«Τον προκαλώ πολύ καιρό να το κάνει», το σχόλιο του πρωθυπουργού. «Είναι μια ευκαιρία όχι μόνο να επιβεβαιώσουμε τη συνοχή της κοινοβουλευτικής μας ομάδας αλλά να συγκρίνουμε πεπραγμένα 4ετίας», υποστήριξε.
«Καλοδεχούμενη η πρόταση δυσπιστίας». Με αυτά τα λόγια σχολίασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης την κατάθεση πρότασης μομφής από τον Αλέξη Τσίπρα για την υπόθεση των παρακολουθήσεων.
Ο κ. Μητσοτάκης, σύμφωνα με το creta24, πληροφορήθηκε την εξέλιξη κατά την παρουσίαση του Αναπτυξιακού Προγράμματος για την Κρήτη. «Τον προκαλώ πολύ καιρό να το κάνει. Είναι μια ευκαιρία όχι μόνο να επιβεβαιώσουμε τη συνοχή της κοινοβουλευτικής μας ομάδας αλλά να συγκρίνουμε πεπραγμένα 4ετίας», συνέχισε ο πρωθυπουργός.
«Δεν επιδιώκω την σύγκρουση αλλά τη σύγκριση. Δεν έχει προτάσεις για το μέλλον της χώρας αλλά και κανείς από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μιλήσει για το παρελθόν… Την Παρασκευή θα πάρουμε ψήφο εμπιστοσύνης και μέχρι να προκηρύξουμε τις εκλογές, θα συνεχίσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας», κατέληξε ο πρωθυπουργός.
Πρόταση δυσπιστίας από Τσίπρα
Με τη φράση «υποβάλλουμε πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης, ως ένα πρώτο βήμα της πορείας στον λαό για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, της διαφάνειας και της δικαιοσύνης», ο Αλέξης Τσίπρας προχώρησε στην αναμενόμενη, από χθες, κίνηση, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές πληροφορίες.
«Η Βουλή θα κληθεί να αποφασίσει: με τη Δημοκρατία ή με την εκτροπή. Και σύντομα, την οριστική και τη σωστή απάντηση στο ερώτημα θα δώσει ο ελληνικός λαός, που θα πάρει στα χέρια του την υπόθεση της δημοκρατίας, την υπόθεση της ίδιας του της ζωής», πρόσθεσε.
Το σκεπτικό αυτής της κίνησης είναι ότι το σύνολο των κυβερνητικών βουλευτών θα κληθούν να πάρουν θέση δια της ψήφου τους σε όσα έχουν συμβεί με τις υποκλοπές. Με πρώτους όσους διαφοροποιήθηκαν από την επίσημη κυβερνητική γραμμή, όπως ο Κώστας Καραμανλής ή ο Κώστας Τζαβάρας.
Επιπλέον, δεδομένου ότι η κυβέρνηση θα απλώσει τη συζήτηση στο έργο της τετραετίας, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία εκτιμά ότι θα δοθεί η καλύτερη ευκαιρία για μία εφ’ όλης της ύλης σύγκρουση επί όλων των πεπραγμένων. Με έμφαση, όπως λένε συνεργάτες του προέδρου, «στην οικονομία, τη δημόσια υγεία, την αισχροκέρδεια, τη λεηλασία του δημόσιου χρήματος με τις απευθείας αναθέσεις των 8,5 δισ., το χτύπημα στον πολιτισμό και, φυσικά, στο σκάνδαλο των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων».
Όπως σημειώνουν δε, «η τριήμερη συζήτηση θα είναι το πρώτο debate μεταξύ κυβέρνησης – αντιπολίτευσης και, φυσικά, μεταξύ Μητσοτάκη – Τσίπρα, πριν ακόμα προκηρυχθούν οι εκλογές».
Όπως ορίζει το Σύνταγμα, μετά την κατάθεση πρότασης μομφής, οι εργασίες της Βουλής διακόπτονται αμέσως και ορίζεται η τριήμερη συζήτηση στην Ολομέλεια, η οποία ολοκληρώνεται με ονομαστική ψηφοφορία έως τα μεσάνυχτα της τρίτης ημέρας.
Σύμφωνα με το κυβερνητικό ρεπορτάζ, το Μαξίμου προτίθεται να «τρέξει» από σήμερα το απόγευμα η συζήτηση και, επομένως, η ψηφοφορία να γίνει το βράδυ της Παρασκευής.
Ονόματα και στοιχεία από τις παρακολουθήσεις
Ανεβαίνοντας στο βήμα της Βουλής, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έδωσε στοιχεία και ονόματα για τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ.
Όπως είπε:
«Να σας λύσω την απορία για το περιεχόμενο του φακέλου που κρατούσα στα χέρια μου όταν βγήκα χθες από τη συνάντηση με τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ Χρήστο Ράμμο.
Ο φάκελος περιείχε τα αποτελέσματα των ελέγχων που ζήτησα να γίνουν. Περιέχει τα παράνομα έργα του σκοτεινού παρακράτους που έστησε ο κ. Μητσοτάκης.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.gr FOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο LinkedinΤον Δεκέμβριο ζήτησα γραπτώς από την ΑΔΑΕ να διενεργήσει έλεγχο ώστε να αποδειχθεί εάν είχαν επισυνδεθεί από την ΕΥΠ ο Κωστής Χατζηδάκης (όταν ήταν υπουργός Ενέργειας), ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ κ. Φλώρος, ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού κ. Λαλούσης, ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του πρωθυπουργού κ. Διακόπουλος και τα στελέχη του τμήματος εξοπλιστικών του υπουργείου κύριοι Λάγιος και Αλεξόπουλος.
Η απάντηση ήταν έξι στα έξι. Για όλους βρέθηκαν επισυνδέσεις. Κι έτσι έχουμε επισήμως παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ δέκα προσώπων, μαζί με τους κυρίους Ανδρουλάκη, Κουκάκη, Κύρτσο και Τέλλογλου.
Για τον κ. Χατζηδάκη οι παρακολουθήσεις έγιναν στο διάστημα Νοέμβριος 2020 – Μάιος 2021, δηλαδή επί οκτώ συνεχόμενους μήνες. Που σημαίνει ότι η αρμόδια εισαγγελέας της ΕΥΠ κ. Βλάχου υπέγραφε ανά δύο μήνες εντολές.
Για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων οι παρακολουθήσεις έγιναν από τον Ιούνιο του 2020 μέχρι τον Μάιο του 2022. Δηλαδή η κ. Βλάχου υπέγραψε δεκάδες εντολές.
Ποιος ήταν ο λόγος εθνικής ασφάλειας που επέβαλε να παρακολουθούνται οι ταγοί της εθνικής ασφάλειας και ο τότε υπουργός Ενέργειας; Ήταν ύποπτοι για κατασκοπεία; Τότε γιατί έμειναν στη θέση τους;
Η κ. Βλάχου ήταν κι αυτή μέρος του “ρυπαρού δικτύου” που μας λέει ο κ. Μητσοτάκης; Αν ναι, γιατί βρίσκεται ακόμα στη θέση της αφού κάνει κατάχρηση εξουσίας; Έχω ζητήσει επισήμως από τον Νοέμβριο την απομάκρυνσή της. Φυσικά την προστατεύει ο κ. Μητσοτάκης».
Νωρίτερα, ανεβαίνοντας στο βήμα της Βουλής, ο κ. Τσίπρας τόνισε:
– Οι τύχες της κοινωνίας, της δημοκρατίας, της πατρίδας, σε μια τέτοια στιγμή, βρίσκονται στα χέρια μιας κυβέρνησης όχι μόνο ανίκανης, προσκολλημένης σε ιδιοτέλειες και συμφέροντα, αλλά και βαθιά αντιδημοκρατικής.
Και ενός πρωθυπουργού που γράφει το χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποστασίας από τους κανόνες της δημοκρατίας, από την ηθική της δημοκρατίας, από τις γραμμές και τις συντεταγμένες του κράτους δικαίου που αποτελεί θεμέλιο της δημοκρατίας.
Κανείς δεν δικαιούται να κλείνει τα μάτια και τα αφτιά μπροστά σ’ αυτό που συμβαίνει.
– Δημοσιογράφοι, ευρωβουλευτές, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, υπουργοί, επιχειρηματίες, στελέχη των ενόπλων μας δυνάμεων έχουν ταπεινωθεί, σε «στόχους» κι έγιναν βορά ενός παράνομου, πράγματι ρυπαρού δικτύου. Ενός εγκληματικού δικτύου που είχε όμως έδρα το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου και συντονιστή τον ίδιο τον Πρωθυπουργό.
Τον ίδιο τον Πρωθυπουργό που οργάνωσε αυτό το δίκτυο προκειμένου να έχει στο χέρι όχι μόνο χρήσιμες πληροφορίες για τους πολιτικούς του αντιπάλους, τους πολιτικούς του φίλους, τους οικονομικούς παράγοντες του τόπου, τη στρατιωτική ηγεσία, τους δημοσιογράφους, τους αξιωματικούς του στρατεύματος.
Αλλά και για να τους έχει στο χέρι, να τους εκβιάζει, να γνωρίζει τις σκέψεις, τις επιδιώξεις, τις αδυναμίες τους.
Και το δίκτυο αυτό το οργάνωσε με πολύ σοβαρό σχεδιασμό από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τη διακυβέρνηση του τόπου.
Πήρε την ΕΥΠ στο γραφείο του. Τοποθέτησε επικεφαλής της έναν δικό του άνθρωπο, παρόλο που δε πληρούσε τα κριτήρια του νόμου. Άλλαξε τον νόμο, δεν κόλλησε σε αυτό. Φρόντισε να τοποθετηθεί αρμόδια της ΕΥΠ εισαγγελέας η κα Βλάχου και έχρισε βοηθό εκπληρώσεως τον ανιψιό του, για τον συντονισμό του δικτύου.
Αξιοποίησε τις σχέσεις της χώρας με χώρες με προηγμένη τεχνολογία και κατάφερε να διαθέσει στο ρυπαρό και εγκληματικό του δίκτυο προηγμένα τεχνολογικά συστήματα. Που ξεπερνάνε κάθε φαντασία, διότι δεν υποκλέπτουν μόνο τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις αλλά και κάθε στιγμή 24 ώρες το 24ωρο, αρκεί να έχεις δίπλα σου το κινητό σου τηλέφωνο. Εν πλήρει γνώσει του έστησε μια οργουελιανή δυστοπία με εκατοντάδες θύματα που έλαβαν το παγιδευμένο μήνυμα με το κακόβουλο λογισμικό. Μεταξύ αυτών ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, ο Σπίρτζης, η κα Γεροβασίλη, δεκάδες υπουργοί, δημοσιογράφοι, οικονομικοί παράγοντες. Και για όσους δεν άνοιγαν το κακόβουλο μήνυμα και δεν μολύνονταν, υπήρχε ο άλλος δρόμος, ο παραδοσιακός. Ο νομότυπος.
Με τις υπογραφές και την ευγενική συνδρομή μιας εισαγγελέως που από ό,τι φαίνεται από τις καταθέσεις της στην Επιτροπή Θεσμών, με πλήρη επίγνωση ότι διαπράττει κατάχρηση εξουσίας, έσπευδε να υπογράφει διαδοχικές και επαναλαμβανόμενες διατάξεις για την παρακολούθηση όποιων της ζητούνταν και για όσο της ζητούνταν.
Ο κος Μητσοτάκης, ως εγκέφαλος και αρχηγός αυτού του εγκληματικού δικτύου, προέβη στις πράξεις αυτές διότι πέραν όλων των άλλων, διακατέχεται από μια βαθύτατη οίηση και αλαζονεία.
Μεγάλωσε ως πρίγκιπας και τώρα νόμιζε ότι έγινε βασιλιάς και πίστεψε ότι θα είναι ισόβιος, χωρίς κανείς ποτέ να τον ελέγξει.
Η πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ
Το κείμενο της πρότασης δυσπιστίας, που υπογράφεται από το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα, έχει ως εξής:
Προς τον κ. Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων
ΘΕΜΑ: «Πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης
(Άρθρα 84, παρ.2 Συντ. και 142 ΚτΒ)»
Το πολίτευμα και η χώρα διέρχονται την πιο σκοτεινή περίοδο από την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Είναι πια αποδεδειγμένο ότι πολιτικοί, δημόσια πρόσωπα, ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι, καθώς και δημοσιογράφοι παρακολουθούνταν, με την επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας, από την υπαγόμενη στον πρωθυπουργό ΕΥΠ. Και υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι τα ίδια πρόσωπα παρακολουθούνταν και με τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού predator. Το δυσώδες σκάνδαλο των υποκλοπών είναι ιστορικά πρωτοφανές.
Όπως και το βαρύτατο πλήγμα που επιφέρει στους θεσμούς της χώρας και τη δημοκρατική ομαλότητα. Η ευθύνη του πρωθυπουργού ατομικά και της κυβέρνησης συλλογικά είναι τεράστια, αυταπόδεικτη, αντικειμενική και αμεταβίβαστη.
Στο σκάνδαλο των υποκλοπών ήρθε να προστεθεί, μετά τη σταδιακή αποκάλυψή του, το σκάνδαλο της λυσσαλέας προσπάθειάς συγκάλυψής του, η άρνηση κάθε λογοδοσίας, η πάση θυσία προστασία των υπεύθυνων και των αυτουργών της θεσμικής εκτροπής και η προσπάθεια εκφοβισμού των κρατικών λειτουργών, που τιμώντας τη συνταγματική αποστολή τους, διεξάγουν έρευνες για την αποκάλυψη της αλήθειας.
Όμως, ο κ. Μητσοτάκης, που τόσο καιρό αρνιόταν κάθε ευθύνη, έρχεται πλέον αντιμέτωπος με τα τεκμήρια των ίδιων των πράξεών του. Αποδεικνύεται ότι υπερέβη κατ’ εξακολούθηση τα όρια που θέτουν η συνταγματική τάξη, το κράτος δικαίου και η δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος. Αποδεικνύεται ότι ο ίδιος και οι συνεργάτες του συγκρότησαν ένα μηχανισμό μαζικών παρακολουθήσεων και ότι, όταν άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι των αποκαλύψεων, εκείνος και η κυβέρνησή του επέβαλαν νομοθετικά τη σιωπή και το σκοτάδι και επιχείρησαν να ακρωτηριάσουν την αρμόδια ανεξάρτητη αρχή (άρθρο 87 του ν. 4790/2021, ν. 5002/2022).
Η πρώτη θεσμική ενέργεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη ήταν να αναλάβει ο ίδιος προσωπικά την αρμοδιότητα της ΕΥΠ. Αποδεικνύεται ότι το έκανε προκειμένου να εκτελέσει ένα σχέδιο αυθαίρετης αξιοποίησης της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών με απώτερο σκοπό την κατίσχυση έναντι πάντων, πέρα από κανόνες και αρχές, και την εγκαθίδρυση ενός προσωπικού πολιτικού καθεστώτος. Αναλαμβάνοντας υπό τον άμεσο διοικητικό έλεγχό του την ΕΥΠ, ο κ. Μητσοτάκης ανέλαβε και τον ρόλο του επικεφαλής ενός νοσηρού ιστού παρακολουθήσεων στον οποίο στοχευμένα και εν γνώσει του ενεπλάκησαν ως θύματα όχι μόνο αντίπαλοι, αλλά και στελέχη της ίδιας της Κυβέρνησης και των υπηρεσιών των οποίων προΐσταται. Ο κ. Μητσοτάκης δεν νοείται να παραμένει πρωθυπουργός.
Τεράστιες ευθύνες έχει όμως και η κυβέρνηση συλλογικά. Συμπράττει στην προσπάθεια συγκάλυψης του σκανδάλου, που παρακωλύει την έρευνα και κάθε εξεταστική διαδικασία, επιχειρεί την απαξίωση της ερευνητικής δημοσιογραφίας, αλλά και της ΑΔΑΕ. Δεν νοείται να παραμένει στη θέση της μια Κυβέρνηση, τα μέλη της οποίας είναι εν δυνάμει παρακολουθούμενα και εν δυνάμει εκβιαζόμενα. Πόσω μάλλον όταν, μ’ αυτόν το φόβο να κρέμεται πάνω από το κεφάλι τους, οι υπουργοί καλούνται να υλοποιήσουν ανάλγητες κυβερνητικές πολιτικές –κατεδάφιση του ΕΣΥ, ανοχή αισχροκέρδειας, αδιαφορία για τη φτωχοποίηση και την υπερχρέωση των πολιτών και την αντιμετώπιση της πανδημίας, υποχώρηση της θέσης της χώρας στο διεθνές περιβάλλον κ.ά.– που ικανοποιούν τα συμφέροντα λίγων και ισχυρών.
Ο αγώνας του κ. Μητσοτάκη να αποκρύψει από τη λαϊκή κρίση την ηθική χρεοκοπία του έχει ξεπεράσει κάθε όριο, οδηγώντας στο διασυρμό κάθε άλλου θεσμού (Βουλή, δικαιοσύνη, ανεξάρτητες αρχές). Ο καθεστωτισμός του μεταδίδεται ως αντιδημοκρατική, θεσμική πανδημία, απομακρύνοντας τη χώρα από το ευρωπαϊκό κεκτημένο του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας.
Η παραμονή στη διακυβέρνηση της χώρας όσων εργαλειοποίησαν την εθνική ασφάλεια χάριν αλλότριων συμφερόντων είναι επικίνδυνη για τα δικαιώματα, για τη δημοκρατία και για την ασφάλεια της χώρας. Η πρωτοφανής νοοτροπία αυθαίρετης και ιδιοτελούς άσκησης της εξουσίας αποτελεί στρατηγική επιλογή αυτής της Κυβέρνησης, η οποία έχει ήδη απωλέσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, προσβάλλοντας τόσο βαριά τη δημοκρατία που δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία ούτε για μια στιγμή ακόμα.
Για τους λόγους αυτούς υποβάλλουμε πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης».
Πηγή: euro2day.gr