Κατά τα τρία τελευταία χρόνια, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η Ελλάδα έχει καταστεί η χώρα με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα πλοίων αναψυχής (επαγγελματικών και ιδιωτικών) ξεπερνώντας παραδοσιακές ηγέτιδες χώρες στον συγκεκριμένο κλάδο όπως η Γαλλία και η Ιταλία. Ωστόσο, η αυξημένη αυτή δραστηριότητα του yachting αποφέρει ελάχιστα έσοδα στα δημόσια ταμεία, τη στιγμή μάλιστα που οι πελάτες της αποτελούν στη συντριπτική τους πλειονότητα ιδιώτες από την υψηλότερη εισοδηματική κατηγορία. Αντιθέτως, αυτή η υπερπληθώρα σκαφών αναψυχής που πλέουν στα ελληνικά ύδατα, ειδικά κατά τους θερινούς μήνες, προκαλεί σοβαρά προβλήματα που είτε άμεσα είτε σε βάθος χρόνου μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο αυτό το τουριστικό προϊόν.
Οι ειδικοί αναφέρουν πως στις ελληνικές θάλασσες πλέουν επαγγελματικά πλοία αναψυχής τριών διαφορετικών κατηγοριών: Πρώτον, επαγγελματικά πλοία αναψυχής υπό ελληνική και κοινοτική σημαία που δραστηριοποιούνται και ελλιμενίζονται μόνιμα στην Ελλάδα, δεύτερον, επαγγελματικά πλοία αναψυχής άνω των 35 μέτρων υπό, κυρίως, σημαία κράτους εκτός Ε.Ε., που εισέρχονται στην Ελλάδα και πραγματοποιούν ναύλους στα ελληνικά ύδατα για 28 ημέρες κατ’ ανώτερο, και, τρίτον, επαγγελματικά πλοία αναψυχής ανεξαρτήτως σημαίας, τα οποία εκκινούν και τερματίζουν τη ναύλωσή τους εκτός Ελλάδος, συνήθως στην Αλβανία αλλά και στην Τουρκία και περνούν όλη την περίοδο του ναύλου στα ελληνικά ύδατα.
Η δεύτερη κατηγορία των ξένων σκαφών αναψυχής γίνεται ολοένα και πολυπληθέστερη, αλλά αποφέρει ελάχιστα έσοδα στο ελληνικό κράτος (Τέλος Πλοίων Αναψυχής και Ημερόπλοιων-ΤΕΠΑΗ και εφάπαξ ετήσιο τέλος για πλόες στα ελληνικά νερά ή ΤΕΠΑΔΑΧ).
Πρόκειται για ελάχιστο κόστος, που αποτελεί αμελητέο ποσό σε σχέση με τα μεγέθη των σκαφών, αλλά και τον ΦΠΑ επί του ποσού της ναύλωσης που οφείλουν να καταβάλουν. Η δε τρίτη κατηγορία επιβαρύνεται με ένα επίσης πολύ μικρό ποσό που αφορά το ΤΕΠΑΗ και το ΤΕΠΑΔΑΧ, καθώς δεν υπάρχει καν υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ επί του ναύλου στην Ελλάδα για τα σκάφη αυτά. Δημιουργούνται έτσι συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού μεταξύ των σκαφών της πρώτης κατηγορίας και αυτών της δεύτερης και τρίτης μια και η συνολική επιβάρυνση των πρώτων (ΦΠΑ, ΦΜΥ, ασφαλιστικές εισφορές, ΤΕΠΑΗ, ελλιμενισμός κτλ.) σε σχέση με τα άλλα σκάφη είναι πολύ υψηλότερη. Με απλά λόγια, σε αντίθεση με ελληνικές και ξένες εταιρείες και σκάφη που κάνουν έναρξη δραστηριότητας στην Ελλάδα και ελλιμενίζονται τα σκάφη τους εδώ, ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός ξένων ιδιοκτητών επωφελούμενος από τις πολύ χαμηλές χρεώσεις των άλλων κατηγοριών έρχεται κατά τις περιόδους αιχμής για να μαζέψει την αφρόκρεμα της αγοράς.
Τριπλάσιο το κόστος για τη δραστηριότητα του yachting στην Τουρκία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με ναυλομεσίτες, για ένα σκάφος 40 μέτρων η Τουρκία εισπράττει από τον ναύλο και την παραμονή στα ύδατά της επί 28 ημέρες 73.000 ευρώ συν 1.440 ευρώ. Στην Ελλάδα το ελληνικό Δημόσιο εισπράττει μόλις 320 ευρώ για το ΤΕΠΑΗ και άλλες 2.500 ευρώ, περίπου, ως εφάπαξ ετήσιο τέλος (ΤΕΠΑΔΑΧ) όπως και τον ΦΠΑ επί του ναύλου (6,5%) για τα σκάφη της δεύτερης κατηγορίας. Για τα σκάφη της τρίτης κατηγορίας, που αρχίζουν και τελειώνουν τον ναύλο τους εκτός Ελλάδας το ΤΕΠΑΔΑΧ Plus είναι μεγαλύτερο, περίπου 24.000 ευρώ, διότι δεν αποδίδουν ΦΠΑ. Παραμένει, ωστόσο, στο ένα τρίτο του αντίστοιχου κόστους στην Τουρκία.
Οι επαγγελματίες της αγοράς, ακόμη και πολλοί που ανήκουν στις δύο εξόφθαλμα ωφελημένες κατηγορίες, συμφωνούν πως θα πρέπει να επιβαρύνονται κατά την είσοδό τους στην Ελλάδα με ένα αναδιαμορφωμένο και σημαντικά αυξημένο τέλος, το οποίο θα υπολογίζεται με βάση το μέγεθός τους, τη δυνατότητα φιλοξενίας επιβατών και τις κλίνες αυτών και τον χρόνο παραμονής τους (ελλιμενισμό/αγκυροβόλιο) στην Ελλάδα. Εσοδα, και όχι συμβολικά σχεδόν όπως συμβαίνει σήμερα, πιστεύουν πολύ πως θα πρέπει να έχει το ελληνικό Δημόσιο και από τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής που θα εισέρχονται κατά τη θερινή περίοδο στην Ελλάδα και θα παραμένουν περιστασιακά στα ελληνικά ύδατα.
Τα αγκυροβόλια
Ενα άλλο μείζον ζήτημα στο οποίο η Ελλάδα αποτελεί μία από τις λίγες εξαιρέσεις των ανεπτυγμένων αγορών είναι το καθεστώς αγκυροβόλησης των μεγάλων κυρίως σκαφών (άνω των 24 μ.) ιδίως σε πολυσύχναστα μέρη και παραλίες, όπου τους καλοκαιρινούς μήνες παρατηρείται το αδιαχώρητο και επικρατεί πλήρης αταξία.
Οι άλλες ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες έχουν θεσμοθετήσει την αγκυροβόληση σκαφών αυτού του είδους σε ειδικά χωροθετημένα σημεία, με σκοπό την αποφυγή της αταξίας αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος (προστασία ποσειδωνίας κ.λπ.).
Πηγή kathimerini.gr