Βρίσκονται νυχθημερόν, 365 ημέρες τον χρόνο, σε επιφυλακή. Καλούνται να αντιμετωπίσουν καθημερινά δύσκολα περιστατικά σε αντίξοες συνθήκες. Είτε πρόκειται για διάσωση προσφύγων είτε για διακομιδές ασθενών από ακριτικές περιοχές και αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας σε εμπόλεμες ζώνες, οι άνδρες της Πολεμικής Αεροπορίας δηλώνουν «πανέτοιμοι».
Με «ορμητήριο» τη βάση της Ελευσίνας, όπου βρέθηκε η «Κ», το προσωπικό της 384 Μοίρας Ερευνας και Διάσωσης και οι συνάδελφοί τους στην 356 Μοίρα Τακτικών Μεταφορών βρίσκονται σε ετοιμότητα 15 λεπτών για την απογείωση, από τη στιγμή που θα λάβουν «σήμα κινδύνου».
«Εμάς μας δίνεται η εντολή από το Ενιαίο Κέντρο Συντονισμού Ερευνας και Διάσωσης που βρίσκεται στον Πειραιά. Τα ελικόπτερα εδρεύουν στην Ελευσίνα και σε τρία νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, στη Ρόδο, τη Χίο και τη Λήμνο. Αναλόγως με την περιοχή που υπάρχει περιστατικό, απογειώνεται και το πιο κοντινό ελικόπτερο», εξηγεί στην «Κ» ο αντισμήναρχος Φώτης Λαχουβάρης, διοικητής της 384 Μοίρας Ερευνας και Διάσωσης.
Το πλήρωμα των Super Puma αποτελείται από τον κυβερνήτη, τον συγκυβερνήτη, δύο δύτες διασώστες, έναν μηχανικό, έναν σύνδεσμο του Λιμενικού και έναν γιατρό της Πολεμικής Αεροπορίας. Αν και τα μέλη του πληρώματος έχουν συνηθίσει να ζουν επιχειρησιακά με τον κίνδυνο, ομολογούν ότι φέτος, λόγω της ενίσχυσης των προσφυγικών ροών, το έργο τους έχει γίνει πιο απαιτητικό, πιο σύνθετο.
«Αν κοιτάξουμε τα στατιστικά στοιχεία της μοίρας και των περιστατικών που έχουμε πετάξει, βλέπουμε μια αύξηση σε σχέση με την περυσινή χρονιά ήδη γύρω στο 30%-40%», προσθέτει ο κ. Λαχουβάρης
Αντίπαλος ο καιρός
Ο πιο δύσκολος αντίπαλος σε κάθε επιχείρηση είναι ο καιρός. Καταιγίδες, περιοχές αναταράξεων και μια θάλασσα με 7-8 μποφόρ επηρεάζουν πολύ το ελικόπτερο και μπορούν να κάνουν ακόμα πιο απρόβλεπτη μια αποστολή. Το Super Puma έχει χωρητικότητα περίπου 12 ατόμων, εκτός των μελών του πληρώματος, και στο εσωτερικό του υπάρχει πάντα ένα φορείο και ένας σάκος με ρούχα, πετσέτες και κουβέρτες για τους ναυαγούς.
«Το πιο μεγάλο πρόβλημα ειδικά με τους πρόσφυγες είναι ο πολύ μεγάλος αριθμός. Μιλάμε για δεκάδες άτομα, τα οποία θα είναι ταυτόχρονα μέσα στο νερό και θα πρέπει να διασωθούν την ίδια στιγμή. Μια άλλη δυσκολία είναι η άγνοιά τους σε σχέση με τη θάλασσα. Αν κάποιος δεν ξέρει κολύμπι, είναι φυσιολογικό να πανικοβληθεί, να χάσει την ψυχραιμία του. Αν δεν έχει και σωσίβιο, τα πράγματα αρχίζουν και γίνονται πάρα πολύ δύσκολα», εξηγεί στην «Κ» ο δύτης – διασώστης Γιάννης Γιαννίκος.
Τα εμπόδια, όμως, δεν σταματούν εδώ. Οπως λέει στην «Κ» ο κυβερνήτης των Super Puma σμηναγός Θεοδόσης Σφηναρολάκης, «ο ακριβής υπολογισμός της επάρκειας των καυσίμων παίζει καθοριστικό ρόλο όταν τα μέλη του πληρώματος καλούνται να επέμβουν πολύ μακριά από το αεροδρόμιο ανεφοδιασμού».
Εκτός από τα προβλήματα στις αποστολές, υπάρχουν και περιστατικά που σκορπούν χαρά στα μέλη του πληρώματος. Ο κ. Σφηναρολάκης, που «μετράει» 1.350 ώρες πτήσης, δεν ξεχνά τη μεταφορά εγκύου από τη Σίφνο, η οποία γέννησε τελικά μέσα στο Super Puma με… αποτέλεσμα ο κυβερνήτης να γίνει και ο νονός του παιδιού.
Εξίσου απαιτητικό είναι και το έργο των πληρωμάτων των C-130 καθώς έχουν κληθεί πολλές φορές να πραγματοποιήσουν αποστολές για να προσφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια, όπως στην περίπτωση του τσουνάμι το 2004, και να απομακρύνουν Ελληνες από εμπόλεμες ζώνες (Λιβύη, Αφγανιστάν, Ιράκ).
Στη Λιβύη
«Ημασταν από τα πρώτα αεροσκάφη που πήγαν στη Λιβύη όταν ξεκίνησε ο πόλεμος και το στοιχείο της αβεβαιότητας ήταν έντονο, δεν γνωρίζαμε αν ήταν οι κυβερνητικές δυνάμεις ή οι αντίπαλες που ήλεγχαν τα αεροδρόμια στα οποία πηγαίναμε», λέει στην «Κ» ο σμηναγός, κυβερνήτης στα C-130, Νίκος Χρυσανθόπουλος.
Ο αντισμήναρχος διοικητής της 356 Μοίρας Τακτικών Μεταφορών Γεώργιος Αμουργιανός προσθέτει τις δικές του αναμνήσεις. «Ημασταν αποκομμένοι από παντού, δεν υπήρχαν επικοινωνίες, δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε με κανέναν ούτε σε κινητά ούτε δορυφορικά, η κατάσταση στο αεροδρόμιο ήταν επικίνδυνη και χρειάστηκε να περιμένουμε δώδεκα ώρες μέχρι να καταφέρουν να αποδεσμευτούν οι Ελληνες που ήταν εγκλωβισμένοι στην πρεσβεία».
Οι ιπτάμενοι της Πολεμικής Αεροπορίας, εξάλλου, είναι γεννημένοι για τα δύσκολα και, όπως αναφέρει ο δύτης – διασώστης κ. Γιαννίκος, «ο φόβος είναι για να ξεπερνιέται».
Σαν ιπτάμενα «166»
Είναι συχνές οι περιπτώσεις που τα πληρώματα των C-130 αναλαμβάνουν να αναπληρώσουν τα κενά που αντιμετωπίζουν τα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας των νησιών σε ιατρικό προσωπικό – ουσιαστικά γίνονται «ιπτάμενα 166».
«Σε ειρηνική περίοδο συνήθως παραλαμβάνουμε σε κάθε πτήση, και σε συνεργασία με το ΕΚΑΒ, έναν έως δύο ασθενείς από όλη την Ελλάδα για να τους φέρουμε στην Αθήνα, όπου έχουμε τα περισσότερα νοσοκομεία, και σε πολεμική περίοδο μπορούμε να μεταφέρουμε μέχρι 72 επιβάτες με τέσσερις συνοδούς ή 76 ασθενείς με δύο συνοδούς με τις κατάλληλες τροποποιήσεις του χώρου», εξηγεί στην «Κ» ο επόπτης φόρτωσης, υποσμηναγός Δημήτρης Πατσιώτης. Η ευθύνη της διακομιδής ασθενών είναι μεγάλη και για την επιτυχή έκβασή της «οι συναισθηματισμοί θα πρέπει να μείνουν έξω από το αεροσκάφος».
«Οταν έχουμε αεροδιακομιδές αρκετά σοβαρών περιστατικών και κινδυνεύει η ζωή ανθρώπων, αποφεύγω να έρχομαι σε επαφή με τους ασθενείς, κυρίως όταν πρόκειται για μικρά παιδιά. Μείζον μέλημα είναι να εκτελεστεί η αποστολή με ασφάλεια», συμπληρώνει ο σμηναγός, κυβερνήτης C-130 Νίκος Χρυσανθόπουλος.
Το C-130 είναι το πιο γρήγορο από τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τις αεροδιακομιδές ασθενών και διαθέτει συμπιεζόμενη καμπίνα, που σημαίνει ότι μπορεί να παραγάγει ατμοσφαιρική πίεση παρόμοια με αυτή του εδάφους, όταν οι γιατροί το κρίνουν αναγκαίο
Καθημερινή