Κάθε φορά που ανακοινώνονται τα αποτελέσματα του διεθνούς προγράμματος PISA, της μεγάλης έρευνας που κάνει ο ΟΟΣΑ σε 15χρονους μαθητές από τα κράτη-μέλη του και από δεκάδες άλλες χώρες, τα αποτελέσματα για τη χώρα μας είναι περίπου ίδια.
Σε αυτές τις κοινές εξετάσεις, οι Έλληνες μαθητές δεν τα πηγαίνουν καθόλου καλά. Μάλιστα, από το 2000, οπότε συμμετέχουμε ως χώρα σε αυτό τον θεσμό, είμαστε συνεχώς κάτω από τη βάση.
Στις 3 Δεκεμβρίου του 2019, όταν θα ανακοινωθούν και επισήμως τα πρώτα αποτελέσματα της έρευνας του 2018, αναμένεται να συμβεί το ίδιο. Αυτά είναι γνωστά και αναμενόμενα.
Αυτό το οποίο δεν είναι γνωστό στο ευρύ κοινό είναι ότι η συγκεκριμένη έρευνα, εκτός από ύλη σε συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα, περιέχει και άλλα πράγματα.
Όπως αναφέρει η διαΝΕΟσις, Συγκεκριμένα, οι μαθητές που συμμετέχουν (περίπου 5.500 15χρονοι από όλη την Ελλάδα, αντιπροσωπευτικό πανελλαδικό δείγμα) απαντούν και σε ένα ερωτηματολόγιο που αφορά τους ίδιους, τις ζωές τους και την εμπειρία τους στο σχολείο. Απαντούν σε ερωτήσεις για το πόσα βιβλία υπάρχουν στο σπίτι τους, το αν τρώνε πρωινό, τη βαθμίδα εκπαίδευσης στην οποία έφτασαν οι γονείς τους, το αν παίζουν videogames και πόσο, το αν κάνουν ιδιαίτερα ή φροντιστήριο, το αν αθλούνται.
Ταυτόχρονα, άλλο ερωτηματολόγιο συμπληρώνουν και οι διευθυντές των σχολείων τους, απαντώντας σε ερωτήσεις για τις υποδομές και τις ελλείψεις του κάθε σχολείου.
Τα αποτελέσματα λίγο-πολύ γνωστά: ο μέσος όρος των επιδόσεων των Ελλήνων μαθητών είναι χαμηλότερος από ό,τι των μαθητών των περισσότερων ανεπτυγμένων χωρών, ενώ ένα τεράστιο ποσοστό δεν μπορεί να αντεπεξέλθει ούτε στα βασικά.
Η διαΝΕΟσις, λοιπόν, δημοσιεύει σήμερα μια λεπτομερή μελέτη πάνω στα αποτελέσματα της PISA του 2015, τα πιο πρόσφατα πλήρη δεδομένα που είναι διαθέσιμα.
Ενδεικτικά, στην κατανόηση κειμένου, στα μαθηματικά και στις φυσικές επιστήμες, η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση, συγκρινόμενη με την Εσθονία, τη Γαλλία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα.
Παράλληλα, το ποσοστό των πολύ καλών μαθητών στη χώρα μας, όπως αναφέρει η διαΝΕΟσις, είναι πάρα πολύ χαμηλό -μόλις το 2,1% του συνόλου στις φυσικές επιστήμες, για παράδειγμα. Το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 7,7%, στην Εσθονία 13,5% και στη Σιγκαπούρη το ιλιγγιώδες 24%.
Στη χώρα μας μόνο το 0,9% των μαθητών κατόρθωσαν να βρεθούν στις δύο ανώτερες βαθμίδες και στα τρία θέματα που εξετάστηκαν.
Η ως άνω μελέτη πραγματοποιήθηκε από μια ομάδα ερευνητών, με τον συντονισμό και την επιμέλεια της Επικ. Καθηγήτριας του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου Χρύσας Σοφιανοπούλου, που είναι η εθνική συντονίστρια του PISA στον ΟΟΣΑ.