Αρθρο του Σταύρου Κουταλιανου, συμβολαιογράφου Ρόδου, επιστημονικού συνεργάτη Νομικής σχολής Δ.Π.Θ
Ι. Ο συμβολαιογραφικός θεσμός, απόρροια της ανάγκης εξασφάλισης των συναλλαγών, παρουσιάζεται από την αρχαιότητα και φθάνει ως τη σύγχρονη εποχή, υπό διαφορετικό μεν πλαίσιο αλλά με το ίδιο ακριβώς πρόταγμα: την εγγύηση και διασφάλιση εφαρμογής των νόμων που διέπουν κρίσιμες συμβατικές σχέσεις και συναλλακτικές πρακτικές. Ο συμβολαιογράφος, είτε ως Ιερομνήμων, Μνήμων, Επιστάτης, Αγορανόμος της αρχαιότητας και της ελληνιστικής περιόδου είτε ως Ταβελλίων, Ταβουλλάριος, Συναλλαγματογράφος ή περισσότερο γνωστός ως Νοτάριος στη βυζαντινή και υστεροβυζαντινή περίοδο, εξειδικευμένος πάντα σε θέματα δικαίου, καλείται από την αρχαιότητα ως και σήμερα να συντάξει ή να επικυρώσει έγγραφα που αποτυπώνουν δικαιοπρακτικές δηλώσεις, δηλώσεις δηλαδή με έννομη σημασία.
ΙΙ. Η θέση αυτή του συμβολαιογράφου στην έννομη τάξη, κινούμενη στο μεταίχμιο δικαστικής δραστηριότητας στο πλαίσιο προληπτικής απονομής της δικαιοσύνης και διοικητικής λειτουργίας απαιτούσε και απαιτεί πάντα να συντρέχουν στο πρόσωπο του αυξημένα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Για τα προσόντα μάλιστα του Νοταρίου κατά τους βυζαντινούς χρόνους ήταν απαραίτητη η γνώση και η συνείδηση του νόμου, ο αδιάφθορος βίος, το σεμνό ήθος, η ακεραιότητητα του φρονήματος, η λογιοσύνη καθώς και η εκ μέρους αυτού σύνεση ώστε να είναι και «περί την λέξιν εύστροφος και περί τον λόγον ευάρμοστος».
ΙΙΙ. Στο Βυζάντιο το σωματείο των Ταβουλλαρίων (δηλαδή των σημερινών συμβολαιογράφων) είχε ως προστάτες του τους Άγιους Νοταρίους Μαρκιανό και Μαρτύριο, οι οποίοι έζησαν των 4ο αιώνα, βασιλεύοντος του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, ενός εκ των τριών γιων του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η μνήμη τους τιμάται στις 25 Οκτωβρίου και κατά παλαιό έθος που καταργήθηκε από τον Πατριάρχη Λουκα (1156-1169), την ημέρα εκείνη οι τότε ταβουλλάριοι με τους μαθητές τους «διήρχοντο την αγοράν μετημφιεσμένοι, προσωπιδοφόροι, εν ευθυμία αδιαπτώτω,». Υπήρξαν γραμματείς και αναγνώστες του τότε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλου, ενός Πατριάρχη με ακέραιο και γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα, του οποίου η Πατριαρχεία συνέπεσε με την εξάπλωση και αντιμετώπιση του αρειανισμού. Ο Άρειος και οι οπαδοί του επέμεναν στην ανθρώπινη φύση του Υιού, υποβιβάζοντας ανεπίτρεπτα το ένσαρκο Θειο λόγο στη χορεία της κτιστότητας, εξού και στο τέλος καταδικάστηκαν ως αιρετικοί, ήδη από την Α Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας. Τα ταραχώδη όμως χρόνια πριν από την οριστική καταδίκη του αρειανισμού θα βρουν τον Άγιο Πατριάρχη Παύλο εξόριστό στην Αρμενία και στραγγαλισμένο τελικά από τους οπαδούς του Αρείου. Οι Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος όταν τους ζητήθηκε προκειμένου να μην έχουν το ίδιο τέλος να ασπασθούν την αίρεση του αρειανισμού, έδωσαν τέλος στη ζωή τους με μαχαίρι, λόγω της ορθοδόξου πίστεώς τους, και ετάφησαν στη Μελανδησία πύλη, εντός της Κωνσταντινούπολης.
ΙV. Στο πρόσωπο των Αγίων μαρτύρων Ορθόδοξη εκκλησία τιμά δύο βασικές αρετές: Την υπακοή: «Παύλω δε πειθαρχούντες ισαποστόλω, ποιμένι και διδασκάλω των αληθών δογμάτων» και την άτρωτη πίστη: «τρωτον τηρήσαντες την ορθόδοξον πίστιν, Παύλω εφεπόμενοι τω σοφω διδασκάλω». Η υπακοή και έκφραση ακλόνητης πίστης είναι η μετοχή των Άγιων Μαρτύρων στον τριαδικό Θεό και στην κοινωνία μαζί του. Η υπακοή και η ακλόνητη πίστη εξοβελίζονται απο το δημοσιο λογο συχνά ως έννοιες των οποίων η λειτουργία υποβαθμίζει την ελευθερία δράσης και υποβιβάζει τη ατομικότητα του ανθρώπου. Η υπακοή στο θείο, στο δυνατότερο στοιχείο πρέπει να γίνει αντιληπτή όμως ως σημείο πνευματικής ωρίμανσης, ενώ η πίστη σε μια συμμετοχική επαφή με το Θεό ως στοιχείο δηλαδη που επιτείνει και δεν εξαφανίζει την αυτόνομη ελεύθερη ύπαρξη.
V. Γι’ αυτό άλλωστε, και πέρα του ότι οι Μάρτυρες Μαρκιανός και Μαρτύριος υπήρξαν Νοτάριοι, θεωρούνται με το παραδειγμα του μαρτυρίου τους από την εκκλησία μας προστάτες των Συμβολαιογράφων: Με Υπακοή και η Πίστη στους νόμους, στην έννομη τάξη και στις αδιαπραγμάτευτες αρχές που εγγυάται ένα σύγχρονο κράτους δικαίου καλείται ο Έλληνας συμβολαιογράφος σήμερα να αντιμετωπίσει το λειτούργημα του υπό αντίξοες συνθήκες, οικονομικές και γραφειοκρατικές. Καλείται να ενεργεί πάντα υπό το πρίσμα του νόμου ως μοναδικής ακλόνητης και αταλάντευτης πίστης ώστε να λειτουργει εκ των προτερων προστατευτικά για τα συμβαλλόμενα μέρη, και κυρίως για το αδύναμο μέρος, εξασφαλίζοντας συνολικά την κοινωνική συνοχή. Η μετοχή του συμβολαιογράφου στο νομικό γίγνεσθαι προϋποθέτει όχι μια φορμαλιστική τυπικότητα και ακαμψία πολλές φορές στενάχωρη για τους συναλλασσόμενους, αλλά μια ουσιαστική τυπικότητα, γιατί η τήρηση των τύπων είναι αυτή που εξασφαλίζει την ουσία και κατοχυρωνει την ομοιόμορφη εφαρμογη του δίκαιου. Χρόνια Πολλά.