Ειδήσεις

Η εκμετάλλευση των παιδιών έχει φτάσει στα όριά της

Πόση ακόμα αθλιότητα μπορεί να ανεχτεί αυτή η κοινωνία; Σε τι επίπεδα θα πρέπει να φτάσει η παιδική εκμετάλλευση, ώστε, επιτέλους, οι άθλιοι γονείς να χάσουν την επιμέλεια των παιδιών τους; Τι άλλο πρέπει να γίνει ώστε να ξυπνήσουν τα μισοκοιμισμένα κύτταρα αυτής της πόλης που διεκδικεί τον τίτλο της πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης;

Οι φωτογραφίες που δημοσιεύει σήμερα η «δημοκρατική» είναι χαρακτηριστικές της κατάστασης που επικρατεί. Η αντίθεση που ξεχωρίζει είναι μία: τη στιγμή που τα παιδιά καίγονται μέσα στον ήλιο, οι πατεράδες τους και τα μεγάλα τους αδέλφια κάθονται στη σκιά, στα δέντρα πίσω από τα γραφεία της ΔΕΗ, πίνουν καφέδες και ανά ώρα σηκώνονται για να κάνουν την είσπραξη της επαιτείας.
Ένα από τα παιδιά, ίσως το πιο μικρό από όλα, που ήταν δεν ήταν 4 ετών έδειξε στη «δημοκρατική» το χάρτινο κουτάκι της επαιτείας. Το έδειξε ζητώντας ευρώ. Δεν παρακαλούσε για οίκτο, ούτε και έκλαιγε από την πείνα, προκειμένου να προκαλέσει τη λύπηση. Απλώς ζητούσε ευρώ. Το μόνο πράγμα που το ενοχλούσε ήταν ο ήλιος, που ακόμα δεν τον είχε συνηθίσει.
Αυτό το μικρό παιδί ρωτήθηκε από τη «δημοκρατική» για ποιο λόγο κάθεται εκεί και η απάντηση ήταν απλή: «τι ώρα είναι;». Μόνο αυτό ήξερε να λέει το παιδί. Η επόμενη ερώτηση της «δημοκρατικής» ήταν στο ίδιο πνεύμα: «μέχρι ποια ώρα πρέπει να είσαι εδώ;» και η απάντηση ήταν κοφτή και ξεκάθαρη: «μέχρι τις έξι». Η ώρα ήταν ήδη τέσσερις το απόγευμα και για το παιδί αυτό υπήρχαν ακόμα δύο ώρες γεμάτες «εργασία». Η τελευταία ερώτηση της «δημοκρατικής» αφορούσε το αυτονόητο: «γιατί δεν πας πιο κάτω που έχει λίγη σκιά;». Το παιδί απάντησε απλά: «εδώ περιμένω εγώ».
Αυτό το παιδί, που εάν ήταν το τέκνο μιας ροδίτικης οικογένειας θα το είχε ήδη μαζέψει η αστυνομία και οι γονείς του σήμερα θα βρισκόντουσαν ενώπιον του εισαγγελέα για παραμέληση ανηλίκου, είναι κάθε μέρα στο ίδιο σημείο, στην κεντρική είσοδο της Μεσαιωνικής Πόλης, σαν ένα άλλο μνημείο αφιερωμένο στην οικογενειακή παράδοση των τσιγγάνων και στην απάθεια της κοινωνίας.
Το ρεπορτάζ της «δημοκρατικής» δεν σταμάτησε στο τετράχρονο παιδί. Περνώντας την κεντρική πύλη της Μεσαιωνικής Πόλης ένα άλλο παιδί, πιο ξεπεταγμένο σε ηλικία και συμπεριφορά, ρώτησε: «εσύ γιατί τραβάς φωτογραφίες;», «αυτή είναι η δουλειά μου» ήταν η απάντηση. «Εχεις ένα ευρώ; πεινάω», είπε το παιδί, που σε ηλικία πρέπει να ήταν 7 ετών. Ευρώ δεν του δόθηκε, μόνο μια ερώτηση: «που μένεις;».

Η απάντηση του παιδιού έδωσε όλη την εικόνα της κατάστασης που επικρατεί σήμερα στη Ρόδο. Το παιδί είχε έρθει στη Ρόδο με καράβι πριν από μέρες. Με την οικογένειά του διαμένουν στο Μενίδι και έρχονται κάθε χρόνο στο νησί για να «δουλέψουν». Για το παιδί των επτά ετών, αυτή ήταν η τρίτη του επίσκεψη. Οι αδελφές του πουλάνε διάφορα παιχνίδια με φωτάκια (στο δρόμο), η μάνα του πουλάει φρούτα και ο πατέρας του ήρθε μαζί στο νησί και κάνει δουλειά.
Τι δουλειά;
Οι πατεράδες και τα πιο μεγάλα αδέλφια (οι ενήλικες) δεν έχουν άλλη απασχόληση από το να κοιμούνται όλη μέρα κάτω από κάποιο δέντρο και να περιμένουν να περάσει η ώρα, ώστε να περάσουν από τα πόστα των παιδιών και να μαζέψουν τα λεφτά. Κοιμούνται συνήθως στα δέντρα πίσω από τα γραφεία της ΔΕΗ (στην πύλη Αρσεναλ) και στο παρκάκι του Νεωρίου. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ηθικούς φραγμούς. Παριστάνουν τους αθώους, όπως ακριβώς συμπεριφέρθηκαν και ενώπιον της «δημοκρατικής» που τους επισκέφθηκε ακριβώς στη θέση του ύπνου τους. «Εχεις να μας δώσεις κανένα μεροκάματο;» ρώτησε ένας από αυτούς, «όχι, μόνο να ρωτήσω τίνος είναι εκείνα τα παιδιά που ζητιανεύουν;». Η απάντηση ήταν απόλυτη: «και που θες να ξέρω εγώ; Ρώτα τα».
Τα παιδιά – επαίτες είναι δικά τους. Όπως σύζυγοί τους είναι οι γυναίκες, που τα ετοιμάζουν για τις θέσεις εκείνες. Όπως φαίνεται ξεκάθαρα από τις φωτογραφίες, που αποτύπωσε ο φακός της «δημοκρατικής», η μάνα είναι εκείνη που καλύπτει το πρόσωπο της κόρης της με άσπρο χρώμα και στη συνέχεια τη βάζει να στέκεται με τις ώρες πάνω σ’ ένα πλαστικό κουβά, παριστάνοντας το άγαλμα. Η ίδια δουλειά που κάνουν οι καλλιτέχνες μίμοι, που η δική τους η δουλειά χάνεται από την παιδική εκμετάλλευση. Βέβαια, η εικόνα της κόρης επάνω στον πλαστικό κουβά, στην κεντρική είσοδο της Μεσαιωνικής Πόλης είναι το πρώτο αξιοθέατο, που βλέπουν οι επισκέπτες του ενός από τους πιο σημαντικούς τουριστικούς προορισμούς του κόσμου (διότι υπήρξε κάποτε).
Την όλη τουριστική εικόνα συμπληρώνουν οι τσιγγάνες που γυρνάνε με τους τροχήλατους πάγκους τους και πωλούν φρούτα. Αυτή τους η δράση είναι καθημερινή. Χωρίς να τους ενοχλεί κανένας, χωρίς έλεγχο, χωρίς χαρτιά, χωρίς άδειες, πωλούν, εισπράττουν, αφοδεύουν πλάι στα τείχη και φεύγουν. Την ίδια στιγμή οι αρχές εξετάζουν κάθε μέρα και κάθε βράδυ τα καταστήματα για να διαπιστωθεί, εάν το προσωπικό που απασχολούν είναι δηλωμένο στο ΙΚΑ, εάν οι παραπάνω ώρες της απασχόλησης του σερβιτόρου έχουν εκ των προτέρων δηλωθεί  και εάν αυτό δεν έχει συμβεί, τότε επιβάλλουν αυστηρότατα πρόστιμα.
Την ώρα που οι τσιγγάνοι έχουν μετατρέψει τη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου σ’ έναν απέραντο μαχαλά, οι νόμιμοι μικροπωλητές αγωνιούν να πείσουν την κοινωνία και τις αρχές για την πραγματικότητα των προβλημάτων τους.
Αυτή είναι σήμερα η κατάντια ενός τόπου που χθες είχε τέσσερα κρουαζιερόπλοια στο λιμάνι του,  είχε και έχει χιλιάδες τουρίστες να διαμένουν στα ξενοδοχεία του κι όμως παρόλα αυτά η τουριστική αγορά, οι επιχειρήσεις οι συναφείς με τον τουρισμό και κατά συνέπεια όλες οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του υποφέρουν από την έλλειψη πελατών. Με τέτοια κατάντια ως εικόνα, τα χειρότερα ακόμα δεν έχουν γίνει αισθητά.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου