Στη βελτίωση επιμέρους όρων της συμφωνίας για την αποκρατικοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων αναμένεται ότι θα πέσει τώρα το βάρος της κυβερνητικής προσπάθειας, επιχειρώντας με τον τρόπο αυτόν να αμβλυνθούν οι εντυπώσεις.
Στο πολύ πρόσφατο παρελθόν στελέχη της κυβέρνησης, μεταξύ αυτών και ο υπουργός Οικονομίας κ. Σταθάκης, είχαν αναφέρει ότι στις προθέσεις του κυβερνώντος κόμματος ήταν η ακύρωση του διαγωνισμού με το σκεπτικό ότι πρόκειται για υποδομές κρίσιμες για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Τώρα μιλούν για αλλαγή όρων.
Σαφώς το γεγονός ότι δεν πρόκειται για αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των αεροδρομίων, τα οποία παραμένουν κρατική περιουσία, αλλά και ότι, κατά γενική ομολογία, το προσφερθέν τίμημα κρίνεται αρκετά ικανοποιητικό, καθιστά λίγο πιο εύκολο τον επικοινωνιακό χειρισμό του θέματος από την πλευρά της κυβέρνησης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το σημείο εκείνο στο οποίο αναμένεται ότι θα καταβληθεί προσπάθεια είναι να βελτιωθούν κάποιοι από τους όρους του διαγωνισμού και ιδίως αυτοί που αφορούν στην επιβάρυνση που θα προκύπτει για τους χρήστες των αεροδρομίων μετά την ολοκλήρωση των έργων που προβλέπει ο διαγωνισμός.
Πρώτα τα έργα – μετά οι αυξήσεις
Ο ανάδοχος των αεροδρομίων, δηλαδή το κοινοπρακτικό σχήμα Fraport – Sientel, με βάση τους όρους του διαγωνισμού, κατά την πρώτη τετραετία από την υπογραφή της σύμβασης θα πρέπει ολοκληρώσει μια σειρά υποδομών στα αεροδρόμια που θα αναλάβει.
Το διάστημα αυτό το ποσό που θα εισπράττει για κάθε επιβάτη που θα εξυπηρετείται από τα αεροδρόμια θα είναι 12 ευρώ, ενώ ο επιβάτης θα επιβαρύνεται με ακόμη 2,5 ευρώ για τις υπηρεσίες ασφάλειας καθώς και την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.
Μετά το πέρας των πρώτων τεσσάρων ετών προβλέπεται ότι η μέγιστη χρέωση θα είναι 20 ευρώ ανά επιβάτη, εκ των οποίων ο παραχωρησιούχος θα εισπράττει 17,5 ευρώ και υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι θα έχει ολοκληρώσει τα συμφωνημένα έργα. Άρα θα προκύψει μια αύξηση στα αεροπορικά εισιτήρια η οποία θα είναι της τάξης των 5,5 ευρώ για κάθε επιβάτη.
Από την πλευρά της κυβέρνησης, θα καταβληθεί προσπάθεια προκειμένου αυτό το ποσό είτε να μειωθεί, είτε, ακόμη καλύτερα, να εξαλειφθεί, δηλαδή για κάποιο διάστημα να μην υπάρξει αύξηση των χρεώσεων για λογαριασμό του παραχωρησιούχου. Διαπραγματευτικό χαρτί προς αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η συνεχής ενίσχυση που καταγράφουν τα μεγέθη των ελληνικών αεροδρομίων και η οποία, υπό ομαλές συνθήκες, αναμένεται ότι θα συνεχιστεί εξασφαλίζοντας αυξημένα έσοδα για το διαχειριστή των αεροδρομίων.
Στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι για την 40ετή περίοδο παραχώρησης των αεροδρομίων υπολογίζεται πως το δημόσιο θα έχει έσοδα τα οποία θα ξεπεράσουν τα 10 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό το εφάπαξ τίμημα, που θα καταβληθεί με την ολοκλήρωση της συμφωνίας (κάτι που προσδιορίζεται χρονικά τον ερχόμενο Σεπτέμβριο), ανέρχεται σε 1,234 δισ. ευρώ.
Παράλληλα η κοινοπραξία θα καταβάλλει και ετήσιο μίσθωμα της τάξης των 22,9 εκατ. ευρώ καθώς και ποσοστό 28,6% του ΕΒΙΤDA ετησίως. Τα αθροιστικά έσοδα του δημοσίου από το μερίδιο στα κέρδη των αεροδρομίων για την 40ετή περίοδο υπολογίζονται σε 6,26 δισ. ευρώ.
Από την συμφωνία έχουν επίσης λαμβάνειν τόσο η ΥΠΑ, η οποία για την περίοδο παραχώρησης θα εισπράξει 789 εκατομμύρια ευρώ, αλλά και η Πολεμική Αεροπορία, η οποία, εκτός από τις πληρωμές ύψους 396 εκατομμυρίων ευρώ, θα ενισχυθεί επίσης και με υπερσύγχρονα συστήματα ραδιοναυτιλίας.
euro2day.gr