Τι δηλώνουν στον ΟΤ παράγοντες της αγοράς
Για την επόμενη ημέρα του ελληνικού τουρισμού, από το 2023 και αργότερα, προβληματίζονται παράγοντες του κλάδου καθώς θεωρούν ότι μπορεί να υπονομευθεί από τη σύγκριση της φετινής χρονιάς με αυτή του 2019, έτος των ρεκόρ για τον ελληνικό τουρισμό και τελευταίο χρόνο πριν την εμφάνιση της πανδημίας. Αυτή η σύγκριση στην οποία πολλοί προσφεύγουν, ναι μεν δίνει ένα στίγμα για τον βαθμό επιστροφής στην κανονικότητα της τουριστικής βιομηχανίας, όμως μπορεί και να λειτουργήσει αποπροσανατολιστικά.
Ο ελληνικός τουρισμός όπως σημειώνουν οι ίδιοι παράγοντες, βιώνει μια πάρα πολύ καλή χρονιά μετά από δυο προβληματικά λόγω πανδημίας χρόνια. Όμως το 2022 δεν προσφέρεται για στρατηγικά συμπεράσματα και πανηγυρισμούς καθώς είναι μία ειδική χρονιά. Άλλωστε και μια ματιά στους μεγάλους ανταγωνιστές μας Ισπανία και Τουρκία, φτάνει για να αντιληφθεί κάποιος ότι η Ελλάδα δεν προηγείται άλλων ή τουλάχιστον δεν προηγείται πολύ αν και συγκρινόμενη με την Τουρκία μάλλον υπολείπεται.
Οι προβληματισμοί
Δυο σημαντικοί θεσμικοί εκπρόσωποι, ο Πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) κ. Αλέξανδρος Βασιλικός και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Γιάννης Ρέτσος, ο κάθε ένας με τον δικό του τρόπο θέτουν τον προβληματισμό τους για την επόμενη μέρα αποφεύγοντάς να μετράνε «τουρίστες» που έρχονται κάθε μέρα στη χώρα, κάτι που συνηθίζουν ορισμένα μέλη της κυβέρνησης. Αντιθέτως επιμένουν με συνεχείς παρεμβάσεις τους να υπογραμμίζουν την ανάγκη χάραξης στρατηγικής που θα κεφαλαιοποιήσει τα θετικά της φετινής χρονιάς αλλά θα δημιουργήσει συνθήκες μιας βιώσιμης στέρεης ανάπτυξης και στα επόμενα χρόνια.
Ευπρόσδεκτα τα ρεκόρ, ειδικά σε μια πολύ δύσκολη οικονομική & γεωπολιτική συγκυρία. Η διάρκεια της επιτυχίας όμως, αλλά και η μεγαλύτερη διάχυση του τουριστικού εισοδήματος, προϋποθέτουν στρατηγική και διαμόρφωση πολιτικών. Έχουμε σήμερα μια μοναδική ευκαιρία, προειδοποίησε πρόσφατα μέσα από το twitter ο κ. Ρέτσος.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΞΕΕ κ. Αλέξανδρος βασιλικός υπενθυμίζει τις δηλώσεις που έκανε από την αρχή της φετινής σεζόν τονίζοντας ότι φέτος θα είναι μια ειδική χρονιά που δεν προσφέρεται για οριστικά συμπεράσματα. Ναι μεν πρέπει να χαρούμε την επιτυχία που φαίνεται να προδιαγράφεται για την ελληνική τουριστική αγορά όμως δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε όπως αναφέρει στον ot.gr και τούτο γιατί τα φετινά νούμερα θα εκφράζουν την ζήτηση, δηλαδή την μεγάλη ανάγκη του κόσμου για ταξίδια και όχι την προσφορά, το τι δηλαδή νέο και διαφορετικό προσφέρει η χώρα μας στον διεθνή τουρίστα.
Το κυριότερο καθήκον σύμφωνα με τον κ. Βασιλικό για την πολιτεία και τον κλάδο είναι βελτιώσει τα χαρακτηριστικά της προσφοράς. Σε αυτή την κατεύθυνση ομολογουμένως πολύ λίγα έγιναν τα τελευταία χρόνια και αυτά κυρίως από την πλευρά του ιδιωτικού τομέα, με τις επενδύσεις του. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι ακόμη η Αθήνα δεν έχει ένα μεγάλο αξιόλογο μητροπολιτικό συνεδριακό κέντρο.
Οι 5 προκλήσεις
Αυτό που προβληματίζει τους πιο «συγκρατημένους» παράγοντες της ξενοδοχειακής αγοράς είναι ορισμένα δεδομένα που χαρακτηρίζουν τη φετινή χρονιά και ενδέχεται μα λειτουργήσουν αρνητικά για τη νέα και τις επόμενες χρονιές.
Για τον λόγο αυτό επιμένουν να τα θέτουν και να τα ξαναθέτουν στο τραπέζι αν και ορισμένοι άλλοι ορισμένοι θέλουν να τα ξεχνούν:
Το πρώτο χαρακτηριστικό είναι ότι φέτος ο κόσμος «βγαίνει» από το σπίτι του μετά από δυο χρόνια εγκλεισμού. Η διάθεση για ταξίδια ήταν έκδηλη σε όλους, κάτι που δεν θα ισχύει με την ίδια θέρμη και του χρόνου
Φέτος υπήρχε διαθέσιμο εισόδημα μετά από δυο χρόνια καραντίνας που ξοδεύτηκε στις διακοπές ενώ του χρόνου αυτό δεν υπάρχει ενώ παράλληλα θα υπάρχουν οι πληθωριστικές πιέσεις και το αυξημένο ενεργειακό κόστος σε όλη τη βόρειο Ευρώπη και χώρες βασικούς τροφοδότες του ελληνικού τουρισμού. Ένα ενεργειακό κόστος που τώρα αρχίζει να γίνεται αντιληπτό στις χώρες αυτές λόγω και της εκεί δομής της ενεργειακής αγοράς
Είναι ακόμη κλειστοί πολλοί μακρινοί περιορισμοί όπως και χώρες της Αφρικής με αποτέλεσμα πολλοί ευρωπαίοι να συνωθούνται στη Μεσόγειο και τη χώρα μας. Αν του χρόνου ανοίξουν αυτοί οι προορισμοί αλλάζουν τα δεδομένα.
Επιπλέον έκδηλη είναι η αβεβαιότητα για την πορεία της πανδημίας τον προσεχή χειμώνα και βέβαια για την πορεία και τις επιπτώσεις του πολέμου.
Χάραξη στρατηγικής
Όλα τα παραπάνω κάνουν αναγκαία μια ουσιαστική ανάλυσης της κατάστασης που βιώνει ο ελληνικός τουρισμός και την χάραξη μια στρατηγικής με έμφαση στη βελτίωση του προσφερόμενου ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Στρατηγική που κρίνεται πιο αναγκαία δεδομένων και ορισμένων αρρυθμιών που καταγράφηκαν φέτος όπως υπερβολικές χρεώσεις σε καταστήματα εστίασης και γενικότερα ενα κύμα ακρίβειας που βίωσαν οι τουρίστες σε ορισμένα νησιά κυρίως και υπονομεύει την ελκυστικότητα του προορισμού και περιορίζει τον αριθμό των τουριστών που θέλουν να επιστρέψουν στον προορισμό.
Φέτος φάνηκε ότι ο κόσμος είχε διάθεση να ξοδέψει όμως όσο το ενεργειακό κόστος αυξάνονταν τόσο μειώνονταν και αυτή η διάθεση σημειώνει η πρόεδρος του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και προβλέψεων (ΙΤΕΠ) και πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Κω Κωνσταντίνα Σβύνου. Αυτό εκφράζεται προσθέτει με το γεγονός ότι φέτος μειώνεται η μέση δαπάνη ανά ταξίδι σε σχέση με πέρυσι και εκφράζει ένα προβληματισμό τι θα σημάνει αυτό για του χρόνου.
Η Κρήτη βουλιάζει φέτος από τους τουρίστες και θα συνεχίσει να πηγαίνει καλά όπως περίπου και το 2019 τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο, όμως ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Ηρακλείου κ. Νίκος Χαλκιαδάκης δεν κρύβει τον προβληματισμό τους για το 2023, καθώς όπως λέει, αλλάζουν τα δεδομένα λόγω του ενεργειακού κόστους και του πληθωρισμού.
Η Τουρκία προηγείται
Να σημειωθεί πάντως ότι και ο ανταγωνισμός καταγράφει μια εικόνα περίπου ανάλογη με την χώρα μας συγκρίνοντας το 2022, με το 2019.
Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος στη χώρα μας σε σχέση με τον Ιούνιο του 2019, τον Ιούνιο του 2022 παρατηρήθηκε αύξηση των ταξιδιωτικών εισπράξεων κατά 2,3%, η μέση δαπάνη ανά ταξίδι αυξήθηκε κατά 15,9%, ενώ η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση μειώθηκε κατά 11,0%.
Σε σχέση με την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου 2019, την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου 2022 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν μείωση κατά 5,3% και η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση κατά 15,1%, ενώ η μέση δαπάνη ανά ταξίδι αυξήθηκε κατά 12,6%.
Στην γειτονική μας Τουρκία, οι αφίξεις τουριστών μέχρι τον Ιούνιο κατέγραψαν πτώση 5,71% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα το 2019 ενώ στο εξάμηνο του 2022 σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα του 2019 η πτώση ήταν 9,46%. Σε ότι αφορά τις εισπράξεις τόσο τον Ιούνιο ποσό και στο εξάμηνο ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2019. Στο πρώτο εξάμηνο του 2022 ανήλθαν στα 11,443 δις. δολ έναντι 10,678 δις. δολ το αντίστοιχο διάστημα του 2019 ενώ τον Ιούνιο του 2022 ξεπέρασαν τα 3,240 δις. δολ έναντι 2,979 δις. δολ τον Ιούνιο του 2019.
Η ισπανική αγορά
Στην άλλη ανταγωνιστική στην Ελλάδα αγορά την Ισπανική τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι το Ιούνιο του 2022 επισκέφθηκαν την Ισπανία 7,5 εκατ τουρίστες και το εξάμηνο του 2022 έφτασαν τα 30,2 εκατ. τουρίστες έναντι 8,8 εκατ. τουριστών τον Ιούνιο του 2019 και 38,2 εκατ. τουριστών το πρώτο εξάμηνο του ιδίου έτους. Άρα τον Ιούνιο η πτώση στις αφίξεις είναι της τάξης του 14,7% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2019 ενώ στο εξάμηνο η πτώση είναι 20,9% το 2022 σε σύγκριση με το 2019
Ανάπτυξη «εν κενώ»
Επιπλέον πρέπει αν σημειωθεί ότι ο ελληνικός τουρισμός δεν αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια «εν κενώ» αλλά ακολούθησε μια γενικότερη τάση που εκδηλώθηκε στην παγκόσμια τουριστική αγορά. Μεταξύ των ετών 2015 και 2019 ο τουρισμός παγκοσμίως κατάγραψε άνοδο 27% στις τουριστικές αφίξεις από τις 1,18 δις. τουριστικές αφίξεις στα 1,5 δις. ενώ το ίδιο διάστημα οι τουριστικές αφίξεις στη χώρα μας από τις 23,599 εκατ. το 2015 αυξήθηκαν στις 31,348 εκατ. το 2019 σημειώνοντας μια άνοδο κατά 33% περίπου.
Με βάση λοιπόν όλα τα παραπάνω δεν υπάρχουν περιθώρια για πανηγυρισμούς, ωσάν να κάναμε το διαφορετικό που τώρα αποδίδει,. Αυτό που απαιτείται είναι σκληρή δουλειά και στρατηγικός προγραμματισμός με στόχο τον τουρισμό ποιότητας όπως σημειώνει και ο κ. Ρέτσος, να βελτιώσουμε την προσφορά ´όπως υπογραμμίζει ο κ. Βασιλικός.
Όλα αυτά χωρίς αναφερθούμε στα οικονομικά αποτελέσματα ων ξενοδοχειακών μονάδων πολλές εκ των οποίων θα κλείσουν τη χρονιά με μεγάλε ζημίες λόγω ενεργειακού κόστους, ενώ βέβαια αγκάθι εξακολουθεί να αποτελεί το πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού.
Πηγή ΟΤ