουν η συνταγματική τάξη, το κράτος δικαίου και η δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος. Αποδεικνύεται ότι ο ίδιος και οι συνεργάτες του συγκρότησαν ένα μηχανισμό μαζικών παρακολουθήσεων και ότι, όταν άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι των αποκαλύψεων, εκείνος και η κυβέρνησή του επέβαλαν νομοθετικά τη σιωπή και το σκοτάδι και επιχείρησαν να ακρωτηριάσουν την αρμόδια ανεξάρτητη αρχή (άρθρο 87 του ν. 4790/2021, ν. 5002/2022).
Η πρώτη θεσμική ενέργεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη ήταν να αναλάβει ο ίδιος προσωπικά την αρμοδιότητα της ΕΥΠ. Αποδεικνύεται ότι το έκανε προκειμένου να εκτελέσει ένα σχέδιο αυθαίρετης αξιοποίησης της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών με απώτερο σκοπό την κατίσχυση έναντι πάντων, πέρα από κανόνες και αρχές, και την εγκαθίδρυση ενός προσωπικού πολιτικού καθεστώτος. Αναλαμβάνοντας υπό τον άμεσο διοικητικό έλεγχό του την ΕΥΠ, ο κ. Μητσοτάκης ανέλαβε και τον ρόλο του επικεφαλής ενός νοσηρού ιστού παρακολουθήσεων στον οποίο στοχευμένα και εν γνώσει του ενεπλάκησαν ως θύματα όχι μόνο αντίπαλοι, αλλά και στελέχη της ίδιας της Κυβέρνησης και των υπηρεσιών των οποίων προΐσταται. Ο κ. Μητσοτάκης δεν νοείται να παραμένει πρωθυπουργός.
Τεράστιες ευθύνες έχει όμως και η κυβέρνηση συλλογικά. Συμπράττει στην προσπάθεια συγκάλυψης του σκανδάλου, που παρακωλύει την έρευνα και κάθε εξεταστική διαδικασία, επιχειρεί την απαξίωση της ερευνητικής δημοσιογραφίας, αλλά και της ΑΔΑΕ. Δεν νοείται να παραμένει στη θέση της μια Κυβέρνηση, τα μέλη της οποίας είναι εν δυνάμει παρακολουθούμενα και εν δυνάμει εκβιαζόμενα. Πόσω μάλλον όταν, μ’ αυτόν το φόβο να κρέμεται πάνω από το κεφάλι τους, οι υπουργοί καλούνται να υλοποιήσουν ανάλγητες κυβερνητικές πολιτικές –κατεδάφιση του ΕΣΥ, ανοχή αισχροκέρδειας, αδιαφορία για τη φτωχοποίηση και την υπερχρέωση των πολιτών και την αντιμετώπιση της πανδημίας, υποχώρηση της θέσης της χώρας
στο διεθνές περιβάλλον κ.ά.– που ικανοποιούν τα συμφέροντα λίγων και ισχυρών.
Ο αγώνας του κ. Μητσοτάκη να αποκρύψει από τη λαϊκή κρίση την ηθική χρεοκοπία του έχει ξεπεράσει κάθε όριο, οδηγώντας στο διασυρμό κάθε άλλου θεσμού (Βουλή, δικαιοσύνη, ανεξάρτητες αρχές). Ο καθεστωτισμός του μεταδίδεται ως αντιδημοκρατική, θεσμική πανδημία, απομακρύνοντας τη χώρα από το ευρωπαϊκό κεκτημένο του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας.
Η παραμονή στη διακυβέρνηση της χώρας όσων εργαλειοποίησαν την εθνική ασφάλεια χάριν αλλότριων συμφερόντων είναι επικίνδυνη για τα δικαιώματα, για τη δημοκρατία και για την ασφάλεια της χώρας. Η πρωτοφανής νοοτροπία αυθαίρετης και ιδιοτελούς άσκησης της εξουσίας αποτελεί στρατηγική επιλογή αυτής της Κυβέρνησης, η οποία έχει ήδη απωλέσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, προσβάλλοντας τόσο βαριά τη δημοκρατία που δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία ούτε για μια στιγμή ακόμα.
Για τους λόγους αυτούς υποβάλλουμε πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης.