Την πεποίθηση ότι υπάρχουν πολλά που δεν γνωρίζουμε για την «17 Νοέμβρη» κι ότι μέλη της δεν έχουν ακόμα ταυτοποιηθεί εξέφρασε, μιλώντας στις «Ιστορίες» του ΣΚΑΪ, ο ελληνοαμερικανός πρώην κατάσκοπος της CIA Τζον Κυριάκου, ενώ μίλησε και για το πώς αποκάλυψε την πολιτική βασανιστηρίων που υιοθέτησαν οι ΗΠΑ μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.
Ο Κυριάκου, που εργάστηκε επί χρόνια στην Ελλάδα ερευνώντας τη 17Ν, επισήμανε πως η τρομοκρατική οργάνωση ήταν πολύ καλή στην «τέχνη» και στην διατήρηση μυστικών, ενώ το χρονικό εύρος της δράσης της οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπήρξαν πολλές γενιές μελών.
«Ποτέ δεν πίστεψα πως όλα τα μέλη από όλα αυτά τα χρόνια έχουν ταυτοποιηθεί», είπε ο Κυριάκου. «Πρέπει να υπάρχουν κι άλλοι εκεί έξω».
Ένα από τα άγνωστα πρόσωπα είναι η γυναίκα που εξ όσων γνωρίζουμε συμμετείχε στη δολοφονία του σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, Ρίτσαρντ Γουέλς, το 1975, χτύπημα που επί χρόνια απασχολούσε την υπηρεσία και τον ίδιο τον Κυριάκου προσωπικά.
«Ουδέποτε αναγνωρίσαμε την γυναίκα. Ποτέ. Μπορούμε κατά πάσα πιθανότητα να περιορίσουμε [τους υπόπτους] σε πέντε ή έξι άτομα, αλλά πιστεύω ότι ποτέ δεν θα μάθουμε ποια ήταν η γυναίκα».
Τόνισε πως πολλά αντικείμενα-σύμβολα της οργάνωσης, όπως η γραφομηχανή όπου συντάσσονταν προκηρύξεις και τουλάχιστον ένα πιστόλι 45 χιλιοστών παραμένουν άφαντα. «Κάποιος πρέπει να τα κρατά», εκτίμησε.
Παρακολουθούσαν το σπίτι του
Ο Κυριάκου εξιστορεί μάλιστα πώς απομακρύνθηκε εν μια νυκτί από την θέση του στην Αθήνα αφότου η 17Ν φάνηκε να αναφέρεται στο πρόσωπό του σε μια από τις προκηρύξεις της για τη δολοφονία του βρετανού αξιωματικού Σόντερς, το 2000.
Σημειώνει ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι η τρομοκρατική οργάνωση παρακολουθούσε το σπίτι του στην Κηφισιά, κάτι που ήλθε στην προσοχή του τυχαία, αφότου εμφάνισε φωτογραφίες που είχε βγάλει με τους δύο γιούς του στον κήπο τους. Στις φωτογραφίες είδε ένα κόκκινο αυτοκίνητο μάρκας Toyota, το οποίο, όπως αναφέρει, αποδείχτηκε ότι έφερε πλαστές πινακίδες.
Παρά την ικανότητά της να επιβιώνει, η 17Ν τελικά έκανε το αναπόφευκτο λάθος όταν βόμβα εξερράγη στα χέρια του Σάββα Ξηρού.
Ο Κυριάκου αναγνωρίζει πως η εξάρθρωση της οργάνωσης ήταν επιτυχία της Ελληνικής Αστυνομίας και των ελληνικών Αρχών, ενώ εκφράζει την πλήρη αντίθεσή του στον νόμο που επιτρέπει σε βαρυποινίτες όπως ο Δημήτρης Κουφοντίνας να βγαίνουν με άδεια από την φυλακή.
«Έκανες μια επιλογή στη ζωή και πρέπει να ζήσεις με τις συνέπειες των επιλογών σου […] Πιστεύω πως αυτός ο νόμος πρέπει να αλλάξει».
Η αποκάλυψη των βασανιστηρίων και η φυλάκισή του
Λίγα χρόνια αργότερα ο Κυριάκου παραιτείται από την CIA για οικογενειακούς λόγους, όμως το 2007 γίνεται ο πρώτος που μιλά ανοιχτά για την πολιτική βασανιστηρίων που υιοθέτησε η υπηρεσία στις ανακρίσεις πιθανών τρομοκρατών μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001.
Ο Κυριάκου μιλά για τον εικονικό πνιγμό (waterboarding), τονίζοντας πως πρόκειται για βασανιστήριο που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιούν διότι η Αμερική πρέπει να βάζει τον πήχυ υψηλότερα.
Η στάση του ενοχλεί την CIA. Κατηγορείται ότι διέρρευσε σε δημοσιογράφο το όνομα ενός μυστικού πράκτορα. Τελικά δικάζεται και καταδικάζεται για προδοσία. Η ποινή του είναι 30 μήνες φυλάκισης. Ο δικαστής συνέστησε να εκτίσει την ποινή του σε σωφρονιστικό κατάστημα ελάχιστης ασφάλειας, όμως την ημέρα που παρουσιάζεται τον οδηγούν σε φυλακή υψίστης ασφαλείας.
«Με βάλανε στην κανονική φυλακή, με τους φονιάδες και τους παιδεραστές κι ένας από τους δικηγόρους είπε ‘ω θεέ μου, μπορούμε να υποβάλλουμε πρόταση ενώπιων δικαστηρίου αλλά θα περάσουν 2 χρόνια πριν λάβουμε δικάσημο κι έως τότε θα έχεις πάει σπίτι’». Ο Κυριάκου χρησιμοποιεί την εκπαίδευσή του για να επιβιώσει.
Μετά την έξοδό του από την φυλακή, ο Κυριάκου φτάνει κοντά στο να χάσει το σπίτι που είχε χτίσει με τις οικονομίες μίας ζωής, όμως τελικά στέκεται στα πόδια του. Έχει δική του ραδιοφωνική εκπομπή, μόλις εξέδωσε το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο «Ο φυλακισμένος πράκτορας» και δίνει συμβουλές ανά τον κόσμο για τον χειρισμό προστατευόμενων μαρτύρων.
Με τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να έχει μιλήσει θετικά για τον βασανισμό υπόπτων για τρομοκρατία, ο Κυριάκου κοιτά πίσω και αισθάνεται ντροπή που άργησε να μιλήσει, αλλά δεν μετανιώνει που τελικά το έκανε.
«Για πεντέμισι χρόνια έμενα σιωπηλός. Γιατί, Γιατί προστάτευα τον εαυτό μου. Ντρέπομαι τώρα, μετά από τόσα χρόνια όταν σκέφτομαι ότι έβαλα τον εαυτό μου πάνω από τη χώρα μου».