Στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών εκκρεμεί προς αξιολόγηση εισαγγελική πρόταση για την παραπομπή σε δίκη, μεταξύ άλλων και 4 δημοσίων λειτουργών που υπηρετούσαν στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης του υπουργείου Οικονομικών, που καταγγέλθηκαν από συνάδελφό τους για παρατυπίες μεγέθους σε επανελέγχους που διενήργησαν σε σημαντικές οικονομικές, κυρίως φορολογικές, υποθέσεις.
Οι 4 κατηγορούμενοι φέρονται να εμπλέκονται συγκεκριμένα σε επανέλεγχο που διεξήχθη στον Δήμο Καλύμνου.
Οι ποινικές διώξεις ασκήθηκαν τον Απρίλιο του 2011 από την τότε Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών κ. Πόπη Παπανδρέου, η οποία ξεκίνησε έρευνα αμέσως μόλις χρεώθηκε την υπόθεση, που εκκρεμούσε από το 2007, όταν για πρώτη φορά καταγγέλθηκαν οι πράξεις στον Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Η υπόθεση έχει πλούσιο παρασκήνιο καθώς την έφεραν στην επιφάνεια ανώνυμες επιστολές προς την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, ενώ σχετικές καταγγελίες είχαν σταλεί το 2010 με αποδέκτη το Μέγαρο Μαξίμου.
Η καταγγέλλουσα, συνταξιούχος, πρώην γενική διευθύντρια Οικονομικής Επιθεώρησης του υπουργείου Οικονομικών, με αίτησή της προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και προς κάθε άλλη αρμόδια αρχή (με κοινοποίηση και στον υπουργό Δικαιοσύνης), υποστήριξε ότι “η οικονομική βλάβη που απειλήθηκε στο Δημόσιο, και όχι μόνον, είναι τεράστια, και ελάμβανε χώρα υπό το κράτος ενός οργανωμένου, συντονισμένου και μεθοδευμένου σχεδίου”.
Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΗΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ
Ηταν 3 Οκτωβρίου του 2007, όταν ο τότε δήμαρχος Καλύμνου απέστειλε επιστολή στον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή με την οποία εξέφραζε την απορία: πώς είναι δυνατόν η ίδια υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών να έχει καταλήξει σε δύο εντελώς αντικρουόμενα μεταξύ τους πορίσματα για τις ίδιες πράξεις, που αφορούσαν κακοδιαχείριση στον Δήμο Καλυμνίων;
Το γραφείο του τέως πρωθυπουργού κατόπιν απέστειλε την επιστολή στους επιθεωρητές του υπουργείου Οικονομικών, στην υπηρεσία, δηλαδή, που είχε συντάξει τα δύο αλληλοαναιρούμενα πορίσματα.
Tο πρώτο πόρισμα για την υπόθεση των επιχορηγήσεων του Δήμου Kαλύμνου σε ιερούς ναούς συνέταξε την 13η Σεπτεμβρίου 2006 οικονομική επιθεωρήτρια Kρήτης μετά από παραγγελία που της έδωσε την 23η Oκτωβρίου 2003 ο τότε Eισαγγελέας Eφετών Δωδεκανήσου προκειμένου να διαπιστωθεί εάν τυχόν τελέστηκαν τα αδικήματα της απιστίας και της πλαστογραφίας (σημείωση: έχει εκδοθεί απαλλακτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Δωδεκανήσου για όλους τους κατηγορούμενους).
H παραγγελία του κ. Eισαγγελέα προέκυψε μετά από καταγγελία Καλύμνιου νομαρχιακού συμβούλου προς τον Eισαγγελέα Πλημμελειοδικών Kω το έτος 2001 για κακοδιαχείριση στον Δήμο Kαλύμνου.
Σύμφωνα με το πρώτο πόρισμα ο υπόλογος δήμαρχος Kαλύμνου στην υπό έλεγχο χρονική περίοδο 1997 – 2002 σε συνεργασία με αντιδήμαρχο και ταμία του E.Σ. του ιερού ναού Zωοδόχου Πηγής (Kαλαμιώτισσας) χρησιμοποιούσαν δικαιολογητικά μη νόμιμα τα οποία προσαρτούσαν στα δικαιολογητικά των χρηματικών ενταλμάτων του δήμου και εκταμίευαν παράνομα χρήματα από το ταμείο για λογαριασμό τής εν λόγω εκκλησίας, της οποίας το εκκλησιαστικό συμβούλιο, δεν γνώριζε τις ενέργειες αυτές και τα χρήματα αυτά τα διέθεταν για την πληρωμή δαπανών του δήμου και όχι για τον σκοπό που προοριζόταν.
Με τις ενέργειές τους αυτές, που χαρακτηρίζονται από βαριά αμέλεια και δόλο, προέκυψε έλλειμμα στο Δήμο που ανέρχεται σε 116.385,03 ευρώ.
O αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Δήμου και ταμίας του εκκλησιαστικού συμβουλίου του ιερού ναού του Aγίου Θεολόγου (υπόλογος) με βαριά αμέλεια, συνεργάστηκε με τον τότε δήμαρχο και με τα πρακτικά που το εκκλησιαστικό συμβούλιο του ναού συνέτασσε και τις αποδείξεις είσπραξης που έδινε στον ταμία του Δήμου εισέπραττε τα χρήματα των επιχορηγήσεων τα οποία δεν διέθετε για τον σκοπό που τα εισέπραττε, αλλά για υποχρεώσεις του Δήμου. Το συνολικό ποσό που εκταμιεύτηκε ανέρχεται σε 85.413.575 δρχ. και εξ αυτών 5.450.000 δρχ. δόθηκαν στην εκκλησία του Aγίου Θεολόγου.
Το υπόλοιπο είναι η ζημία που προέκυψε από τις μη νόμιμες ενέργειες και ανέρχεται στο ποσό των 566.000,16 ευρώ.
Tην 9η Aυγούστου 2007 άλλη Oικονομική Eπιθεωρήτρια της Oικονομικής Eπιθεώρησης Kρήτης υπέβαλε νέο πόρισμα ελέγχου μετά από εντολή επανέλεγχου που της δόθηκε κατόπιν της αποστολής 5 υπομνημάτων διαμαρτυρίας του τότε δημάρχου στη Γενική Διεύθυνση της Oικονομικής Eπιθεώρησης, εξώδικης επιστολής διαμαρτυρίας των δύο υπόλογων και επιστολής – διαμαρτυρίας ιερέα.
Στις 27 Μαρτίου του 2007, δόθηκε συγκεκριμένα εντολή επανελέγχου που υπογράφεται από τους υφυπουργούς Οικονομικών Αντ. Μπέζα και Παιδείας Γ. Καλό.
H δεύτερη επιθεωρήτρια κατέληξε στο πόρισμά της ότι από τον έλεγχο της διαχείρισης των επιχορηγήσεων του Δήμου Kαλύμνου προς τα εκκλησιαστικά συμβούλια των I.N. Aγίου Iωάννου Θεολόγου, Zωοδόχου πηγής, Aγίου Aθανασίου, Aγίων Θεοδώρων, Aγίου Bασιλείου, Aγίου Στεφάνου, Παναγιάς Xώρας και Aρχαγγέλου δεν προέκυψε έλλειμμα.
Διαπίστωσε ακόμη ότι η διαδικασία πληρωμής δαπανών για λογαριασμό του δήμου μέσω των εκκλησιαστικών συμβουλίων, σύμφωνα με νομολογία και νομοθεσία που επικαλείται είναι τυπική παράβαση και κατά τη γνώμη της μπορεί να χαρακτηρισθεί ως διαδικαστική πλημμέλεια.
Tην 21η Aυγούστου 2007 η προϊστάμενη της Διεύθυνσης Eπιθεώρησης Δ.Δ., N.Π. και ΔEKO απέστειλε στη δεύτερη επιθεωρήτρια έγγραφο με το οποίο ζητούσε την επαναφορά της πορισματικής έκθεσης προς διόρθωση! H δεύτερη επιθεωρήτρια αντέδρασε και σε απάντηση στην προϊσταμένη αρχή την 31η Aυγούστου 2007 επεσήμανε ότι είναι στην διακριτική ευχέρεια της προϊστάμενης αρχής να κάνει δεκτές ή όχι τις προτάσεις του πορίσματος επισημαίνοντας ότι δεν νομιμοποιείται η υπηρεσία να υποδεικνύει συγκεκριμένους τρόπους και προτάσεις, διότι με τον τρόπο αυτό παρεμβαίνει ουσιαστικά στο έργο του επιθεωρητή.
Τις διαδικασίες για τον καταλογισμό για εικονικές επιχορηγήσεις στους ιερούς ναούς Zωοδόχου Πηγής (Kαλαμιώτισσας) και Aγίου Θεολόγου για την χρονική περίοδο 1997 – 2002 σε βάρος του πρώην δημάρχου και δύο στενών συνεργατών του κίνησε το Ελεγκτικό Συνέδριο, παρά την απαλλαγή των υπόλογων μετά την ποινική έρευνα που διενεργήθηκε.
Πρώην δήμαρχος Kαλυμνίων και δύο στενοί συνεργάτες του εξακολουθούν να κινδυνεύουν με καταλογισμό ύψους 807.621,76 ευρώ καθώς η υπόθεση φέρεται να εκκρεμεί σε δεύτερο βαθμό στο Ελεγκτικό Συνέδριο.