- Ζήτησε από κατηγορούμενο σε υπόθεση ναρκωτικών και τον πατέρα του το χρηματικό ποσό των 500€
για να διενεργήσει ιατρική πραγματογνωμοσύνη - Τι ακριβώς προέκυψε από την έρευνα της υπόθεσης
Με την υπ’ αρίθμ. 181/2015 απόφαση του Ζ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, απορρίφθηκε η αίτηση αναίρεσης ψυχιάτρου του Κρατικού Θεραπευτηρίου Λέρου, κατά απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου με την οποία κρίθηκε ένοχος παθητικής δωροδοκίας.
Ο ιατρός είχε καταδικαστεί συγκεκριμένα σε ποινή φυλάκισης 6 μηνών με 3ετή αναστολή για το ως άνω αδίκημα, ενώ του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του προτέρου έντιμου βίου.
Ο κατηγορούμενος φέρεται στη Λέρο, την 29-5-2007, ως ψυχίατρος και διευθυντής Α’ και Β’ Τομέα του Κρατικού Θεραπευτηρίου Λέρου, ενώ είχε ορισθεί με την με αριθμό 11/2007 διάταξη του ανακριτή Κω προκειμένου να διενεργήσει ιατρική πραγματογνωμοσύνη στον Θ. Μ. του Δ., σε βάρος του οποίου είχε ασκηθεί ποινική δίωξη και διενεργείτο κύρια ανάκριση για παραβάσεις της νομοθεσίας περί ναρκωτικών, κατά παράβαση των καθηκόντων του, να ζήτησε από τον Θ. Μ. και τον πατέρα του Δ. Μ., το χρηματικό ποσό των 500€ για να διενεργήσει την πραγματογνωμοσύνη, ποσό το οποίο και έλαβε.
Τα ως άνω κατατέθηκαν με σαφήνεια από τους μάρτυρες κατηγορίας, που οι ίδιοι κατέθεσαν στον λογαριασμό του στην Εμπορική Τράπεζα το ανωτέρω ποσό, προσκομίζοντας μάλιστα το αποδεικτικό κατάθεσης.
Για το γεγονός εξάλλου αυτό, οι υπερασπιστικοί ισχυρισμοί του κατηγορούμενου, δεν κρίθηκαν επαρκείς, καθώς στηρίχθηκαν στην υπόθεση ότι οι μηνυτές, οι οποίοι να σημειωθεί, δεν είναι κάτοικοι Λέρου, έμαθαν τον αριθμό λογαριασμού του από τους τραπεζικούς υπαλλήλους ή από άλλους κατοίκους της Λέρου, που μπορεί να τον γνώριζαν, χωρίς όμως, όπως και ο ίδιος ο κατηγορούμενος ανέφερε στην απολογία του, να έχει μέχρι σήμερα ενδιαφερθεί όχι μόνο να ερευνήσει από ποιον τραπεζικό υπάλληλο ή κάτοικο Λέρου, δόθηκε χωρίς την εντολή του ο αριθμός λογαριασμού του αλλά και χωρίς να έχει μέχρι σήμερα επιδιώξει να επιστρέψει τα χρήματα, αφού κατά τους ισχυρισμούς του, δεν τα είχε ζητήσει.
Απορριπτέος κρίθηκε και ο ισχυρισμός του κατηγορούμενου, σύμφωνα με τον οποίο, μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 2802/2000 η προβλεπόμενη από το άρθρο 235 ΠΚ αξιόποινη πράξη της παθητικής δωροδοκίας στοιχειοθετείται μόνο για μελλοντικές ενέργειες, παραλείψεις του υπαιτίου, ενώ προκειμένου για τελειωμένες παρελθούσες υπηρεσιακές ενέργειες-παραλείψεις, πράξη παραμένει ανέλεγκτη-ανέγκλητη.
Τούτο διότι στην προκειμένη περίπτωση, η ενέργεια του κατηγορούμενου, για την οποία φέρεται να ζήτησε και να έλαβε το ποσό των 500 ευρώ, δεν ήταν αυτή της συνάντησής του με τον Θ. Μ., τον οποίο εξέτασε την 29-5-2007, αλλά αυτή της σύνταξης της πραγματογνωμοσύνης και της αποστολής της στον Ανακριτή Κω, η οποία του ζητήθηκε και καταβλήθηκε το χρηματικό ποσό των 500 ευρώ, δεν είχε λάβει χώρα.
Το δικαστήριο του Αρείου Πάγου έκρινε ότι το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου διέλαβε στην απόφασή του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος της παθητικής δωροδοκίας, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων υπάλληλος ιατρός κρατικού νοσοκομείου ιατρός, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε αυτά καθώς επίσης και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους τα υπήγαγε στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1 εδ. α’, 27 παρ. 1, 235 παρ. 1, 263 α’ ΠΚ, που εφάρμοσε και τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου, με ελλιπείς ή ασαφείς ή αντιφατικές αιτιολογίες ή με άλλον τρόπο.
Εξάλλου, όπως έκρινε, από το παραπάνω αιτιολογικό, σαφώς προκύπτουν χωρίς αντιφάσεις παραδοχές ουσίας, που δεν μπορούν να ελεγχθούν από τον Άρειο Πάγο, ότι το χρηματικό ποσό των 500 ευρώ ο αναιρεσείων το ζήτησε στις 29-5-2007 από τον ασθενή Θ. Μ. για να διενεργήσει ιατρική πραγματογνωμοσύνη, που είχε διαταχθεί από τον Ανακριτή Κώ και το έλαβε, με κατάθεση στον τραπεζικό του λογαριασμό στη Λέρο από τον πατέρα του ασθενούς, χάριν μελλοντικής ενέργειας, που ήταν όχι η εξέταση του ασθενούς τοξικομανούς, αλλά η σύνταξη της άνω πραγματογνωμοσύνης και η αποστολή της στον Ανακριτή Κω, (μελλοντική ενέργεια), ενέργειες που κατά τις παραδοχές έγιναν μετά την καταβολή του ποσού, ήτοι όταν ζητήθηκε και καταβλήθηκε στον κατηγορούμενο το άνω χρηματικό ποσό, δεν είχαν λάβει χώρα, δεν είχε συνταχθεί ακόμα η έκθεση πραγματογνωμοσύνης.
Αυτή δε η ουσιαστική παραδοχή, όπως τονίζεται στο σχετικό βούλευμα, είναι ανέλεγκτη και δεν μπορεί να ερευνηθεί αναιρετικά διότι πλήττει την ουσία, αδιάφορα του ό,τι δεν έχει σημασία η φερόμενη στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης ημερομηνία της 29-5-2007 και το ότι η κατάθεση των χρημάτων στην τράπεζα έγινε στις 30-5-2007, αφού μπορεί η έκθεση να προχρονολογήθηκε στην ημερομηνία εξέτασης του ασθενούς (29-5-2007) και στην πραγματικότητα να συντάχθηκε μεταγενέστερα, μετά την κατάθεση των χρημάτων, όπως δέχθηκε και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο.
Οι αιτιάσεις του κατηγορούμενου στην αίτηση αναίρεσης του κρίθηκαν έτσι αβάσιμοι και απορριπτέοι.