Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αλλά και η κίνηση παγκοσμίως ενδέχεται να μην ανακάμψουν πλήρως πριν από το 2023, εκτιμά ο συμβουλευτικός οίκος McKinsey & Company, αξιολογώντας τα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομία αλλά και τον μέχρι στιγμής αντίκτυπο της πανδημίας στα ταξίδια.
Ειδικότερα με βάση το αισιόδοξο σενάριο της McKinsey, το οποίο προβλέπει γρήγορο περιορισμό της πανδημίας διεθνώς και δυναμική ανάκαμψη των οικονομιών και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης παγκοσμίως, το 2021 τα ταξιδιωτικά έξοδα θα ανακάμψουν στο 85% περίπου αυτών του 2019, αλλά δεν θα προσεγγίσουν το 100% πριν από το 2023. Στον αντίποδα, κατά το 2021 μπορεί να μην υπάρξουν ταξιδιωτικές εισπράξεις υψηλότερες από το 60% αυτών του 2019, σύμφωνα με το απαισιόδοξο σενάριο McKinsey.
Ο εγχώριος τουρισμός σε κάθε χώρα πάντως αναμένεται να ανακάμψει πολύ ταχύτερα και δυναμικότερα από ό,τι ο διεθνής, και να προσεγγίσει τα προ κρίσης επίπεδα ένα με δύο χρόνια νωρίτερα από τα διεθνή ταξίδια. Με βάση τα στοιχεία της McKinsey, η διεθνής τουριστική αγορά αναμένεται έτσι να συρρικνωθεί σε αξία κατά τρία έως και οκτώ τρισεκατομμύρια δολάρια πριν οι ταξιδιωτικές δαπάνες επιστρέψουν στα προ της πανδημίας μεγέθη τους. Να σημειωθεί ότι τα ποσά αυτά που αναφέρει η McKinsey αφορούν τα έσοδα των 10 μεγαλυτέρων ταξιδιωτικών προορισμών παγκοσμίως, οι οποίοι είναι οι Γερμανία, Ινδία, Κίνα, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Μεξικό, Ηνωμένες Πολιτείες, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιαπωνία. Σε κάθε περίπτωση, η ανάκαμψη αναμένεται να είναι αργή, πολλών ταχυτήτων και επιπλέον θα εξαρτηθεί από το πόσο εξαρτώνταν οι προορισμοί από τις διεθνείς αφίξεις με αερομεταφορές. Δηλαδή χώρες με περισσότερο εγχώριο και διασυνοριακό οδικό τουρισμό αναμένεται να ανακάμψουν ταχύτερα, ενώ όσες είναι προσβάσιμες μόνον με αεροπλάνα, αργότερα.
Παράμετροι ανάκαμψης
Πέραν της προόδου στο υγειονομικό μέτωπο και του εύρους της ανάκαμψης στις αγορές από τις οποίες ξεκινούν οι ταξιδιώτες, η McKinsey εντοπίζει πέντε παραμέτρους-κλειδιά που θα επηρεάσουν την τροχιά της ανάκαμψης.
Κατ’ αρχάς ως σημαντικότερη παράμετρος προσδιορίζεται η ελκυστικότητα των προορισμών. Πόσο δηλαδή θα τραβήξουν μερίδια από άλλες και πόσο γρήγορα θα θέλουν να επιστρέψουν σε αυτές οι επαναλαμβανόμενοι επισκέπτες τους.
Δεύτερη παράμετρος είναι, κατά τον οίκο, η εξάρτηση των προορισμών από το αεροπορικό ταξίδι εν γένει που, όπως προαναφέρθηκε, όσο μεγαλύτερη είναι τόσο περισσότερο αναμένεται να καθυστερήσει την ανάκαμψή τους λόγω αφενός των υγειονομικών ανησυχιών και αφετέρου ενδεχόμενων σημαντικών μειώσεων των προσφερόμενων αεροπορικών θέσεων, καθώς οι αεροπορικές εταιρείες προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα.
Τρίτον, καθοριστικά θα είναι και τα υγειονομικά πρωτόκολλα αλλά και οι επιδόσεις ελέγχου της πανδημίας στις αγορές προορισμούς όπως επίσης και η ύπαρξη ασφαλιστικών καλύψεων.
Τέταρτη παράμετρος είναι, σύμφωνα με την McKinsey, το εύρος και η δυναμική της ανάκαμψης των ταξιδιών για εργασία, που για πολλούς προορισμούς αποτελούν πολύ βασική αγορά.
Πέμπτη παράμετρος, όμως, θα είναι οι αντιλήψεις που θα δημιουργηθούν στους εν δυνάμει ταξιδιώτες περί των επιπέδων βιωσιμότητας και περιβαλλοντικής ευαισθησίας των προορισμών.
Μειώθηκαν κατά 78,2% τα τουριστικά έσοδα
Πλήρη εικόνα για το πώς κινήθηκαν οι ταξιδιωτικές αφίξεις και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από το εξωτερικό μέσα στην κρίση δίνουν τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος για το εννεάμηνο.
Ουσιαστικά περιλαμβάνουν ολόκληρη τη φετινή σεζόν, αφού από τον Νοέμβριο η χώρα μπήκε σε νέο lockdown και τον Οκτώβριο η τουριστική κίνηση ήταν πολύ μικρή, και δείχνουν μείωση της τάξεως του 78,2% στα έσοδα και μείωση 77,2% στις αφίξεις από το εξωτερικό. Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις διαμορφώθηκαν στα 3,509 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην πτώση των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών της Ε.Ε. «27» κατά 73,4%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 2,321 δισ., καθώς και των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών εκτός της Ε.Ε. «27» κατά 83,0%, οι οποίες διαμορφώθηκαν σε 1,186 δισ.
Οι εισπράξεις από τη Γερμανία μειώθηκαν κατά 69,4% και διαμορφώθηκαν στα 785 εκατ. ευρώ, ενώ οι εισπράξεις από τη Γαλλία μειώθηκαν κατά 68,9% και διαμορφώθηκαν στα 310 εκατ. ευρώ.
Από τις χώρες εκτός της Ε.Ε.-27, πτώση κατά 73,9% παρουσίασαν οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 619 εκατ. ευρώ, ενώ οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 92,9% στα 72 εκατ. Οι εισπράξεις από τη Ρωσία μειώθηκαν κατά 96,9% στα 12 εκατ.
Η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε μόλις κατά 2,2%. Το ίδιο διάστημα η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση μειώθηκε κατά 77,2% και στα 6,147 εκατ. ταξιδιώτες, έναντι 26,953 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Ειδικότερα, η ταξιδιωτική κίνηση μέσω αεροδρομίων μειώθηκε κατά 74,5%, ενώ αυτή μέσω οδικών σταθμών κατά 82,9%.
Η κίνηση από τη Γερμανία παρουσίασε πτώση κατά 66,7% και διαμορφώθηκε σε 1,103 εκατ., ενώ αυτή από τη Γαλλία μειώθηκε κατά 72,2% και διαμορφώθηκε σε 385.000 ταξιδιώτες. Αναφορικά με τις χώρες εκτός της Ε.Ε. «27», η ταξιδιωτική κίνηση από το Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκε κατά 73,7% και διαμορφώθηκε στις 828.000, ενώ αυτή από τις ΗΠΑ μειώθηκε κατά 90,2% και διαμορφώθηκε στις 97.000.
Τέλος, η ταξιδιωτική κίνηση από τη Ρωσία μειώθηκε κατά 95,1% στις 23.000. Με αυτά τα μεγέθη το ταξιδιωτικό ισοζύγιο εμφάνισε πλεόνασμα 2,868 δισ., έναντι πλεονάσματος 14,095 δισ. την αντίστοιχη περίοδο του 2019.
Πηγή: kathimerini.gr