- Πρωτοδίκως αθωώθηκε αλλά ο εισαγγελέας Εφετών άσκησε έφεση
Σε άσκηση έφεσης υπέρ του νόμου στην πρώτη αθωωτική απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ρόδου σε υπόθεση διακίνησης και κατοχής προϊόντων «μαϊμού» προχώρησε ο Εισαγγελέας Εφετών Δωδεκανήσου.
Την 24η Μαρτίου 2015 το Τριμελές Πλημμελειοδικείου Ρόδου, αθώωσε συγκεκριμένα μια κάτοικο Θεολόγου Ρόδου, που εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο κ. Δήμο Μουτάφη, από τα αδικήματα της χρήσης πλαστού.
Η κατηγορούμενη φέρεται την 10η Σεπτεμβρίου 2010 να διέθετε προς πώληση εντός super market ξενοδοχείου 14 πορτοφόλια, 2 τσαντάκια και ένα φουλάρι, τα οποία έφεραν τα διακριτικά χαρακτηριστικά της εταιρείας LOUIS VUITTON που εδρεύει στο Παρίσι, έχει ιδρυθεί το έτος 1854, κατασκευάζει και πωλεί σ’ όλο τον κόσμο τα διάσημα πλέον είδη ταξιδιού και ειδικότερα, τσάντες, πορτοφόλια, κλειδοθήκες, ταξιδιωτικούς σάκους/διαφόρων μεγεθών, υποδήματα, και άλλα παρόμοια είδη και το διακριτικό σήμα αυτής που αποτελείται από τα αρχικά της επωνυμίας της «LV» πλαισιωμένα από άστρα και ρόμβους, τα οποία τοποθετεί η παραπάνω εταιρεία στα προϊόντα της (τσάντες, πορτοφόλια κ.λ.π.) που κατασκευάζει και εισάγει και διαθέτει στην ελληνική αγορά.
Τούτο φέρεται δε να έπραξε με σκοπό να παραπλανήσει με την χρήση του σήματος άλλους και δη τους καταναλωτές στους οποίους πωλούσε τσάντες που έφεραν σήμα, με την, ως άνω πλαστή παράσταση, ότι αυτά είναι αυθεντικά και προελεύσεως της εταιρείας, ενώ τα παραπάνω είδη ήταν αγνώστου κατασκευής και προελεύσεως.
Η κατηγορούμενη κατελήφθη από αστυνομικούς του Α.Σ. Φαληρακίου, οι οποίοι μετέβησαν μαζί με εμπειρογνώμονα, εκπρόσωπο της εταιρείας LOUIS VUITTON, να λειτουργεί ως υπεύθυνη σε κατάστημα «super market» εντός του ξενοδοχείου.
Η κατηγορούμενη στην απολογία της ισχυρίστηκε ότι είναι υπάλληλος και όχι υπεύθυνη του καταστήματος. Είχε τοποθετήσει στις προθήκες του καταστήματός της, μεταξύ των διαφόρων εμπορευμάτων και τα προϊόντα μαϊμού και σύμφωνα με τον Εισαγγελέα Εφετών αποδείχθηκε πλήρως ότι έκανε χρήση των πλαστών εμπορευμάτων.
Τα προϊόντα με τα συγκεκριμένα λογότυπα της ως άνω εταιρείας είναι διεθνώς κατοχυρωμένα και ιδιαίτερα ακριβά. Κάθε άλλης προελεύσεως παραγωγή και φθηνή διάθεσή τους στο εμπόριο δεν θα μπορούσε να είναι παρά μη σύννομη.
Η κατηγορούμενη, σύμφωνα με τον Εισαγγελέα Εφετών, γνώριζε την πλαστότητα των παραπάνω αντικειμένων που διέθετε προς το αγοραστικό κοινό, αφού η ίδια άλλωστε έκανε τις παραγγελίες με τους προμηθευτές.
Δεν προσκόμισε καν τα παραστατικά έγγραφα-αγοράς των πλαστών προϊόντων, ούτε κατονόμασε τον προμηθευτή αυτών.
Ο Εισαγγελέας Εφετών τονίζει μεταξύ άλλων ότι η κατηγορούμενη δεν τοποθέτησε έστω μια ταμπέλα επί των επιδίκων πλαστών προϊόντων που να γνώριζε στον καταναλωτή ότι δεν επρόκειτο για γνήσια προϊόντα. Ο ισχυρισμός της κατηγορούμενης ότι η πώληση των πλαστών προϊόντων σε χαμηλή τιμή καταδεικνύει ότι δεν είχε σκοπό παραπλάνησης του αγοραστικού κοινού, αντικρούεται από μάρτυρα, ο οποίος κατέθεσε ότι η χαμηλή τιμή δικαιολογείται από τους εμπόρους οι οποίοι προφασίζονται ότι τα εν λόγω προϊόντα αποτελούν μοντέλα περασμένων ετών, προκειμένου να παραπλανήσουν τους καταναλωτές περί της γνησιότητας αυτών.