Στον τουριστικό κλάδο, ο οποίος θα μπορούσε να επιτύχει επιπλέον έσοδα, ύψους 18 δισ. ευρώ ετησίως, ποντάρουν οι τράπεζες – Τα σχέδια για χορηγήσεις – Ποιοι άλλοι κλάδοι διεκδικούν πρωταγωνιστικό ρόλο στο πλαίσιο (και) του Ταμείου Ανάκαμψης
Αποφασισμένες να στηρίξουν τον τουριστικό κλάδο στην πράξη, όπως, άλλωστε, έκαναν από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η υγειονομική κρίση, εμφανίζονται οι ελληνικές τράπεζες, ποντάροντας στο προϊόν, το οποίο θα μπορούσε να επιτύχει επιπλέον έσοδα, ύψους 18 δισ. ευρώ ετησίως.
Με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης να αποτελεί μία σημαντική αναπτυξιακή ευκαιρία για τον τουρισμό, αφού έχουν προβλεφθεί άμεσα κονδύλια, ύψους 600 εκατ. ευρώ, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι έτοιμα να ανοίξουν την… κάνουλα της χρηματοδότησης, κόντρα στα «μαύρα» στοιχεία αναφορικά με την εξέλιξη της πανδημίας.
Προς επίρρωση, η Eurobank, η οποία φέρει τον τίτλο της τράπεζας του τουρισμού, υπολογίζει πως την επόμενη τριετία θα υλοποιηθούν συνολικές επενδύσεις, ύψους 32 δισ. ευρώ, που μοιράζονται ως εξής: τέσσερα δισ. ευρώ στον τουρισμό, 10 δισ. ευρώ στη ναυτιλία, έξι δισ. ευρώ στην ενέργεια, πέντε δισ. ευρώ σε υποδομές – συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικοποιήσεων, τρία δισ. ευρώ σε real estate και τέσσερα δισ. ευρώ στη βιομηχανία – μεταποίηση. Τις αμέσως επόμενες ημέρες, μάλιστα, η διοίκηση της τράπεζας έχει προγραμματίσει συνέντευξη Τύπου, στη διάρκεια της οποίας θα εξειδικευθούν τα μέτρα στήριξης προς τον κλάδο, γεγονός που θα της επιτρέψει να επενδύσει στο μέλλον.
Υπενθυμίζεται πως πέρυσι η Eurobank ανακοίνωσε ένα πακέτο μέτρων, συνολικού ύψους 750 εκατ. ευρώ, για την επανεκκίνηση του ελληνικού ξενοδοχειακού κλάδου, καίριας σημασίας για τη στήριξη της τουριστικής βιομηχανίας που συμβάλει – άμεσα ή έμμεσα – με 21% στο ΑΕΠ και 22% στην απασχόληση της χώρας. Αυτό, μεταξύ άλλων, προέβλεπε το «πάγωμα» των δόσεων κεφαλαίου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2021 για δάνεια ξενοδοχειακών επιχειρήσεων που ήταν ενήμερα την 31η Δεκεμβρίου 2019, αλλά και την χρηματοδότηση εγκεκριμένων επενδύσεων στον κλάδο των ξενοδοχείων, ύψους περίπου 300 εκατ. ευρώ.
«Οι άξονες των logistics και της ναυτιλίας, της ενέργειας και ιδιαίτερα των ΑΠΕ, του τουρισμού και του πολιτισμού, αλλά και των τροφίμων, μπορούν να αποτελέσουν σημαντικές ευκαιρίες και ταυτόχρονα, πλεονεκτήματα για την καίρια στροφή της ελληνικής οικονομίας προς μία ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη». Αυτό τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, κ. Βασίλης Ψάλτης, από το CEO Panel «Re-imagine Greece» του SingularityU Summit, υπογραμμίζοντας πως η αισιοδοξία του για το μέλλον εδράζεται στο γεγονός ότι «η χώρα μας έχει πλέον τεράστιες παραγωγικές δυνάμεις, στέρεους θεσμούς, καθώς και μία δημιουργική και παραγωγική εθνική ταυτότητα, η οποία χαλυβδώθηκε μέσα από τις μικρές και μεγάλες ήττες της προηγούμενες δεκαετίας και έγινε πιο εξωστρεφής και φιλική στις επιχειρηματικές ιδέες». Επισημαίνεται πως κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους η Alpha Bank συνέχισε να στηρίζει σταθερά τους πελάτες της, με τις νέες εκταμιεύσεις δανείων στην Ελλάδα να ανέρχονται σε 2,3 δισ. ευρώ, κυρίως στους κλάδους των μεταφορών, της μεταποίησης, του εμπορίου, της ενέργειας και φυσικά του τουρισμού.
Νέες χρηματοδοτήσεις, ύψους 4,6 δισ. ευρώ, μέχρι το τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου, με το 50% αυτών να έχει διοχετευθεί σε μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και κυρίως στους κλάδους της μεταποίησης, των logistics, του τουρισμού, του εμπορίου και του πρωτογενούς τομέα παραγωγής έχει ήδη χορηγήσει η Τράπεζα Πειραιώς, με τον γενικό διευθυντή, επικεφαλής της εταιρικής τραπεζικής, κ. Θάνο Βλαχόπουλο, να υπενθυμίζει πως στόχος είναι η εκταμίευση νέων δανείων, ύψους 5,7 δισ. ευρώ, για το 2021 και έξι δισ. ευρώ το 2022 , ενώ έχει δεσμευτεί να διοχετεύσει στην οικονομία πόρους της τάξης των 6δισ. ευρώ το 2022.
Επιπλέον έσοδα 18 δισ. ευρώ ετησίως το 2030
«Υιοθετώντας την εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού για άνοδο της παγκόσμιας τουριστικής κίνησης κατά 20% το 2030 (έναντι του 2019), η σύγκλιση της Ελλάδας στον μεσογειακό μέσο όρο σε όρους εποχικότητας και ποιότητας θα μπορούσε μέχρι το τέλος της δεκαετίας να οδηγήσει τις τουριστικές εισπράξεις στην Ελλάδα σε επίπεδο διπλάσιο έναντι του 2019 (επιπλέον 18 δισ. ευρώ ετησίως)». Αυτό είναι το συμπέρασμα από πρόσφατη έρευνα της Εθνικής Τράπεζας για τον κλάδο, περιγράφοντας τους καταλύτες της δυναμικής, οι οποίοι θα μπορούσαν να λειτουργήσουν με τον παρακάτω μηχανισμό:
Tο μερίδιο της Ελλάδας θα μπορούσε να αυξηθεί από το 2,3% στο 3,2% (μέσω μείωσης της εποχικότητας από το 79% στον μεσογειακό μ.ο., 58%), ενισχύοντας τις αφίξεις κατά 70% (από τα 34 εκατομμύρια στα 58 εκατομμύρια τουρίστες ετησίως).
Επιπλέον, η βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, δύναται να προσελκύσει υψηλότερου εισοδήματος τουρίστες, οδηγώντας σε αύξηση της μέσης είσπραξης ανά διανυκτέρευση κατά 17% (από 70 ευρώ σε 82 ευρώ, επίπεδο στο οποίο βρίσκεται και ο μ.ο. της Μεσογείου).