Με την πάροδο των ετών, παγιώνεται ολοένα και περισσότερο η πεποίθηση ότι «έχουν τα πάντα ειπωθεί» σχετικά με την ιστοριογραφία του Κυπριακού, όσον αφορά στα γεγονότα της δεκαετίας του 1950 και έως την ανακήρυξη της κυπριακής ανεξαρτησίας. Παράλληλα, από το 2010 και μετά, αναλυτές και δημοσιογράφοι δίνουν την εντύπωση ότι, προτού ανακαλυφθούν τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο, οι σχέσεις του Ισραήλ με την Κύπρο ήταν αν μη τι άλλο, σχεδόν ανύπαρκτες. Κατά σύμπτωση, η ίδια ακριβώς εντύπωση επικρατεί σήμερα και στο Ισραήλ.
Τα συμπεράσματα αυτά έρχεται να διαψεύσει ένα βιβλίο, που μόλις κυκλοφόρησε. Πρόκειται για την ιστορική μελέτη με τίτλο «Κύπρος, το Γειτονικό Νησί – Το Κυπριακό μέσα από τα Κρατικά Αρχεία του Ισραήλ, 1946-1960» των αθηναϊκών εκδόσεων Παπαζήση. Το υπογράφει ο δικηγόρος Ρόδου, διδάκτορας διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και ειδικός σε θέματα Ισραήλ, Γαβριήλ Χαρίτος, άριστος γνώστης της εβραϊκής γλώσσας και γνωστός από την τακτή του παρουσία στις ειδησεογραφικές εκπομπές του ΡΙΚ και άλλων ΜΜΕ, τόσο εδώ στην Κύπρο, όσο και στην Ελλάδα. Όσο για τον τίτλο του βιβλίου του, ούτε αυτός είναι τυχαίος: Με τη φράση «Γειτονικό Νησί» αποκαλείται η Κύπρος στη σύγχρονη ισραηλινή δημοσιογραφική γλώσσα.
Όπως προδίδει ο τίτλος του βιβλίου, πρόκειται για την ιστορική αφήγηση του Κυπριακού από μία σκοπιά που δεν γνωρίζουμε: Τον τρόπο με τον οποίο αξιολογούσε η ισραηλινή διπλωματία και πολιτική ηγεσία όσα συνέβαιναν στο νησί μας. Η μελέτη βασίσθηκε κατά κύριο λόγο σε εκατοντάδες απόρρητα έγγραφα και εκθέσεις του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών της δεκαετίας του ’50, που αποχαρακτηρίσθηκαν κατά την περίοδο 2012-2014 ύστερα από ειδικό αίτημα του συγγραφέα, επ’ ευκαιρία της έρευνάς του για την εκπόνηση της διδακτορικής του διατριβής. Παράλληλα, έγινε ευρεία χρήση δημοσιευμάτων των ισραηλινών εφημερίδων της εποχής εκείνης, ως επίσης και εγγράφων των Αρχείου των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων σχετικά με τα στρατόπεδα κράτησης Εβραίων κρατουμένων στον Καράολο στην περίοδο 1946-1949.
Η εξιστόρηση του τρόπου με τον οποίον έβλεπαν οι γείτονές μας την κυπριακή πραγματικότητα αρχίζει ήδη πριν από τη σύσταση του Ισραήλ. Έτσι, πέρα από όσα ήδη γνωρίζουμε για τα στρατόπεδα κράτησης των Εβραίων επιζώντων του Ολοκαυτώματος στον Καράολο, στη Δεκέλεια και στην Ξυλοτύμπου, προστίθενται νέα στοιχεία από επίσημα έγγραφα του ισραηλινού στρατού. Τότε σημειώνεται και η πρώτη επαφή των Ελληνοκυπρίων κατοίκων της Αμμοχώστου με τον υπό σύσταση τότε τακτικό στρατό του Ισραήλ, με αποτέλεσμα, το 1949 να απευθυνθεί για πρώτη φορά στην Ιστορία των κυπροϊσραηλινών σχέσεων επίσημη πρόσκληση της ισραηλινής Κυβέρνησης στον τότε δήμαρχο της Αμμοχώστου Αδάμ Αδάμαντος να επισκεφθεί το Ισραήλ, γεγονός που συνέβη τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς.
Η ιστορική αφήγηση των Ισραηλινών διπλωματών για το Κυπριακό αρχίζει με το άνοιγμα του ισραηλινού προξενείου στη βρετανοκρατούμενη τότε Λευκωσία, στις 28 Αυγούστου 1950. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διάσταση απόψεων ανάμεσα στη διστακτικότητα της ισραηλινής πολιτικής ηγεσίας και στην κοινή γνώμη της γειτονικής χώρας, που φαινόταν να στηρίζει ένθερμα το αίτημα των κατοίκων του νησιού να απαλλαγούν από τη βρετανική αποικιοκρατία. Ο ρεαλισμός υπερτερούσε του συναισθήματος, μιας και η Βρετανία, από δυνάστης του εβραϊκού στοιχείου στην Παλαιστίνη, με την πάροδο του χρόνου μετατρεπόταν σε προστάτη του, εξ αιτίας της στρατιωτικής της παρουσίας στην Κύπρο.
Παρακολουθώντας μέσα από τις διπλωματικές εκθέσεις τη σταδιακή διαδικασία προσέγγισης Ισραήλ-Τουρκίας-Βρετανίας στην Ανατολική Μεσόγειο, το βιβλίο καταγράφει με αυστηρή χρονολογική σειρά τα γεγονότα που επηρέαζαν την ισραηλινή ψήφο στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, κάθε φορά που η Ελλάδα έθετε το Κυπριακό ζήτημα προς συζήτηση ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης. Μερικά από τα θέματα που κεντρίζουν το ενδιαφέρον μας κατά τα χρόνια εκείνα: Η de facto αναγνώριση του Ισραήλ εκ μέρους της Ελλάδας το 1952 και ο άκαιρος ενθουσιασμός που προκλήθηκε στους Ισραηλινούς. Τα άγνωστα παραλειπόμενα στις σχέσεις Ελλάδας-Ισραήλ μετά τον φονικό σεισμό της Κεφαλονιάς. Η ευχάριστη έκπληξη του Αλέξη Κύρου και του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από τη θετική ισραηλινή ψήφο να περιληφθεί η πρώτη ελληνική προσφυγή του 1954 στην ατζέντα της Γενικής Συνέλευσης, αλλά και η «ρεαλιστική» αποχή που επακολούθησε. Οι άστοχοι ιστορικοί παραλληλισμοί του ισραηλινού Υπουργού Εξωτερικών Μοσιέ Σιαρέτ το 1955. Πώς επηρεάσθηκε η ισραηλινή στάση έναντι του Κυπριακού από τις φιλοαραβικές κορώνες της τουρκικής διπλωματίας μετά την Κρίση του Σουέζ το 1956. Η φιλελληνική προαίρεση της νέας Υπουργού Εξωτερικών Γκόλντα Μέιρ το 1957, η οποία όμως ουδέποτε εκδηλώθηκε στον ΟΗΕ, ούτε έγινε ποτέ γνωστή σε Ελλάδα και Κύπρο. Ο αγώνας της ΕΟΚΑ μέσα από τις περιγραφές των Ισραηλινών προξένων στη Λευκωσία. Άγνωστες πτυχές του κυπριακού συνδικαλιστικού κινήματος σε σχέση με το Ισραήλ και με ποιον τρόπο ο ιδεολογικός ανταγωνισμός μεταξύ της ΣΕΚ και της ΠΕΟ έφερε στο προσκήνιο τον ισραηλινό παράγοντα στο νησί.
Κομβικό σημείο το 1958
Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1958 είχε κομβική σημασία για την εξέλιξη του Κυπριακού και η ψηφοφορία αποδείχθηκε προάγγελος των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου του 1959. Η ψηφοφορία εκείνη, όμως, πρόσθεσε μία βαριά σκιά στις σχέσεις ανάμεσα σε Έλληνες/Ελληνοκύπριους και Ισραηλινούς. Είχε ήδη προηγηθεί η μυστική συμφωνία συνεργασίας Ισραήλ-Τουρκίας, υπό την απειλή της εξάπλωσης του νασερισμού στον αραβικό κόσμο. Έτσι, στο βιβλίο καταγράφονται για πρώτη φορά λεπτομερώς με ποιες κινήσεις οι Ισραηλινοί διπλωμάτες βοήθησαν παρασκηνιακά τους Τούρκους συναδέλφους τους, αλλά και προσωπικά τον ίδιο τον Υπουργό Εξωτερικών Φατίν Ζορλού να «συρθεί» η ελληνική πλευρά στις διαπραγματεύσεις στη Ζυρίχη και το Λονδίνο. Μία συγκυρία που τόσο τα ελλαδικά, όσο και τα ελληνοκυπριακά κέντρα λήψεως αποφάσεων ουδέποτε ξέχασαν. Από την άλλη πλευρά όμως, οι ενθουσιώδεις δηλώσεις συμπαράστασης του Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ υπέρ μίας ουδετερόφιλης γραμμής του Μακαρίου ενεργοποίησαν αμέσως τις άμυνες της ισραηλινής διπλωματίας. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα –αμιγώς μεσανατολικά– κριτήρια με τα οποία το Ισραήλ έκρινε το περιεχόμενο των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, καθιστώντας σαφές στον αναγνώστη το συμπέρασμα ότι για την ισραηλινή πολιτική ηγεσία της εποχής εκείνης, η κυπριακή διένεξη ήταν «ακόμα ένα άλυτο πρόβλημα της Μέσης Ανατολής και ότι (ευτυχώς για τους Ισραηλινούς) στην περιοχή προστίθεται ένα νέο κράτος, μη αραβικό, με πληθυσμό κατά πλειοψηφία μη μουσουλμανικό. Η ελληνοτουρκική διάσταση του Κυπριακού έχει μεν τη δική της σημασία, πλην όμως, για τους Ισραηλινούς, σίγουρα δεν έχει πρωτεύουσα σημασία.
Ανταγωνισμός Ισραηλινών και Αράβων
Η Μεταβατική Περίοδος που επακολούθησε καταλαμβάνει ένα σημαντικό τμήμα του βιβλίου, όπου πλέον διαφαίνεται ξεκάθαρα ο έντονος διπλωματικός και επιχειρηματικός ανταγωνισμός μεταξύ Ισραηλινών και Αράβων στην Κύπρο. Μερικά από τα πολύ ενδιαφέροντα θέματα που αναλύονται: Η στάση της Αθήνας και της Άγκυρας ως προς το ενδεχόμενο σύστασης ομαλών διπλωματικών σχέσεων μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ισραήλ. Οι απόψεις του Ευάγγελου Αβέρωφ ως προς αυτό το θέμα, που εξέπληξαν ευχάριστα την ισραηλινή διπλωματία. Οι παρασκηνιακές επαφές των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων υπουργών της Μεταβατικής Κυβέρνησης με κυβερνητικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους του Ισραήλ. Η «χαρτογράφηση» και αξιολόγηση του κυπριακού πολιτικού σκηνικού της εποχής εκείνης από τους ισραηλινούς διπλωμάτες, που συνοδεύονταν από ενδιαφέρουσες επισημάνσεις για τον ρόλο του Μακαρίου, του πολιτικού του αντιπάλου Θεμιστοκλή Δέρβη, του ΑΚΕΛ και συγκεκριμένων στελεχών του, ώς και ανθρώπων που είχαν σημαντική επιρροή στην οικονομική ζωή του τόπου. Παράλληλα, εκτίθενται με λεπτομέρειες οι σχέσεις που άρχισαν να αναπτύσσονται ανάμεσα στο Ισραήλ και την ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Ποια ήταν η παρ’ ολίγον «τρίτη κυπριακή κοινότητα» και ποιον ρόλο επεδίωκε να αναλάβει ο Λίβανος στο υπό διαμόρφωση κυπριακό πολιτικό σύστημα. Για πρώτη φορά έρχεται στο φως ο ρόλος που έπαιξε ο Ελληνοαμερικανός πολυεκατομμυριούχος Σπύρος Σκούρας στη σύσταση διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και τέλος, οι μυστικές διαβουλεύσεις που προηγήθηκαν της έλευσης του πρώτου Αιγύπτιου πρέσβη στη Λευκωσία, Μουσταφά Λούτφι, με την άπειρη τότε κυπριακή διπλωματία να καλείται να διαχειριστεί σοφά την αραβοϊσραηλινή διαμάχη.
Πηγή: Ο Φιλελεύθερος