Ούτε ο Γ. Βαρουφάκης, ούτε ο Γ. Στουρνάρας, ούτε καν ο Γ. Αλογοσκούφης. Στην πραγματικότητα, για όλα φταίει ο καθηγητής Νιούμαρκ. Δική του πατέντα ήταν ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας, αυτός πρώτος τον λάνσαρε στην Κομισιόν, «για να εναρμονιστεί», όπως έλεγε, «η έμμεση φορολογία ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΟΚ». Αλλά, εάν ο ΦΠΑ γεννήθηκε το 1967 με τη βοήθεια της επιτροπής που σύστησε ο κύριος Νιούμαρκ, στην Ελλάδα μάς πήρε πολύ καιρό να αποφασίσουμε την αλλαγή. Η, αν προτιμάτε, την «Αλλαγή», αφού 20 χρόνια αργότερα, το 1987, ο άνθρωπος που εξελλήνισε τον ΦΠΑ ήταν ο Δ. Τσοβόλας, ως υπουργός του Ανδρ. Παπανδρέου.
Ο κ. Τσοβόλας, μάλιστα, εισήγαγε τον φόρο με 3 επιπλέον χρόνια καθυστέρηση, αφού η Ελλάδα ζήτησε περίοδο χάριτος απ’ το 1984 έως το 1987, γιατί αντιμετώπιζε «τεχνικού χαρακτήρα δυσκολίες». Οι οποίες, βέβαια, δεν ήταν και οι μόνες. Γιατί από το 1987, οπότε μπήκε τελικά ο ΦΠΑ στη ζωή μας, μπορεί να πέρασαν σχεδόν 30 χρόνια, αλλά ο κ. Τσοβόλας ακόμη θυμάται τι μαρτύρια υπέστη για να μπορέσει ο νέος φόρος να περάσει το μπλοκ των πρασινοφρουρών.
«Στην Ιταλία έπεσε η κυβέρνηση εξαιτίας του ΦΠΑ, και στη Γερμανία έκανε δύο χρόνια η οικονομία ν’ απορροφήσει τους κραδασμούς», διηγήθηκε προ ετών ο παλαιός υπουργός. Φοβούμενος μη γίνει ο ίδιος στόχος της… «οικονομικής ΦαΠΑς», όπως έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής, ο κ. Τσοβόλας κλείστηκε στο γραφείο του κι έπιασε τα τηλέφωνα. «Μέχρι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, έκανα διάλογο με όλες τις παραγωγικές τάξεις», έλεγε. Και τελικά, ο Αη Βασίλης του 1987 έβγαλε απ’ το σακί του τον νέο φόρο. Περιέργως οι πρώτοι που τον επωμίστηκαν το γιόρτασαν μέχρι πρωίας. Ηταν στο ρεβεγιόν του 1987: οι γλεντζέδες ανά την επικράτεια έλαβαν λίγο πριν ξημερώσει το χαρτάκι που πρώτη φορά έγραφε στην ούγια «ΦΠΑ». Και μάλιστα, πλήρωσαν τον φόρο ενισχυμένο, γιατί εκείνες τις αθώες εποχές ίσχυε το λεγόμενο «ταμπλ ντοτ» στα πρωτοχρονιάτικα τραπέζια, που όπως ίσως θυμάστε άδειαζε με μαεστρία τα γιορτινά πορτοφόλια.
Aυξήσεις από το 2005
Ο πρώτος ΦΠΑ, λοιπόν, ήταν 6% για τα είδη λαϊκής κατανάλωσης, 18% για υπηρεσίες και 36% για είδη πολυτελείας. Από τότε, και για τα επόμενα 28 χρόνια, 11 κυβερνήσεις πέρασαν, αλλά τον ΦΠΑ καμία δεν τον πείραξε. Στην πραγματικότητα, οι μόνες μειώσεις που υπέστη ήταν εκείνη του 1988, όταν ο Δ. Τσοβόλας μείωσε 2 μονάδες το 18%, το 1992 που επί Κ. Μητσοτάκη καταργήθηκε ο ειδικός συντελεστής για τα είδη πολυτελείας, και το 2013 που επί Αντ. Σαμαρά ο ΦΠΑ εστίασης έπεσε απ’ το 23% στο 13%. Οσο για τον κατάλογο των αυξήσεων… απ’ το 2005 και μετά, οι αριθμοί τραβούν σταθερά την ανηφόρα.
Ως πρωταθλητής στις φοροεισπρακτικές πατέντες, ο Γ. Αλογοσκούφης ήταν ο πρώτος υπουργός που ξετρύπωνε τον λαγό του ΦΠΑ απ’ το φορολογικό του καπέλο όταν σκούραιναν τα πράγματα, κι έτσι κατάφερε και ανέβασε τον φόρο μία μονάδα επάνω σ’ όλες τις κλίμακες. Στο συγκεκριμένο «μαγικό» κατέφυγε στη συνέχεια και ο Γ. Παπακωνσταντίνου: επί των δικών του ημερών, 3 διαδοχικές αυξήσεις οδήγησαν τον ΦΠΑ στο ζενίθ, και τους φορολογούμενους στο ναδίρ. Τουλάχιστον, μέχρι σήμερα.
Καθώς ο Π. Καμμένος επαναστατεί κατά του ΦΠΑ στα νησιά, ο Αντ. Σαμαράς καλεί τον Αλ. Τσίπρα να πάνε μαζί φορολογικές διακοπές στη νησιωτική Ελλάδα, και ο Ν. Φίλης κάνει δηλώσεις για «τα 6 σεντς που θ’ ανεβούν τα μακαρόνια», υπάρχουν πάντα οι εκθέσεις της Κομισιόν, να φωτίζουν τη «μαύρη τρύπα» του ανείσπρακτου 33% του ΦΠΑ. Αλλά, πάλι, αυτό είναι κάτι που όλοι οι ένοικοι της οδού Νίκης γνωρίζουν καλά: το να επιβάλλει κανείς φόρους είναι εύκολη δουλειά. Κυρίως, γιατί αυτός που καλείται να τους εισπράξει, κατά κανόνα είναι ο επόμενος που θα κάτσει στην υπουργική καρέκλα.
Καθημερινή