Τι σηματοδοτούν οι κλυδωνισμοί στον δεύτερο ισχυρότερο ταξιδιωτικό όμιλο της Ευρώπης. Οι ραγδαίες ανακατατάξεις στη διεθνή αγορά, η είσοδος νέων παικτών και η επόμενη μέρα των ταξιδιωτικών δεινοσαύρων. Πως αλλάζουν τα δεδομένα οι μεμονωμένοι ταξιδιώτες.
Στην περίπτωση του δεύτερου ισχυρότερου ταξιδιωτικού ομίλου της Ευρώπης, Thomas Cook, τα συμπτώματα κλονισμού καταγράφηκαν, για μια ακόμα φορά, την περασμένη Παρασκευή όταν η μετοχή έκανε βουτιά υποχωρώντας στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας επταετίας. Μια μέρα πριν η Citi είχε υποβαθμίσει τη μετοχή του ομίλου σε «sell» τοποθετώντας την τιμή-στόχο στο μηδέν(!). στερλίνες. Το ομόλογο του ταξιδιωτικού ομίλου λήξης 2022 υποχώρησε στο 50% της ονομαστικής του αξίας και το κόστος ασφάλισης έναντι αθέτησης πληρωμών αυξήθηκε στο 51% από 48%. Η, δε, τιμολόγηση των CDS, σύμφωνα με το Reuters, δείχνει πιθανότητα μεγαλύτερη από 97% για χρεοκοπία τα επόμενα πέντε χρόνια.
Η διοίκηση του Thomas Cook είχε υποχρεωθεί νωρίτερα να χτυπήσει «καμπανάκι» για την κερδοφορία του, για Τρίτη φορά μέσα σε ένα χρόνο κάνοντας λόγο για επικείμενο πλήγμα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού το οποίο αποδίδει στα εκπτωτικά πακέτα και τις υψηλότερες τιμές (λόγω καυσίμων) στα αεροπλάνα και τα ξενοδοχεία.
Οι κλυδωνισμοί στον Thomas Cook δείχνουν να αποτελούν μέρος από τις ωδίνες ενός δύσκολου τοκετού στην ευρωπαϊκή ταξιδιωτική αγορά. Ενός τοκετού από το οποίο αναμένεται να «γεννηθεί» ένα νέο τουριστικό «οικοσύστημα» με νέα «χλωρίδα» (προϊόντα και υπηρεσίες) νέα «πανίδα» (ομίλους και μικρότερα σχήματα) και τους άλλοτε κυρίαρχους ταξιδιωτικούς ομίλους-δεινόσαυρους με νέα μορφή και ρόλο.
Η σταδιακή κατάρρευση του παραδοσιακού «οικοδομήματος» του ευρωπαϊκού τουρισμού δεν αποτυπώνεται μόνο στις αναταράξεις στους κορυφαίους ταξιδιωτικούς ομίλους. Ας θυμίσουμε, απλώς, τις μεγάλες ζημιές που ανακοίνωσαν ηγετικές δυνάμεις της αγοράς αερομεταφορών όπως η γερμανική Lufthansa και η γαλλική Air France.
Την ίδια στιγμή ενισχύσουν διαρκώς τη θέση τους στη διεθνή αγορά εταιρείες που απευθύνονται σε μεμονωμένους ταξιδιώτες σε αντιδιαστολή με εκείνους που εξακολουθούν να επιλέγουν «πακέτα» οργανωμένων διακοπών από τους ταξιδιωτικούς ομίλους-δεινόσαυρους.
Αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, ψηφιακές πλατφόρμες μίσθωσης κατοικιών σε τουρίστες (vacation rentals) όπως η Airbnb, online ταξιδιωτικά γραφεία (OTAs) αποτελούν, ήδη, αναπόσπαστα δομικά στοιχεία του νέου οικοδομήματος της παγκόσμιας ταξιδιωτικής αγοράς.
Οι δονήσεις στο πάρκο ταξιδιωτικών «δεινόσαυρων» της Ευρώπης δεν συνδέονται μόνο με τον Thomas Cook. Ο κορυφαίος της ευρωπαϊκής αγοράς όμιλος TUI Group ανακοίνωσε αύξηση εσόδων στα 6,7 δισ. ευρώ (+1,7%) για το εξάμηνο Οκτωβρίου-Μαρτίου, αλλά οι ζημιές του αυξήθηκαν στα 300 εκατ. ευρώ. Πτώση η οποία αποδίδεται από τη διοίκησή του στο ρυθμό πωλήσεων αλλά και συγκυριακούς λόγους όπως η αναγκαστική καθήλωση στο έδαφος των αεροπλάνων Boeing 737 MAX. Τα έσοδά του από ξενοδοχεία μειώθηκαν, ενώ οι δραστηριότητες του που συνδέονται με τους τουρ οπερέϊτορ και αεροπορικές εταιρείες του ομίλου κατέγραψαν πτώση 2,4% σε πελάτες και 2,2% σε έσοδα.
Στην περίπτωση του Thomas Cook παράγοντες της ελληνικής ταξιδιωτικής αγοράς αποδίδουν τους κλυδωνισμούς σε ένα εκρηκτικό μείγμα αιτίων που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
• Τον υπέρβαρο αεροπορικό βραχίονα του ομίλου από τον οποίο επιχειρεί να απαλλαγεί, χωρίς επιτυχία μέχρι στιγμής.
• Την επιλογή της διοίκησής του να ακολουθήσει τις κινήσεις του μεγάλου αντίπαλου TUI Group.
• Στο γεγονός πως ο όμιλος υποχώρησε την τελευταία τριετία στην τρίτη από τη δεύτερη θέση που κατείχε στη βρετανική αγορά. Τον προσπέρασε, μάλιστα, ο όμιλος Jet2 Holidays στου οποίου το τιμόνι βρίσκονται στελέχη που αποχώρησαν από τον Thomas Cook.
• Στα διαχειριστικά προβλήματα που φέρεται να αντιμετώπισε ο όμιλος τα τελευταία χρόνια.
Οι κλυδωνισμοί στους δεινόσαυρους της ευρωπαϊκής αγοράς ταξιδίων αντανακλά άμεσα σε χώρες προορισμούς διακοπών όπως η Ελλάδα αλλά και την ελληνική ξενοδοχειακή αγορά ιδιαίτερα. Σε μια προσπάθεια να σταθεροποιήσουν τα ερείσματά τους σε κρίσιμες χώρες-προορισμούς όπως η Ελλάδα, TUI και Thomas Cook βρίσκονται την τελευταία τριετία σε φάση επέκτασής τους στην ελληνική ξενοδοχειακή αγορά μέσω ιδιόκτητων μονάδων και όχι άλλων μορφών συνεργασίας με επιχειρήσεις του κλάδου.
Η άτυπη «κούρσα» ανταγωνισμού των δύο στην ελληνική αγορά είχε ως αποτέλεσμα να είναι, πλέον, οι δύο ισχυρότεροι «παίκτες της ελληνικής ξενοδοχειακής αγοράς. Σύμφωνα με στοιχεία της εξειδικευμένης στην παρακολούθηση μεγεθών της εγχώριας ξενοδοχειακής αγοράς εταιρείας Gbr Consulting, ο όμιλος TUI Group είχε το 2018 τον έλεγχο 73 από τα μεγαλύτερα ελληνικά ξενοδοχεία (μέσο μέγεθος 235 δωματίων) συνολικής δυναμικότητας 17.132 δωματίων. Ο δε, Thomas Cook βρέθηκε στη δεύτερη θέση της κατάταξης πίσω από τον TUI ελέγχοντας 32 ξενοδοχεία (μέσο μέγεθος 145 δωμάτια) συνολικής δυναμικότητας 4.627 δωματίων.
Η στρατηγική που έχουν υιοθετήσει τα τελευταία χρόνια οι δύο κολοσσοί έχει στόχο να κατευθύνει τους πελάτες τους κυρίως στα ιδιόκτητα ξενοδοχεία τους στην Ελλάδα. Στόχος τους να ελέγχουν την τελική ποιότητα του προϊόντος και τις τιμές δωματίων, αποκτώντας αποτελεσματικά εργαλεία για να επηρεάζουν αποφασιστικά τη διαμόρφωση των τιμών στους προορισμούς όπου βρίσκονται οι μονάδες τους. Ταυτόχρονα, αποκτούν πλεονεκτική διαπραγματευτική θέση έναντι των ξενοδόχων με τους οποίους συνεργάζονται.
Οι ανακατατάξεις στη διεθνή αγορά, ωστόσο, είναι ραγδαίες και οι ταξιδιώτες που παίρνουν αποστάσεις από τους τουρ οπερέϊτορ αυξάνονται ραγδαία χρόνο με το χρόνο. Είναι χαρακτηριστικό πως το 2018 τα 2/3 των ταξιδιωτικών εισπράξεων προήλθαν από μεμονωμένους ταξιδιώτες και μόλις το 1/3 από πελάτες των τουρ οπερέϊτορ. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕΕΛΛ +1,29%) οι εισπράξεις από μεμονωμένους ταξιδιώτες έφθασαν τα 10,74 δισ. ευρώ ενώ τα έσοδα από οργανωμένα ταξίδια ήταν 5,34 δισ. ευρώ.