Ανάμεικτα είναι τα συναισθήματα στην Αθήνα από τα όσα αναφέρονται στο κείμενο της συμφωνίας για την οικονομική και εξωτερική πολιτική που θα εφαρμόσουν τα τρία κόμματα που σχηματίζουν τη νέα γερμανική κυβέρνηση.
Στο Μαξίμου κρατούν χαμηλούς τόνους και αναμένουν τις επίσημες ανακοινώσεις για να τοποθετηθούν. Ωστόσο, όλα δείχνουν πως εκείνος που θα πρέπει να ανησυχεί είναι ο Ταγίπ Ερντογάν, που μετά την κατάρρευση της τουρκικής λίρας φαίνεται πιθανό να αντιμετωπίσει ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα από την στιγμή που το κόμμα των Πρασίνων, που χαρακτηρίζεται ιδιαιτέρως φιλελληνικό, θα αναλάβει το υπουργείο Εξωτερικών.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που η οικολογική παράταξη, είχε ασκήσει κριτική στην Άνγκελα Μέρκελ για την θετική της στάση απέναντι στην Άγκυρα. Στο κείμενο της συμφωνίας η Τουρκία αναφέρεται ως “σημαντικός γείτονας της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ”, ωστόσο γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην ενταξιακή της πορεία η οποία, όπως τονίζεται, δεν θα προχωρήσει αν δεν αλλάξει τακτική ο Ταγίπ Ερντογάν απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα, τα δικαιώματα των γυναικών και των μειονοτήτων.
Η “Πράσινη” άρνηση στην πώληση Γερμανικών υποβρυχίων
Πριν από περίπου ένα χρόνο το κόμμα των “Πρασίνων” είχε ζητήσει από την Άνγκελα Μέρκελ να διακόψει την παράδοση στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία και να ανακαλέσει την αδειοδότηση για την εξαγωγή των υποβρυχίων Τ-214, λόγω των απειλών εναντίον της Ελλάδας, της παραβίασης του διεθνούς δικαίου και της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Παράλληλα, είχε ασκήσει κριτική στην Καγκελάριο για διστακτική και αργή αντίδραση απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν. “Αυτό που θα ζητήσω από τον διάδοχο της κυρίας Μέρκελ δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από το να γίνουν σεβαστές οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Τουρκία”, είχε τονίσει πρόσφατα ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Αξίζει να σημειωθεί πως η παράταξη των οικολόγων που μετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό είχε ταχθεί υπέρ της χώρας μας και στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο πως μετά την επιμονή των Πρασίνων και της Αναλένα Μπέρμποκ, που θα αναλάβει το υπουργείο Εξωτερικών, στο κείμενο της συμφωνίας γίνεται αναφορά στις ελληνογερμανικές σχέσεις, αναφορικά με τη γερμανική κατοχή.
“Τα τρία κόμματα αισθάνονται μια ιδιαίτερη ευθύνη για τους ευρωπαίους γείτονες. Αλλά και η σημερινή συζήτηση, για παράδειγμα στην Ελλάδα και στην Ουκρανία, δείχνει ότι η από κοινού αντιμετώπιση δεν έχει ολοκληρωθεί”.
Σχέσεις Μητσοτάκη – Σολτς
Την συνέχιση της γόνιμης συνεργασίας που έχουν οι δύο χώρες θα επιδιώξει ο πρωθυπουργός με τον νέο Γερμανό Καγκελάριο. Μπορεί ο Όλαφ Σόλτς να μην προέρχεται από τον χώρο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος όπως η Άνγκελα Μέρκελ, ωστόσο εκτιμάται πως οι σχέσεις σε διμερές επίπεδο δεν θα επηρεαστούν.
Οι δύο άντρες είχαν συναντηθεί στο Βερολίνο το καλοκαίρι του 2019. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε μόλις αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας και ο Όλαφ Σόλτς ήταν υπουργός Οικονομικών.
Ο πρωθυπουργός στην τελευταία επίσκεψη της Άνγκελα Μέρκελ ως Καγκελάριου στην Αθήνα είχε αναφερθεί στον διάδοχό της. “Προσβλέπω να έχω μία εποικοδομητική συνεργασία, η οποία προφανώς θα συμπεριλαμβάνει και τη συζήτηση για το Σύμφωνο Σταθερότητας”, είχε τονίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημειώνοντας πως το ζήτημα αυτό δεν είναι διμερές, αλλά θα τεθεί στο πλαίσιο της Ε.Ε και θα πρέπει να υπολογιστούν και οι επιπτώσεις από την πανδημία.
Ένας “Σόιμπλε” στο τιμόνι της γερμανικής οικονομίας
Παρά το γεγονός πως στην ηγεσία της γερμανικής κυβέρνησης θα βρίσκεται ένας σοσιαλδημοκράτης, όλα δείχνουν πως η οικονομική πολιτική επιστρέφει στο μοντέλο Σόιμπλε. Το γεγονός πως δόθηκαν τα “κλειδιά” του ταμείου στους φιλελεύθερους δείχνει και την κατεύθυνση που επιθυμεί να ακολουθήσει ο νέος Καγκελάριος. Φαβορί για την συγκεκριμένη θέση είναι Κρίστιαν Λίντνερ, ο οποίος δίνει μεγάλο βάρος στην τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, τόσο στη Γερμανία όσο και στη Ε.Ε.
Αυτό σημαίνει πως το Βερολίνο δεν φαίνεται διατεθειμένο να προχωρήσει σε αλλαγές όσον αφορά το “Σύμφωνο Σταθερότητας” που θα εφαρμοστεί από 2023, θέλοντας με αυτό τον τρόπο να επιστρέψουν οι αυστηροί έλεγχοι, τα πλεονάσματα και οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί που, λόγω της πανδημίας, υπήρχε σημαντική ελαστικότητα. Ωστόσο, οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου, αναμεσά τους και η χώρα μας, αναμένεται να ζητήσουν επαναδιαπραγμάτευση των πολύ αυστηρών κανόνων του “Συμφώνου Σταθερότητας”.
Πηγή thetoc.gr