Σε μια περίοδο ευαίσθητων και εύθραυστων ισορροπιών εισέρχεται η ελληνική διπλωματία τους επόμενους μήνες, για μια σειρά από αιτίες που συνδέονται με την ευρύτερη τουρκική δραστηριοποίηση στην περιοχή. Η επαναφορά του Κυπριακού στο προσκήνιο και η διεθνής κατακραυγή που προκάλεσαν οι ανακοινώσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για τα Βαρώσια, υπενθύμισαν σε αρκετούς στην Αθήνα ότι η επιχείρηση γοητείας του Τούρκου προέδρου αποτελεί μια εξέλιξη συνδεδεμένη απολύτως με τις προσδοκίες της Αγκυρας έναντι της Δύσης και, κυρίως, των ΗΠΑ. Η Αθήνα πρακτικά καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε μια προσπάθεια η οποία στηρίζεται από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. για εξομάλυνση των σχέσεων –μάλιστα με τρόπο που θα οδηγήσει σε κάποιου είδους συνομιλίες– και στις διαρκείς τουρκικές προκλήσεις σε σειρά μετώπων. Εν ολίγοις, μέχρι το περιβόητο συνυποσχετικό για πιθανή προσφυγή στη Χάγη, ο δρόμος είναι πολύ μακρύς και γεμάτος παγίδες.
Κατ’ αρχάς το Κυπριακό έχει ακόμα αρκετά επεισόδια προτού έλθει ο Σεπτέμβριος και η γενική συνέλευση, όπου θα τεθεί ανοιχτά ζήτημα προοπτικής επίλυσης του ζητήματος. Αν και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κατόπιν των πιέσεων από ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Γαλλία αλλά και Ινδία, προχώρησε σε μια καταδικαστική δήλωση για τις ανακοινώσεις Ερντογάν από τα Κατεχόμενα, την ερχόμενη εβδομάδα η συζήτηση για το Κυπριακό θα συνεχιστεί, καθώς στις 29 Ιουλίου θα συνεδριάσει εκ νέου για την ανανέωση της θητείας της δύναμης ειρήνευσης (ΟΥΝΦΙΚΥΠ). Ουκ ολίγοι εκτιμούν ότι θα τεθεί εκ νέου ζήτημα διατυπώσεων, αυτή τη φορά σχετικά με τον χαρακτήρα της λύσης. Πάντως, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ούτε οι Βρετανοί επιθυμούν ουσιαστική απόκλιση από την περιγραφή της «διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας» και μάλιστα έγιναν σχετικές συζητήσεις στη διήμερη μαραθώνια συνεδρίαση του Σ.Α. πριν από λίγες ημέρες.
Το δεύτερο στοιχείο που απασχολεί την Αθήνα είναι βέβαια το επιχειρησιακό. Αν και η κατάσταση δεν θυμίζει σε τίποτα το θερμό καλοκαίρι του 2020, από την Αγκυρα εκπέμπονται διάφορα αντιφατικά σήματα, τα οποία είναι όλα επικεντρωμένα στα νότια της Κρήτης. Την Πέμπτη οι Τούρκοι έστειλαν φρεγάτα σε επιχείρηση έρευνας και διάσωσης που συντονιζόταν από το ενιαίο κέντρο συντονισμού έρευνας και διάσωσης του Λιμενικού Σώματος στα 60 ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά της Κρήτης, εμφανίζοντας, μάλιστα, την παρουσία τους ως νόμιμη. Επρόκειτο, βεβαίως, για παρουσία που πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι η επιχείρηση λάμβανε χώρα σε περιοχή του τουρκολιβυκού μνημονίου.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, λίγες ημέρες νωρίτερα μια άλλη τουρκική φρεγάτα έπλεε στην περιοχή ανάμεσα στην Κρήτη και την Κάσο, προκειμένου να παρακολουθήσει αν τελικά το μισθωμένο από Ελλάδα, Κυπριακή Δημοκρατία και Ισραήλ ερευνητικό σκάφος «Nautical Geo» πλεύσει προς τα ανατολικά. Η τουρκική φρεγάτα παρέμεινε στην περιοχή για αρκετές ημέρες, φθάνοντας σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και σε σχετικά μικρή απόσταση από τα ελληνικά νησιά, πάνω από 6 αλλά λιγότερο από 12 ναυτικά μίλια. Προφανώς στην ευρύτερη περιοχή υπήρχε πάντα και διακριτή ελληνική παρουσία.
Σε γενικές γραμμές η παρουσία τουρκικών φρεγατών στην περιοχή νότια και ανατολικά της Κρήτης είναι πολύ συχνή και ερμηνεύεται από την Αθήνα ως ενταγμένη σε μια ευρύτερη στρατηγική της Αγκυρας για το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Προδίδει όμως και μια αμηχανία.
Σε αμιγώς διπλωματικό επίπεδο, είναι λογικό στην Αθήνα να υπάρχει κάποια ικανοποίηση για τις τελευταίες εξελίξεις, τουλάχιστον ως προς τον τρόπο που αντέδρασαν οι πιο σημαντικοί διεθνείς παράγοντες. Από τις διεργασίες που πραγματοποιήθηκαν στη Νέα Υόρκη, αλλά και εκτός ΟΗΕ, προέκυψε ξεκάθαρα ότι η τακτική που ακολουθεί η Αθήνα τους τελευταίους μήνες αποδίδει αφενός καλύτερες σχέσεις, αφετέρου κατανόηση του πυρήνα των ζητημάτων που αφορούν την ανατολική Μεσόγειο και έχουν ως επίκεντρο τον τουρκικό αναθεωρητισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν το σύνολο των κρατών, εκπροσώπους των οποίων ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας έχει είτε υποδεχθεί στην Αθήνα είτε επισκεφθεί, τάχθηκε αναφανδόν κατά της Τουρκίας στις πρόσφατες παρασκηνιακές διεργασίες στο διπλωματικό πεδίο.
Οι συμμαχίες
Πέρα από τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, χώρες όπως το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) και η Αίγυπτος, με τη στάση τους επιβεβαίωσαν την άριστη συνεργασία με την Ελλάδα. Η Αίγυπτος, μάλιστα, διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο και στην απόφαση που ελήφθη από την 44η Σύνοδο Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO την Παρασκευή που, εμμέσως πλην σαφώς, επέκρινε σφοδρότατα την Αγκυρα για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας και της Μονής της Χώρας σε τεμένη. Ο κ. Δένδιας είχε συζητήσει σε βάθος για το θέμα με τον ομόλογό του Σάμεχ Σούκρι, με αποτέλεσμα ίσως η χώρα με το σημαντικότερο εκτόπισμα στον ισλαμικό –και σίγουρα στον αραβικό– κόσμο, να ρίξει καθοριστικά το βάρος της υπέρ της συγκεκριμένης απόφασης της UNESCO. Μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη ήταν και η πολύ ζωηρή ενεργοποίηση της Ινδίας, με την οποία επίσης η Ελλάδα αναζητεί τρόπους περαιτέρω σύσφιγξης των σχέσεων. Η Ινδία για την περίοδο 2021-22 είναι μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και φαίνεται ότι το ενδεχόμενο αντίδρασης σε περίπτωση τουρκικών ανακοινώσεων για τα Βαρώσια (όπερ και εγένετο) είχε συζητηθεί κατά την επίσκεψη που είχε κάνει ο Ινδός υπουργός Εξωτερικών Σουμπραχμανιάμ Τζαϊσανκάρ στην Αθήνα στις 26 Ιουνίου.
Αμερικανική αντίδραση για τα τουρκικά UAV
Στην Ουάσιγκτον είναι αντιληπτό ότι ο μόνος τρόπος για να γίνει κατανοητή η δυσαρέσκεια των ΗΠΑ για την Τουρκία είναι να σφίξουν και άλλο οι κυρώσεις στους εξοπλισμούς. Οι βουλευτές Γκας Μπιλιράκης και Ντέιβιντ Σισελίνι έχουν συγγράψει μια επιστολή με παραλήπτη τον υπουργό Εξωτερικών Τόνι Μπλίνκεν και αναζητούν τις υπογραφές και άλλων συναδέλφων τους, προκειμένου να ζητήσουν από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να σταματήσουν οι αμερικανικές εξαγωγές τμημάτων που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των τουρκικών UAV. Ουσιαστικά ζητούν να ενταχθούν αυτά τα τμήματα και ανταλλακτικά στον νόμο για κυρώσεις (CAATSA), που έχει ενεργοποιηθεί λόγω της προμήθειας S-400. Υπενθυμίζουν ότι αυτά τα UAV έχουν χρησιμοποιηθεί στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, στη Συρία, στη Λιβύη, ενώ τονίζουν ότι οι ίδιοι οι Τούρκοι έχουν εκδηλώσει την πρόθεσή τους να παραγάγουν από κοινού με τη Ρωσία και το Πακιστάν συστήματα αντιμετώπισης drones. Σημειώνουν, επίσης, ότι ίσως σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πρέπει να μπει στο μικροσκόπιο και η δυνατότητα εξαγωγής αυτών των UAV (εφόσον περιλαμβάνουν αμερικανικά τμήματα).
Πηγή kathimerini.gr
Βασίλης Νέδος