«Μαγνήτη» για τους επενδυτές υψηλού κινδύνου, τα γνωστά hedge funds και distressed funds, αποτελεί η «θάλασσα» των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ, που έχει σχηματιστεί έπειτα από επτά χρόνια μεγάλης ύφεσης. Οπως εκτιμούν αναλυτές, τα «κόκκινα» δάνεια μπορεί να αποφέρουν πολύ μεγάλες αποδόσεις στους επενδυτές, ενώ οι τράπεζες θα μπορούσαν να ανακτήσουν ένα αξιόλογο μέρος των «κόκκινων» δανείων. Το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει οι επισκέψεις στην Αθήνα διαχειριστών και εκπροσώπων χαρτοφυλακίων υψηλού κινδύνου, οι οποίοι προσπαθούν να εντοπίσουν τις ευκαιρίες που διαμορφώνονται ενόψει των νομοθετικών αλλαγών που θα καταστήσουν πιο ευέλικτη και ταχεία την ανάκτηση απαιτήσεων, δηλαδή δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση, αλλά και της δημιουργίας σχετικής αγοράς όπου θα μπορούν να αγοράζονται και να πωλούνται μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν περάσει από την Ελλάδα εκπρόσωποι πολλών χαρτοφυλακίων, όπως η Apollo Management, η Fortress, η Baubost, η Strategic Value, η Third Point, το KKR, η York Capital Management, η Cerberus, η Paulson & Co, η Dromeus Capital, κ.ά. Πολλές από αυτές τις εταιρείες έχουν ήδη πραγματοποιήσει σημαντικές κινήσεις στη χώρα μας. Τα παραπάνω χαρτοφυλάκια ενδιαφέρονται κυρίως για επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν να καταστούν βιώσιμες και κερδοφόρες αν αποκτήσουν μια πιο αποτελεσματική διοίκηση και περιορίσουν τον τραπεζικό δανεισμό. Η βασική ιδέα είναι οι επενδυτές να βάλουν «φρέσκα» κεφάλαια σε υπερχρεωμένες εταιρείες και σε αντάλλαγμα οι τράπεζες να αποδεχθούν ένα γενναίο «κούρεμα» των δανείων, ώστε να καταστούν βιώσιμες. Μεγάλο ενδιαφέρον υπάρχει για τον τομέα του τουρισμού, τόσο για ξενοδοχειακές επιχειρήσεις όσο και μεμονωμένα ξενοδοχεία. Ευκαιρίες εντοπίζονται σε πολλούς άλλους κλάδους, καθώς έπειτα από επτά χρόνια βαθιάς ύφεσης, ακόμα και «κανονικά» περιουσιακά στοιχεία (ομόλογα, μετοχές, ακίνητα κ.ά.) έχουν χάσει πολύ μεγάλο μέρος της αξίας τους. Εκατοντάδες εταιρείες αδυνατούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους λόγω του υπερδανεισμού. Με τα τελευταία στοιχεία της ΤτΕ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώνονται στο 51,3% στην καταναλωτική πίστη, στο 35,60% στα στεγαστικά, στο 39,8% στα επιχειρηματικά δάνεια, στο 63% στα δάνεια προς ελεύθερους επαγγελματίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις και στο 54% στα δάνεια προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Μεγάλες ευκαιρίες για μεγάλα κέρδη εκτιμάται ότι υπάρχουν και στον τομέα των δανείων προς νοικοκυριά. Εκεί οι τράπεζες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν χαρτοφυλάκια με δάνεια μη συνεργάσιμων δανειοληπτών και να τα πουλήσουν σε τρίτους, οι οποίοι θα τα αποκτήσουν στο 10% – 20% της ονομαστικής τους αξίας και θα προσπαθήσουν να ανακτήσουν όσα περισσότερα μπορούν. Στελέχη τραπεζών σημειώνουν ότι υπάρχει μεγάλος προβληματισμός για το αν θα πρέπει να πουληθούν τέτοια δάνεια, καθώς εκτιμούν ότι οι τράπεζες θα μπορούσαν, μετά τη διαμόρφωση του νέου νομοθετικού πλαισίου, να ανακτήσουν αυτόνομα σημαντικό τμήμα των «κόκκινων» δανείων. Οπως σημειώνουν, ήδη καταγράφεται μεγαλύτερη κινητικότητα σε δανειολήπτες που ζητούν να ρυθμιστεί δάνειο που μέχρι τώρα δεν εξυπηρετούν, καθώς διαβλέπουν τις επερχόμενες αλλαγές και έχουν αντιληφθεί ότι οι προσδοκίες για ένα οριζόντιο «κούρεμα» δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Οι τράπεζες σημειώνουν ότι θα πρέπει να προστατευτούν οι πραγματικά ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, ωστόσο για τους υπόλοιπους δανειολήπτες, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα αλλά δεν εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους, θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία στις τράπεζες για την αντιμετώπισή τους.
Το πώς θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων είναι κρίσιμο και για την ανακεφαλαιοποίηση, καθώς αν γίνει με τρόπο που δεν θα τραυματίσει την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών, θα επιταχύνει την ανάκαμψή τους και κατ’ επέκταση της οικονομίας.
Καθημερινή