Να μπει τέλος στην «business as usual» προσέγγιση στα κόκκινα δάνεια, ζητά ο επικεφαλής της ΤτΕ. Κλείσιμο αξιολόγησης και πολιτική σταθερότητα «κλειδιά» για την οικονομία. Ζητά περικοπή δαπανών αντί αύξησης φόρων και δίκαιη διαγενεακά ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Καμπανάκι για το προσφυγικό.
«Η ύφεση μπορεί να συγκρατηθεί και από το δεύτερο εξάμηνο του έτους να υπάρξει ελαφρά ανάκαμψη, υπό την προϋπόθεση όμως ότι διατηρείται η πολιτική σταθερότητα και αίρεται η αβεβαιότητα που βλάπτει την επενδυτική εμπιστοσύνη».
Η διαπίστωση ανήκει στον Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος μιλώντας στη Γενική Συνέλευση της ΤτΕ ΕΛΛ 0,00% ξεκαθάρισε ότι «η πρόβλεψη αυτή υπόκειται σε ισχυρές αβεβαιότητες και υψηλούς κινδύνους, που συνδέονται αφενός με τις διεθνείς εξελίξεις και αφετέρου, με την ταχύτητα επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα και την προσαρμοστικότητά της στις νέες συνθήκες».
Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας:
* Στην πρώτη κατηγορία, οι κίνδυνοι αφορούν στην προσφυγική κρίση και στον τρόπο με τον οποίο θα την αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στο σύνολό της, στην έξαρση των γεωπολιτικών κινδύνων στην ευρύτερη περιοχή, στην επιβράδυνση της μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας και στην υπεραντίδραση των χρηματοπιστωτικών αγορών σε αυτό το ενδεχόμενο, μία ασιατική κρίση με επίκεντρο την Κίνα, και, τέλος, στην πιθανότητα εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ. Οι εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις φυγόκεντρες τάσεις στην ΕΕ και να υπονομεύσουν την ευρωπαϊκή συνοχή, σε μία συγκυρία που τα ισχυρότερα κράτη-μέλη της ευρωζώνης εμφανίζονται να έχουν ριζικά διαφορετικές προσεγγίσεις για την αρχιτεκτονική της.
Σημειώνεται ότι κύκλοι της Τράπεζας της Ελλάδος υπολογίζουν στα 600 εκατ. ευρώ το κόστος της προσφυγικής κρίσης για την Ελλάδα το 2016, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μια συντηρητική εκτίμηση και ότι το κόστος μπορεί να αυξηθεί εάν χειροτερέψει η κατάσταση.
* Στο εσωτερικό της χώρας, βασικές προϋποθέσεις για την ανάταξη της ελληνικής οικονομίας είναι η επίτευξη συμφωνίας για την πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος και η ψήφιση των συμφωνηθέντων από τη Βουλή, η προσήλωση στην εφαρμογή του προγράμματος και η ανάληψη πρωτοβουλιών για την εμπέδωση κλίματος πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας και την επιστροφή στην κανονικότητα.
«Η χώρα που θα μείνει ουραγός στις ευρωπαϊκές εξελίξεις θα είναι αυτή που εν τέλει θα υποστεί τα βαρύτερα πλήγματα, στην περίπτωση που το διεθνές περιβάλλον αλλάξει προς το χειρότερο».
Σύμφωνα με τον Γ. Στουρνάρα, το 2015 οι αντοχές της ελληνικής οικονομίας και του εγχώριου τραπεζικού συστήματος δοκιμάστηκαν. Η οικονομία, ωστόσο, προέβαλε ισχυρές αντιστάσεις, με αποτέλεσμα οι επιπτώσεις να είναι ηπιότερες σε σχέση με ό,τι αρχικά αναμενόταν.
Αφήνοντας αιχμές για τη στρατηγική της κυβέρνησης, τόνισε ότι «η ανάκαμψη αυτή θα είχε εδραιωθεί και το συνολικό αποτέλεσμα για το 2015 και το 2016 θα ήταν με βεβαιότητα θετικό και ισχυρότερο, όπως άλλωστε προβλεπόταν, αν δεν είχε μεσολαβήσει η έξαρση της αβεβαιότητας από τους τελευταίους μήνες του 2014 μέχρι την ημερομηνία σύναψης της νέας συμφωνίας με τους εταίρους στη Σύνοδο Κορυφής της 12ης Ιουλίου 2015».
Πρωτογενές πλεόνασμα το 2015
Μέσα στο 2015, τα δημοσιονομικά μεγέθη κατέγραψαν μεγάλες διακυμάνσεις όσον αφορά στην εξέλιξη των φορολογικών εσόδων, των δαπανών για δημόσιες επενδύσεις και των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Μετά την αναθεώρηση προς τα κάτω του στόχου σε πρωτογενές έλλειμμα 0,25% του ΑΕΠ, έναντι προγενέστερου στόχου για πλεόνασμα 3,0%, και τη λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων, το 2015 αναμένεται τελικά το πρωτογενές αποτέλεσμα να είναι ισοσκελισμένο ή ελαφρά θετικό.
Ισχυρότερο τραπεζικό σύστημα μετά την ανακεφαλαιοποίηση
Τον Δεκέμβριο του 2015 ολοκληρώθηκε με επιτυχία η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών με αυξημένη ιδιωτική συμμετοχή, τόνισε ο Γ. Στουρνάρας, αλλά συμπλήρωσε ότι το 2015 υπήρξε αύξηση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων επί του συνόλου των ανοιγμάτων ανήλθε στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2015 σε 43,6% (Δεκέμβριος 2014: 39,9%). Η επιδείνωση ήταν εμφανής και σχετικά παρόμοια (κατά περίπου τέσσερις εκατοστιαίες μονάδες) σε όλες τις κατηγορίες δανείων. Ειδικότερα, το ποσοστό στα καταναλωτικά ανοίγματα ανήλθε σε 55,4%, στα επιχειρηματικά ανοίγματα σε 43,3% και στα στεγαστικά ανοίγματα σε 39,8%.
Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε και η αναβολή της εφαρμογής του Κώδικα Δεοντολογίας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και η λιγότερο ενεργητική διαχείριση του χαρτοφυλακίου δανείων από τις τράπεζες, με έμφαση κυρίως σε λύσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα. Από το γ’ τρίμηνο, όμως, και ιδίως με το πέρας της ανακεφαλαιοποίησης, παρατηρήθηκε επιτάχυνση των ενεργειών των τραπεζών στην κατεύθυνση της πιο ενεργητικής διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα ενισχύσει την προοπτική ανάκαμψης
Το 2016 ο ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ εκτιμάται ότι τουλάχιστον το πρώτο εξάμηνο του έτους θα είναι αρνητικός, κυρίως λόγω της μεταφερόμενης επίδρασης από το 2015. Όπως όμως έχει ήδη αναφερθεί, υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για την ανακοπή της ύφεσης και την προσέγγιση θετικών ρυθμών από το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Ωστόσο, για να συμβεί αυτό, πρέπει να συντρέξουν μια σειρά δράσεις που θα αποτρέψουν τους κινδύνους και θα ενισχύσουν την προοπτική ανάκαμψης που είναι εφικτή.
Πρώτο και κρίσιμο βήμα για τις μελλοντικές εξελίξεις είναι η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη. Αυτό απαιτεί, μεταξύ άλλων, την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος και την ευθυγράμμιση της φορολογίας του αγροτικού εισοδήματος. Οι δράσεις αυτές δεν αποτελούν απλώς προαπαιτούμενα για την αξιολόγηση του προγράμματος. Είναι απαραίτητες για να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και του δημόσιου χρέους, καθώς και για να αποκαταστήσουν την κοινωνική και φορολογική δικαιοσύνη μεταξύ γενεών και μεταξύ ομάδων φορολογουμένων, τόνισε επικεφαλής της ΤτΕ ΕΛΛ 0,00%.
Τα 10 βήματα
Η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια έχει διανύσει έναν επίπονο δρόμο προσαρμογής με μεγάλο κοινωνικό κόστος, αλλά και με απτά αποτελέσματα. Όσα απομένουν να ολοκληρωθούν είναι ένα μικρό μόνο μέρος της μεγάλης προσπάθειας που έχει γίνει. Ενδεικτικά προτείνονται δέκα βήματα προς την κατεύθυνση αυτή:
1. Ισχυροποίηση του τραπεζικού συστήματος – Τέσσερις κινήσεις για τα κόκκινα δάνεια
Στην εξεύρεση μόνιμων λύσεων μακροπρόθεσμου χαρακτήρα σε αυτό το μείζον πρόβλημα των κόκκινων δανείων, εκτιμάται ότι θα συντείνουν οι συγκεκριμένοι στόχοι για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που ετοιμάζεται να θέσει η Τράπεζα της Ελλάδος, κατόπιν διαβούλευσης με τις τράπεζες και τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM), με ορίζοντα εφαρμογής από τον Ιούνιο του 2016 και με παρακολούθηση ανά τρίμηνο τονίζει ο Γ. Στουρνάρας. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει:
Πρώτον, να αναληφθούν τολμηρές και καινοτόμες πρωτοβουλίες για μια σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Η τρέχουσα «business as usual» προσέγγιση, όσο και αν βελτιωθεί στα σημεία, δεν θα οδηγήσει σε σημαντικές μειώσεις.
Δεύτερον, να υπάρξει στροφή σε μακροχρόνιες ρυθμίσεις. Η τρέχουσα πρακτική βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων απλά οδηγεί σε παράταση του προβλήματος.
Τρίτον, να υπάρξει συντονισμένη αντιμετώπιση των κοινών πιστούχων. Η πρόοδος στο ζήτημα αυτό είναι περιορισμένη. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αδύνατον να υπάρξουν οριστικές λύσεις χωρίς κοινή δράση από όλους τους πιστωτές. Σχεδόν το σύνολο των μεγάλων επιχειρηματικών μη εξυπηρετούμενων δανείων αφορούν περισσότερους του ενός πιστωτές.
Τέταρτον, να υπάρξει παρέμβαση για την αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων. Παράλληλα με την αναδιάρθρωση του δανείου είναι κρίσιμο να αναλαμβάνονται ενεργητικές πρωτοβουλίες αλλαγής της διοίκησης, όταν αυτή δεν συνεργάζεται, της δομής και του επιχειρηματικού σχεδίου της οφειλέτριας εταιρίας.
Πέμπτον, να υπάρξει αυξημένος εσωτερικός έλεγχος, ώστε να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση και διαφάνεια στην αντιμετώπιση των οφειλετών.
2. Επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων
Τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια επικεντρώθηκαν στη δημοσιονομική προσαρμογή και πέτυχαν την εξάλειψη των δίδυμων ελλειμμάτων. Καθυστέρησαν όμως στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες, αν είχαν πραγματοποιηθεί από την αρχή, θα είχαν περιορίσει το βάθος και το εύρος της ύφεσης. Σε αυτόν τον τομέα πρέπει να δοθεί σήμερα η μεγαλύτερη έμφαση. Ειδικότερα, στα δίκτυα και τις υπηρεσίες (μεταφορές, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, εμπόριο) πρέπει να αρθούν οι περιορισμοί και να απλοποιηθούν οι κανονιστικές ρυθμίσεις που υπονομεύουν τον ανταγωνισμό.
Στην αγορά εργασίας, έμφαση πρέπει να δοθεί στη δημιουργία ενός πλαισίου για την ενθάρρυνση της μαθητείας και της επαγγελματικής κατάρτισης, την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας και την απλούστευση και τον εξορθολογισμό της ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας μέσω της κωδικοποίησής της σε έναν Κώδικα Εργατικής Νομοθεσίας. Τέλος, στη δημόσια διοίκηση απαιτείται η εφαρμογή ενός προγράμματος μεταρρυθμίσεων με σκοπό τον εκσυγχρονισμό και την αποκομματικοποίησή της. Συγκεκριμένα βήματα πρέπει να γίνουν όσον αφορά την απλοποίηση των διαδικασιών και την αξιολόγηση των δομών, τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών, τη βελτιστοποίηση των ανθρώπινων πόρων και την ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας.
3. Ιδιωτικοποιήσεις και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας
Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι στον τομέα αυτόν υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες, που θα μπορούσαν να αποφέρουν πολύ μεγαλύτερα έσοδα από αυτά που έχουν τεθεί ως ποσοτικοί στόχοι. Η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου, εάν αξιοποιηθεί σωστά μέσω της αναβάθμισης των χρήσεων γης και με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον, μπορεί να προσελκύσει σημαντικές, άμεσες ξένες επενδύσεις.
4. Συνέχιση της προσαρμογής στους τομείς των οικονομικών της γενικής κυβέρνησης και του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, με επανακαθορισμό του μείγματος των μέσων οικονομικής πολιτικής
Η αναθεώρηση προς τα κάτω, που έχει ήδη επιτευχθεί για το στόχο του τελικού πρωτογενούς πλεονάσματος του 2018 (3,5% του ΑΕΠ), συντελεί στην απελευθέρωση πόρων, οι οποίοι μπορούν να διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία. Ωστόσο, το ακολουθούμενο μείγμα μέσων οικονομικής πολιτικής, που αποσκοπεί τόσο στην κάλυψη του εναπομένοντος δημοσιονομικού κενού όσο και στην επίτευξη βιωσιμότητας του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, πρέπει να γίνει περισσότερο αναπτυξιακό. Θα πρέπει, δηλαδή, να εστιάσει κυρίως στη μείωση των μη επενδυτικών δαπανών του Δημοσίου και στην αύξηση της παραγωγικότητας. Η έως τώρα έμφαση στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών επί των εισοδημάτων από εργασία και των κερδών των επιχειρήσεων, καθώς και των ασφαλιστικών εισφορών, ενισχύει τα κίνητρα για φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή και ενθαρρύνει την αδήλωτη εργασία, εξασθενίζει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των ελληνικών επιχειρήσεων και αποτρέπει προσπάθειες για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Με τον τρόπο αυτό, όποια βελτίωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος αυτοαναιρείται, με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνεται μόνιμη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ. Αντίθετα, ο εξορθολογισμός των δομών του κράτους, η αξιολόγηση, συγχώνευση και μείωση των 1800 περίπου νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, η κατάργηση ποικίλων εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις φορολογίας για ορισμένες ομάδες φορολογουμένων, η κατάργηση ποικίλων εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις της ασφαλιστικής νομοθεσίας, ο επανασχεδιασμός του καθεστώτος των αυτοτελών πόρων για την τοπική αυτοδιοίκηση με στόχο την άρση των αντικινήτρων στην εξοικονόμηση πόρων, η μείωση των φορολογικών δαπανών, ο περιορισμός των μη επενδυτικών δαπανών, η καλύτερη στόχευση των κοινωνικών δαπανών με στόχο την άρση της μεροληψίας κατά της νέας γενιάς που υπάρχει σήμερα, και η ενίσχυση της κινητικότητας του ανθρώπινου δυναμικού του κράτους από τομείς με πλεονάζον προσωπικό προς τομείς ελλειμματικούς σε προσωπικό, συνιστούν περισσότερο αποδοτικά μέσα οικονομικής πολιτικής για την κάλυψη του εναπομένοντος δημοσιονομικού κενού.
5. Ενθάρρυνση των επιχειρηματικών επενδύσεων και προστασία των επενδυτών
Το φαινόμενο της επενδυτικής αδράνειας στην Ελλάδα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Μεταξύ 2007 και 2014, η συνολική επενδυτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο μισό. Η αναιμική ζήτηση, η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, καθώς και οι σημαντικές χρηματοδοτικές δυσχέρειες ήταν οι παράγοντες που συνέβαλαν στη διαδικασία αποεπένδυσης. Η ταχεία ανάταξη της επιχειρηματικής επενδυτικής δαπάνης θεωρείται παράγοντας-κλειδί για τη διατηρήσιμη ανάπτυξη.
6. Αύξηση των εξαγωγών
Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, που επιτεύχθηκε με σημαντικό κοινωνικό κόστος, φαίνεται ότι δεν έχει αξιοποιηθεί επαρκώς. Μαζί με την παρατηρούμενη ενίσχυση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας, αποτελούν ισχυρά κίνητρα για την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών.
7. Καταπολέμηση της υψηλής ανεργίας
Προκειμένου να καταπολεμηθεί η υψηλή ανεργία, ιδιαίτερα η μακροχρόνια ανεργία, και η ανεργία των νέων, κρίνεται απαραίτητη η συνεχής βελτίωση και επέκταση των ενεργητικών πολιτικών για την απασχόληση και των προγραμμάτων κατάρτισης, με παράλληλη αύξηση της αποτελεσματικότητας των δράσεων αυτών.
8. Μεταρρύθμιση στην παιδεία
Ο δρόμος της ανάπτυξης οριοθετείται από τη γνώση, την έρευνα, την καινοτομία και τη διά βίου μάθηση. Η έξοδος της ελληνικής κοινωνίας από την κρίση συντελείται μόνο μέσω της δημιουργίας μιας κοινωνίας δημιουργικών πολιτών, ικανής να προστατεύσει και να βελτιώσει το απόθεμα του ανθρώπινου κεφαλαίου της.
9. Ανάσχεση της φυγής ανθρώπινου κεφαλαίου
Για την αναστροφή της μεγάλης φυγής των νέων επιστημόνων στο εξωτερικό, η ελληνική πολιτεία πρέπει να λάβει μέτρα που στοχεύουν: (α) στον επανακαθορισμό των μορφών επιστημονικής και επαγγελματικής εξειδίκευσης, ώστε να αντιστοιχιστούν καλύτερα οι δεξιότητες των νέων επιστημόνων με τη ζήτηση της αγοράς, (β) στη στήριξη των δράσεων νεοφυούς επιχειρηματικότητας, (γ) στην καταπολέμηση της μετριοκρατίας, της αδιαφάνειας στην επιλογή και του νεποτισμού, (δ) στην προώθηση της αριστείας, (ε) στην επέκταση του θεσμού της μαθητείας και της πρακτικής άσκησης και (στ) στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικού προς την επιχειρηματικότητα.
10. Στήριξη της κοινωνικής συνοχής και καταπολέμηση της φτώχειας
Προϋπόθεση για τη διατηρήσιμη ανάπτυξη είναι η εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, η οποία σήμερα απειλείται από την αύξηση της φτώχειας και της ανισοκατανομής του εισοδήματος και από τον κοινωνικό αποκλεισμό σημαντικών τμημάτων του πληθυσμού.
euro2day.gr