Πανικός επικρατεί τόσο στην παρούσα κυβέρνηση όσο και στη Νέα Δημοκρατία, από την κατάσταση που έχει προκαλέσει η δικαστική δικαίωση συνταξιούχων και εν ενεργεία υπαλλήλων για την επιστροφή των δώρων αναδρομικά. Μια δημοσιονομική βόμβα που απειλεί να τινάξει στον αέρα την οικονομία και να τη βυθίσει σε μια ακόμη κρίση που θα έχει και τις επιπτώσεις που όλοι γνωρίζουμε, δηλαδή νέο μνημόνιο, σκληρή εποπτεία, επιστροφή των δανειστών κ.λπ.
Οι προειδοποιήσεις που φτάνουν τόσο από το εξωτερικό όσο και από οικονομικούς παράγοντες στο εσωτερικό της χώρας, είναι ηχηρές και σκοπό έχουν να αφυπνίσουν την κυβέρνηση η οποία παίζει προεκλογικά παιχνίδια πουλώντας ελπίδα σε εκατομμύρια πολίτες που ελπίζουν ότι θα πάρουν έστω και λίγα από τα «πετσοκομμένα» δώρα από το 2012 και μετά όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο χείλος της χρεοκοπίας.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που έχουν γίνει, μετά την απόφαση για επιστροφή των δώρων σε 470 χιλιάδες εν ενέργεια δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους, (μια απόφαση του ΣτΕ που κοστίζει περί τα 2,7-2,8 δις ευρώ) το σύνολο του δημοσιονομικού λογαριασμού ανεβαίνει στα 13 με 14 δις ευρώ.
Ένα ποσό τεράστιο για τα ελληνικά δεδομένα που αν υποχρεωθεί το κράτος να δώσει θα αλλάξει ξανά η ιστορία της χώρας. Τα δικαστήρια επί της ουσίας θα ξαναγράψουν ιστορία για μια υπόθεση η οποία ναι μεν ήταν άδικη αλλά οι αποφάσεις ελήφθησαν υπό το φάσμα της χρεοκοπίας. Και σίγουρα αυτά τα χρήματα δεν υπάρχουν τώρα για να δοθούν, άλλωστε, κάτι τέτοιο θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου και θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα στα δικαστήρια επί χρόνια για όλες τις μνημονιακές αποφάσεις που πάρθηκαν και αφορούσαν σε περικοπές.
Την ανησυχία τους για τις δικαστικές εξελίξεις εξέφρασαν οι υπουργοί Οικονομικών στο πρόσφατο Eurogroup, όμως, πιο ηχηρή ήταν η προειδοποίηση του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα ο οποίος την περασμένη Πέμπτη υπογράμμισε ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού από τυχόν νέες δικαστικές αποφάσεις που θα ακυρώνουν τις περικοπές στις συντάξεις από το 2015 και μετά για 1 και πλέον εκατομμύριο συνταξιούχους και θα δώσουν αναδρομικά τα δώρα Χριστουγέννων (τον 13ο μισθό) σε 650.000 δημοσίους υπαλλήλους από το 2013 μέχρι και εφέτος.
Το πρόβλημα μπορεί για ορισμένους να είναι «ευκαιρία» για να πουλήσουν προεκλογικές ελπίδες. Ομως, η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή για τέτοια παιχνίδια με την οικονομία. Και αμέσως μετά τις γιορτές το πολιτικό σύστημα θα πρέπει να εξετάσει με προσοχή τι ακριβώς θα συμβεί και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί. Ακόμη και με νομοθετική ρύθμιση που θα μπορεί να σταματήσει το επικείμενο «τσουνάμι», όπως λένε ειδικοί που φοβούνται τα χειρότερα.
Σύμφωνα με ασκήσεις προσομοίωσης που έχουν γίνει, από την ακύρωση των περικοπών στις συντάξεις από το 2015 και μετά η συνταξιοδοτική δαπάνη θα αυξηθεί κατά 1%-1,5% του ΑΕΠ ετησίως, δηλαδή κατά 1,8 έως 2,7 δισ. ευρώ τον χρόνο.
Επίσης, από την αναδρομική καταβολή του δώρου Χριστουγέννων η μισθολογική δαπάνη του Δημοσίου θα αυξηθεί κατά 700 εκατ. ευρώ για κάθε χρόνο από το 2013 και μετά.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ, που εκδόθηκαν με τη διαδικασία της «πρότυπης δίκης», κρίνοντας αντισυνταγματικές τις ρυθμίσεις των τελευταίων περικοπών, πυροδότησαν κύμα διεκδικήσεων των συνταξιούχων. Εθεσαν όμως φραγμό στις αναδρομικές διεκδικήσεις, αφού έκριναν ότι όσοι δεν είχαν ασκήσει αγωγές πριν από την έκδοσή τους (Ιούνιο 2015) δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν αναδρομικά, αλλά μόνο από την έκδοση των αποφάσεων και για το μέλλον.
Αν και από τον Μάιο του 2016 έχουμε νέο ασφαλιστικό νόμο και άλλον τρόπο υπολογισμού συντάξεων, δεν παύει και η δυνατότητα διεκδίκησης των αντισυνταγματικών μνημονιακών περικοπών, καθώς για τους παλαιούς συνταξιούχους συνεχίστηκε η καταβολή συντάξεων με τις περικοπές που κρίθηκαν αντισυνταγματικές. Ως εκ τούτου, η δυνατότητα διεκδίκησης συνεχίζεται και μετά τον Μάιο του 2016.
Μάλιστα, όπως εκτιμούν νομικοί κύκλοι της κεντρικής τράπεζας, η δυνατότητα διεκδίκησης συνεχίζεται μέχρι και το τέλος του 2018, δεδομένου ότι ο νόμος Κατρούγκαλου θα τεθεί σε πλήρη ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2019.
H νέα δημοσιονομική απειλή ήρθε και πάλι από το ΣτΕ. Η επταμελής σύνθεση του Στ’ Τμήματος του Συμβουλίου, με σειρά αποφάσεών της έκρινε ότι οι περικοπές των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος θερινής αδείας των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων, υπαλλήλων ΟΤΑ και ΝΠΔΔ είναι αντισυνταγματικές.
Σύμφωνα με το σκεπτικό των συμβούλων οι περικοπές που έγιναν με τον νόμο 4093/2012 και εφαρμόστηκαν από 1.1.2013 αντίκεινται στα άρθρα 25 και 4 του Συντάγματος και στις απορρέουσες από αυτά αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας. Ωστόσο, λόγω της αντισυνταγματικότητας και της σοβαρότητας του θέματος, παραπέμφθηκε για τελική κρίση στην Ολομέλεια του ΣτΕ.
Ηχηρές προειδοποιήσεις
Ο κ. Στουρνάρας παραδίδοντας την Πέμπτη την ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη νομισματική πολιτική στον Πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση τόνισε με σαφήνεια ότι «οι εκτιμήσεις για τις προοπτικές της οικονομίας περιλαμβάνουν σημαντικούς κινδύνους και αβεβαιότητες, όπως η υπερβολική φορολόγηση και τυχόν ανάκληση ή καθυστερήσεις στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων».
Ο κ. Στουρνάρας επισήμανε στον Πρόεδρο της Βουλής ότι οι διεκδικήσεις για τα αναδρομικά στις συντάξεις και η αβεβαιότητα εν αναμονή των τελικών αποφάσεων του ΣτΕ απειλούν να ανατινάξουν όλες τις προβλέψεις για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Οπως αναφέρει δε στην έκθεση, «η μη εφαρμογή των θεσμοθετημένων περικοπών στις συντάξεις το 2019, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές, δρουν επιβαρυντικά στην ανάλυση βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, καθώς οδηγούν σε προς τα άνω αναθεώρηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης, και αποτελούν τον σημαντικότερο δημοσιονομικό κίνδυνο μεσοπρόθεσμα».
Αυτό που δεν είπε είναι ότι η κεντρική τράπεζα έχει κάνει άσκηση για το πόσο θα αυξηθεί η συνταξιοδοτική δαπάνη σε περίπτωση που το ΣτΕ κρίνει αντισυνταγματικό τον νόμο.
Τα νούμερα είναι εφιαλτικά, καθώς η αύξηση της δαπάνης για συντάξεις κατ’ έτος υπολογίζεται από 1% έως 1,5% του ΑΕΠ.
Η επιβάρυνση για τα αναδρομικά θα εξαρτηθεί από τον χρόνο εφαρμογής μιας τυχόν απόφασης, όπως έγινε και με την ακύρωση των μειώσεων στα ειδικά μισθολόγια στρατιωτικών, δικαστικών και γιατρών του ΕΣΥ που επιβάρυναν τον προϋπολογισμό του 2018 κατά 1,2 δισ. ευρώ.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επικαλέστηκε και τη γνώμη του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής στην τελευταία έκθεση την οποία υπογράφει ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης και αναφέρει:
«Σημαντική πηγή αβεβαιότητας αποτελεί η κλιμάκωση των δημοσιονομικών πιέσεων υπό το βάρος δικαστικών αποφάσεων που ακυρώνουν εφαρμοσμένες μισθολογικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις. Η πρόσφατη νομοθετική παρέμβαση για καταβολή των αναδρομικών ποσών σε μισθωτούς και συνταξιούχους των ειδικών μισθολογίων που προέκυψαν από τις δικαστικές αποφάσεις του ΣτΕ αποτελεί μια πράξη συμμόρφωσης στη συνταγματική νομιμότητα. Ωστόσο, προκύπτουν ζητήματα ίσης μεταχείρισης. Αυτό μπορεί να εγείρει επιπλέον διεκδικήσεις από άλλες κατηγορίες μισθωτών ή συνταξιούχων με σημαντικό δημοσιονομικό ρίσκο».
Στο ίδιο μήκος κινήθηκαν και η έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου για τον προϋπολογισμό του 2019 και οι επισημάνσεις του κ. Παναγιώτη Κορλίρα ότι «οι διεκδικήσεις από ακυρώσεις μέτρων του παρελθόντος συνιστούν δημοσιονομική απειλή του μεσοπρόθεσμου προγράμματος».